Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2021

Αρβανίτες της Αργολίδας -> οι πολιτισμικές μας ρίζες που πάνε πιο πίσω και καθορίζουν τον ίδιο τον πολιτισμό - τα ήθη και τα έθιμα ...

Νέες πτυχές για την ιστορία των Αρβανιτών του Κρανιδίου


Αρβανίτες της Αργολίδας, βασικά ιστορικά στοιχεία.

Εορτάζονται τα 200 χρόνια της σύγχρονης Ελλάδας αλλά επιμένουν οι εορτάζοντες να αγνοούν τις πολιτισμικές τους ρίζες που πάνε πιο πίσω και καθορίζουν τον ίδιο τον πολιτισμό τους, τις συνήθειές τους, ήθη και έθιμα, ενδυμασίες, ονομασίες και μνήμες. Το αντι-ιστορικό ελληνοκεντρικό αφήγημα, προσπαθεί απεγνωσμένα με τη λογοκρισία να γεφυρώσει τον Κωλοκοτρώνη με τον Περικλή με ένα μεγαλειώδες βραχυκύκλωμα ιδεών που συσκοτίζει 20 αιώνες, πάνω από 2.000 χρόνια ιστορίας!
Εμείς προσπαθούμε να δίνουμε επιστημονικά εθνολογικά, κοινωνιολογικά, γλωσσολογικά, ιστορικά στοιχεία αδιαμφισβήτητα στην ανάγνωση των ταυτοτήτων, με την προσδοκία αναγνώρισης των γλωσσικών μειονοτήτων ΚΑΙ στην Ελλάδα, όπως πετύχαμε ήδη στην Ιταλία με τον νόμο 482 του 1999, σύμφωνα με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που στηρίζει τον πολιτισμικό πλούτο.

Ποιοι ήταν οι Αρβανίτες STRADIOTI.
Στα έγγραφα καί τους καταλόγους των Βενετικών Αρχών, οι στρατολογημένοι αυτοί μισθοφόροι, οι «Στρατιώτες», αναφέρονται χωρίς διάκριση εθνότητας. Όλοι θεωρήθηκαν Grecs. Αναφέρει σχετικά ο Κ. Σάθας για ένα τέτοιο στρατιωτικό τμήμα, που είχε πάει να λάβει μέρος στον πόλεμο μεταξύ Γαλλίας καί Ιταλίας: «...ιδού δε τί γράφει ό γάλλος στρατηγός Susane “Usetoient tous Grecs venus de place squiles Venitiens yont le suns de Napoli de Romani eautres d’Albanie”.
(Ήταν όλοι τους Έλληνες που είχαν έρθει από χώρες που κατέχουν οι Βενετοί. Οι μεν από το Ναύπλιο, οι δε από την Αλβανία).
Παρ'όλον ότι οι Αλβανοί αυτοί ήταν κατά βάση Ηπειρώτες αλλά και Κοσοβάροι, είχαν πάντοτε αφορμές για προστριβές με τους άλλους ντόπιους, όπως σημειώνουν στα "ραπόρτα τους" οι διάφοροι Proveditores του Ναυπλίου. Διαμένανε σε χωριστούς συνοικισμούς καί εκστρατεύανε μόνο κάτω από τους δικούς τους αρχηγούς. Για μερικούς μάλιστα από αυτούς, ιδίως τους Κρανιδιώτες, οι περιγραφές είναι μελανότερες.
Αλλά και μεταξύ τους είχαν πάντα, μονίμως διαφορές "τζακόνια" στη λαλιά τους, που σημαίνει έριδες. >>>>
Οι κάτοικοι του χωριού Λίμνες διακρίνουν ακόμα σήμερα εαυτούς από τους άλλους καμπίσιους (καμπόσους από το ιταλικό campus = αγρός, αγρότης, άοπλος, υπηρέτης) αλβανόφωνους κατοίκους των χωριών Μπερμπάτι (Προσύμνη) και Χέλι (Αραχναίον) και οι τελευταίοι πάλι ξεχωρίζουν από τους κατοίκους της περιοχής Κρανιδίου καί Ερμιονίδας, όχι μόνο στη γλώσσα, αλλά και ως φυσιογνωμίες. Μιλούσαν βέβαια μεσαιωνικά αλβανικά ή καλύτερα ένα κράμα ρωμαίικης, μείγμα αλβανικής, ελληνικής, σλαβικής, λατινικής καί αρχαίας αλβανικής, είναι όμως όλοι χριστιανοί ορθόδοξοι. Για τον ίδιο λόγο και εκείνοι που αποκαλούνται στην Ελλάδα «Αρβανίτες», δεν αποκαλούν εαυτούς «Σκιπετάρους», δηλαδή τυφεκιοφόρους των Ιταλών, όπως αυτοαποκαλούνται οι Αλβανοί της Αλβανίας. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς, χωρίς να είναι μακριά από την πραγματικότητα, ότι εκείνοι που εμείς τους ονομάζουμε «Αρβανίτες», δεν είναι παρά Αλβανοί, χριστιανοί Ηπειρώτες οι περισσότεροι, αντίθετα με εκείνους που παρέμειναν στη Β. Ήπειρο κατά την τουρκική εισβολή και αναγκάστηκαν να εξισλαμιστούν και ήρθαν αργότερα στον ίδιο τόπο ως Τουρκαλβανοί, αλλά πρόκειται για τον ίδιο λαό, ίδιο πληθυσμό με αλλαγή μόνο του θρησκεύματος.
Ο Μ. Camille Paganel, στο σύγγραμμά του "Histoire de Skanderbey", 1855, σελ. 1 IV καί IVII, καταλήγει για τους Αρβανίτες: «πρέπει να ομολογηθεί η μεγίστη συγγένειά τους με τους Ρωμιούς, τους λεγόμενους στη δύση τότε Έλληνες».
Πολλά από τα χωριά της Αργολίδας φέρουν τα ίδια ονόματα με χωριά της Β. Ηπείρου και των Αλβανικών φαρών, ένοπλων οικογενειών που τα συγκροτούσαν, όπως επί παραδείγματι: Κούτσι, Παναρίτι, Τάτσι, Πλέσα, Μπόρσα κ.ά. Προφανώς οφείλουν τις ονομασίες τους σε άτομα πού προέρχονταν από τα Αλβανικά χωριά αυτά της Β. Ηπείρου. Πολλά από τα άτομα αυτά, μετά την αποχώρηση των Βενετών το 1540 από τις τελευταίες κτήσεις τους στον Μοριά, τους ακολούθησαν και τους συναντάμε εγκαταστημένους κυρίως στη Μεσσηνία, Ζάκυνθο, Σικελία, Καλαβρία, Ίστρια. Έτσι δείχνουν τα εκεί συναντώμενα επώνυμα: Γκολέμης, Κούτσης, Τάτσης, Πλέσας, Μπόρσας, κ.ά., για να περιοριστούμε μόνο στους καταγόμενους από την Αργολίδα. Μια άλλη τέτοια εγκατάσταση «Στρατιωτών» στη Ζάκυνθο, πραγματοποιείται μεταξύ του 1470-1450.
Εγκατάσταση στο Κρανίδι
«Έχει υποστηριχθεί ότι ήσαν ορεσίβιοι αυτοί που ήλθαν εδώ και κάπως άγριοι, φιλοπόλεμοι. Δεν φαίνεται να είναι αλήθεια. Οι ορεσίβιοι Αλβανοί πολεμιστές του πλιάτσικου, δεν είχαν ανάγκη να φύγουν από τη φυσικά αμυνόμενη χώρα τους, διότι κατέφευγαν στα βουνά τους όπου οι Οθωμανοί (Τούρκοι) δεν τολμούσαν να πάνε. Όσοι ήλθαν εδώ στην πεδινή αγροτική Ερμιονίδα ήσαν απ’τη Νότια Αλβανία, πεδινοί, άνθρωποι ποιμένες και γεωργοί. Το ίδιο έκαναν και εδώ. Ασχολήθηκαν πάλι με τα ποίμνιά τους και με τη γη. Στην περιοχή της Αργολίδας, εγκαταστάθηκαν πολλοί στην περιοχή του Κρανιδίου, το οποίο Κρανίδι τότε δεν υπήρχε, ήταν ερημωμένη περιοχή από πανδημίες και εξανδραποδισμούς αιώνων. 
Πρώτη μνεία του Κρανιδίου στα ιστορικά κείμενα γίνεται το 1530. Ήταν ένας μεγάλος χώρος εύφορος και ακατοίκητος κάμπος με φυσικά λιμάνια τριγύρω, άνδρα πειρατών κάθε προέλευσης της Μεσογείου. Το κυριότερο το Porto Bizato, σημερινό Πόρτο Χέλι, κατοικημένο από Χελιώτες Αρβανίτες μισθοφόρους των Βενετών εφοπλιστών. Εκεί εγκαταστάθηκαν και σχημάτισαν τέσσερις οικισμούς: τη Βίλα, τον Άγιο Γιάννη, τη Μιλίντρα και τις Μπίες. Ειπώθηκε Κρανίδι η περιοχή αυτή. Η ονομασία ως τότε ήταν Κορωνίσι και προέρχεται από το ομώνυμο μικρό εκκλησάκι της Κοιλάδας, το οποίο ήταν αφιερωμένο στην Κορωνίδα, τη μητέρα του Απόλλωνα. Αλλά η βαθύτερη ετυμολογία είναι η ιταλική λέξη corona που σημαίνει στεφάνι και ήταν ναυτικός όρος, γύρω από τέτοιες νησίδες αγκυροβολούσαν τα πλοία για να αποφεύγουν τον κυματισμό και τον αέρα κατά περίπτωση ως φυσικό απάγγιο σε περιοχή κόλπου, της Κοιλάδας που ήταν και ιταλικό ναυπηγείο.
Επειδή ως ακατοίκητος χώρος δεν είχε ονομασία καθιερώθηκε το Κρανίδι, το οποίο από Κορωνίθ (με θήτα στο τέλος, έτσι το έλεγαν στα αλβανικά) και αργότερα έγινε "Κρανίθ" και τέλος Κρανίδι. Αυτοί οι τέσσερις οικισμοί αργότερα ενώθηκαν στον κεντρικότερο, του Αγίου Γιάννη. Μαζεύτηκαν όλοι εκεί, οργανώθηκαν πια και άρχισε μια νέα κοινωνική ανάπτυξη».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου