Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020

ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΗ ΓΝΩΡΙΣΑ....





Γράφει η Βιβή Σκούρτη


«Να σ’ αγναντεύω θάλασσα να μη χορταίνω
απ' το βουνό ψηλά
στρωτήν και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω
απ' τα μαλάματά* σου τα πολλά.»

(Κ. ΒΑΡΝΑΛΗΣ, από την ποιητική συλλογή «Το φως που καίει»)



Χιλιοτραγουδισμένη και γεμάτη θρύλους και παραδόσεις με σειρήνες, γυαλούδες, γοργόνες όλα πλάσματα του νερού.
Τη θάλασσα τη γνώρισα μέσα από κάθε όψη της∙ την έβλεπα ευμετάβλητη από το παράθυρο του πατρικού μου σπιτιού κι από τον ήχο της επίσης καθώς έφτανε τραχύς μέσα από τους τοίχους και τα παραθυρόφυλλα, όταν ο βοριάς φυσούσε δυνατός.


Η θάλασσα υπήρξε η επιβίωσή μας, ήταν ένα με τη ζωή μας. Μεγαλώσαμε  μέσα στη θάλασσα, οι μνήμες μας περιέχουν την υφή της, τη μυρωδιά της, τους καημούς της που ήταν και δικοί μας, τους καημούς του αποχωρισμού,  τις χάρες της και τις χαρές της, τις χαρές του γυρισμού.

Στα ρηχά νερά της θάλασσας των Μαντρακιών πλατσουρίζαμε όλη τη μέρα, ξυπόλητοι, μ’ ένα βρακί. Ήταν ο φυσικός μας χώρος. Στο χωμάτινο δρόμο παιχνίδια αυτοσχέδια, παιχνίδια οργανωμένα, κρυφτό ανάμεσα στις αραγμένες βάρκες και στο ερείπιο του Τροκαντερού. 
Και μορφές, μορφές αλησμόνητες! Ανεπανάληπτες!
Γέμιζαν τα καλοκαιρινά απογεύματα χρώματα και αρώματα. Απολαμβάναμε όλοι την  ομορφιά του ελάχιστου.

Είχα φαίνεται ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί της κι έτσι έλαχε να ταξιδέψω στους υδάτινους δρόμους της για εννέα χρόνια συνεχώς και αδιαλείπτως. Έχωσα τα  χέρια μου στις φυλλωσιές του κυκλαδίτικου ανέμου και ταυτόχρονα απόλαυσα τη ζωντανή στεριά που ο πόθος χαίρεται ν’ ανοίγει...
Κι όπως γράφει ο φίλος μου Αντώνης Μπουντούρης: 
«Δεν ξεδιψάει η θάλασσα όσο και αν μας πίνει.
Έχει ένα στόμα μέσα της που κατοικούν ελπίδες»
(Η αλλαξιά της θάλασσας)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου