Επιλογές από προσωπικό μας αρχείο- 19 Νοεμβρίου 2012
Μια εκδήλωση τιμή και μνήμης σε όσους αγάπησαν τη θάλασσα και η αρμύρα της εισχώρησε μέχρι μέσα στο μεδούλι των οστών τους, όπως των σφουγγαράδων της Ερμιόνης.
Η οργάνωση της παρουσίασης του βιβλίου της Βιβής Σκούρτη «Οι σφουγγαράδες της Ερμιόνης»
έγινε από τις εκδόσεις "ΠΟΛΥΦΕΓΓΟΣ".
έγινε από τις εκδόσεις "ΠΟΛΥΦΕΓΓΟΣ".
Το βιβλίο παρουσίασε ο κρανιδιώτης (με ρίζες ερμιονίτικες) φιλόλογος Αντώνης Ζαραφωνίτης στην όμορφη αίθουσα των Εκπαιδευτηρίων "ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ" της Ελένης Γκάτσου – Αθηναίου και την παρακολούθησε πολύς κόσμος, κυρίως Ερμιονίτες Αθηνών - Πειραιώς
Παραθέτουμε το προλόγισμα της εκδήλωσης για την παρουσίαση του βιβλίου
από την ίδια τη συγγραφέα
Αγαπητοί προσκεκλημένοι, φίλες και φίλοι.
Σας ευχαριστώ για την παρουσία σας στη σημερινή εκδήλωση που την ομορφαίνει και μου δίνει κουράγιο για να συνεχίσω.
Το βιβλίο «Οι σφουγγαράδες της Ερμιόνης» είναι αφιερωμένο στη μνήμη του πατέρα μου. Το καταθέτω με συγκίνηση στα μνήματα όλων των θαλασσινών μας που κάποιοι από αυτούς βρίσκονται θαμμένοι σε κάποια ερημική παραλία της Αφρικανικής γης.
«Η θάλασσα είναι η μοίρα μας», λέει ο Σμαραγδής και το βιβλίο «Οι σφουγγαράδες της Ερμιόνης», έχει ως πρωταγωνιστές της απλούς ανθρώπους, που η θάλασσα ήταν και για κάποιους εξακολουθεί να είναι η μοίρα και το ριζικό τους.
Η σχέση των Ερμιονιτών με τη θάλασσα ξεκινάει πολλούς αιώνες πριν.
Τα γονίδια όλων μας είναι διαποτισμένα με αρμύρα.
Μεγαλώσαμε με εικόνες της θάλασσας, αυτής που διέσχιζαν με το κουπί και το πανί και αργότερα με τις μηχανές τις Λίστερ και τις Φάριμαν οι παππούδες μας, οι πατεράδες και οι θείοι μας.
Της θάλασσας που ημέρευε στα παραμύθια η Γοργόνα, η αδελφή του Μέγα Αλέξανδρου.
Στα χέρια σας κρατάτε και κρατώ το αποτέλεσμα της προσπάθειάς μου να διασώσω τη δραστηριότητα της σπογγαλιείας και της αλιείας στη περιοχή μας, που στηρίχτηκε σ’ έναν διάλογο με τη μνήμη και σε όσα απόμειναν στα χείλη των ανθρώπων.
Ένα ταξίδι μεθυστικό, γεμάτο χρώματα, μυρωδιές, ήχους, μορφές ενός κόσμου αλλιώτικου, ευωδιαστού που μέσα τους εμπεριέχεται και η γυναικεία ομορφιά. Οι γυναίκες που φρόντιζαν με σύνεση και νοικοκυροσύνη τη ζωή που έμενε πίσω...
Ο κύριος κορμός του βιβλίου προϋπήρχε ως προϊόν καλοκαιρινής διάλεξης, οργανωμένης από τον Ερμιονικό Σύνδεσμο, τον Ιούνιο του 2004, που φυσικά εμπλουτίστηκε με περισσότερα στοιχεία, με αφηγήσεις, μαρτυρίες, εξομολογήσεις, σχόλια που καλύπτουν και ανακαλύπτουν τη ζωή των ναυτικών μας, αλλά και πολλές φωτογραφίες, που προκαλούνστον αναγνώστη εικονογραφικό συναισθηματισμό.
Στη διάρκεια της γραφής του περπάτησα πολύ στα συναισθήματα τα δικά μου και των άλλων.
Ο πατέρας μου «αναγκάστηκε» να μου διηγηθεί και καθώς «ξεφύλλιζε» τις αναμνήσεις του ο λόγος του γινόταν άλλοτε νηφάλιος κι άλλοτε παλλόταν από τη συγκίνηση. Ήταν για μένα και πολύ περισσότερο για εκείνον μια επώδυνη διαδικασία.
Στη συνέχεια οι λατρεμένοι θείοι μου Τζώρτζης και Κοσμάς και ο θείος μου ο Μιχάλης Φοίβας από το σόι της μητέρας μου που η ανάγκη τον πήρε μακριά, μικρό παιδί δεκατριών χρόνων, ναυτολογημένο ως μούτσο στο καΐκι του Γιάννη Οικονόμου.
Με βασάνισε συναισθηματικά για πέντε περίπου χρόνια και ενώ βρισκόταν στο τέλος του, σε ένα ταξίδι μας στην Αθήνα μάς έκλεψαν τον υπολογιστή και …κρατώντας τον αρχικό κορμό, άρχισα πάλι από την αρχή.
Ένα βιβλίο-λεύκωμα που το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο είναι έργα ζωγραφικά της κ. Ανθούλας Λαζαρίδου-Δουρούκου, που ίσως και να ήταν σήμερα μαζί μας αν δεν υπήρχε η δοκιμασία της υγείας του συζύγου της και καλού μας δασκάλου, που εύχομαι να είναι περαστικά.
Στο εμπροσθόφυλλο καταγράφεται η προετοιμασία του ταξιδιού στη Μπαρμπαριά και ο αποχαιρετισμός, ενώ στο οπισθόφυλλο ο ερχομός του ξενιτεμένου.
Εικόνες ζωγραφικές, λεπτομερείς, δανεισμένες από τον κόσμο των βιωμάτων της.
Το βιβλίο είναι πλημυρισμένο από το άρωμα της υπέροχης ναυτικής γλώσσας που είναι γεμάτη χυμούς, όπως προκύπτει από τα κείμενα του Λάμπη Παυλίδη, που παρατίθενται ατόφια και αυτούσια.
Η προφορικότητα πολλές φορές συνάντησε την ποίηση. Οι 230 σελίδες κατοικούνται από πολλές διηγήσεις, από φωνές, από μουρμουρητά, δάκρυα, τραγούδια και σιωπηλές κραυγές που μιλούν για την αγωνία της επιβίωσης του ανθρώπου και την απόγνωσή του.
«Οι καημένοι οι ψαράδες είναι όλοι φουκαράδες και τα φάγανε στη βιόλα και κοιμόνται στα πανιόλα»
Πράγματι όλοι τους ήσαν φτωχοί, ευμάρεια δεν είχαν ποτέ τους, αλλά είχαν πλούτο αυθεντικό τη φιλία, την αλληλεγγύη, το συναίσθημα, την αγάπη, την ανθρωπιά συνοδευτικά στον καθημερινό αγώνα της ζωής.
Στο παρελθόν η φτώχεια δεν ήταν συνώνυμο του αποκλεισμού στην κοινωνική ζωή, γιατί υπήρχε η ανθρώπινη επικοινωνία και η αμοιβαία στήριξη μεταξύ εχόντων και μη εχόντων.
Ήταν ένας κόσμος ήρεμος, αυθεντικός, απλός με τον δικό του πολιτισμό και γεμάτος καλοσύνη.
Το βιβλίο μου αποτελεί αντίδωρο στον τόπο, να αποδώσω τις μνήμες με τις οποίες με μεγάλωσε.
Οι αξίες που υπηρέτησαν οι θαλασσινοί μας είναι άξιες διάσωσης και προβολής.
Ως κόρη σφουγγαρά και ψαρά ένοιωσα τον πόνο του αποχωρισμού, τη λαχτάρα του γυρισμού και τη χαρά από των μπενετάδων.
Ως δασκάλα και μάνα, αρκετές φορές σκέφτηκα το δεκάχρονο ή εντεκάχρονο παιδί της εποχής, που τις λιγοστές ώρες της ανάπαυσης αυτός ονειρευόταν την Ερμιόνη, το σπίτι του, τη μυρωδιά της μάνας του, το σχολείο, τα παιχνίδια στους δρόμους. Ένα παιδί που αντί να παίζει μπαρκάριζε σε σφουγγαράδικο με προορισμό τη Μπαρμπαριά. Τέτοια τρυφερή ηλικία είχαν ο πατέρας μου, οι θείοι μου και οι περισσότεροι από τους δικούς σας.
Η έκδοση ενός βιβλίου σε μια εποχή σαν αυτή που, θαρρώ πως μόνο αισιοδοξία μπορεί να προκαλέσει.
Το βιβλίο αγαπητοί μου φίλοι δεν έχει ολοκληρωθεί, γράφεται και εμπλουτίζεται. Γράφεται από εσάς, με τις μνήμες σας και εμπλουτίζεται με το θησαυρό των οικογενειακών φωτογραφιών που μου εμπιστεύεστε. Σας ευχαριστώ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου