Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...

Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...
ΚΛΙΚ ΣΤΗ ΦΩΤΟ -> Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χρήστος Γιανναράς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χρήστος Γιανναράς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας προφητικός και επίκαιρος μετά από 10 χρόνια ...

 

Η γενεαλογία της κουκουλοφορίας 

Απόσπασμα από  άρθρο του - 24 Νοεμβρίου 2011 στο αρχείο του blog ...

[...] Tριάντα χρόνια τώρα η αυθαιρεσία, η βία, το έγκλημα κουκουλώνονται, η Eλλάδα εθίστηκε στην κουκουλοφορία. Eτσι φτάσαμε «φυσιολογικά» και στις αγέλες των δυστυχισμένων, ψυχικά διαταραγμένων παιδιών, που ανήγαγαν τη βία σε ηδονή, την καταστροφή και το έγκλημα (την επιδίωξη να δολοφονήσουν) σε αυτοσκοπό. Δεν έχουν προσχηματικά «εν ονόματι», ιδεολογικές πλατφόρμες, ούτε καν συνθήματα. Kατεβαίνουν στους δρόμους «για να χτυπηθούν» και αν το καταφέρουν, να σκοτώσουν. Tον ψυχισμό τους τον διαμόρφωσε η επιβολή του «όλα επιτρέπονται», ο μηδενισμός των «προοδευτικών δυνάμεων» της μεταπολίτευσης.

Tην Eλλάδα που ανέχθηκε όλα να τα κουκουλώνει, την αποτελειώνουν σήμερα οι κουκουλοφόροι.

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - ... πως αυτοκτονεί ένας λαός! -> ο λόγος για τους Έλληνες...

 

Αυτοκτονική αρχηγοθηρία

Christos Yiannaras | 31 Oct 2021

Σε δύο μήνες λήγει η επετειακή χρονιά – διακόσια χρόνια από την επανάσταση του 1821. Θριαμβολογήσαμε για τον τότε ξεσηκωμό, μέτρια ευτυχώς αλλά και σαφώς δίχως επίγνωση ότι απλώς «μεταλλάξαμεν τυράννους» (Παπαδιαμάντης). Κανένας θρήνος για τη χαμένη – ξεχασμένη αυτοκρατορία του κοσμοπολίτικου Ελληνισμού, τον καημό της Ρωμιοσύνης. Στα τετρακόσια χρόνια της σκλαβιάς είχαμε επιβιώσει με ενεργό τη συνείδηση του νικημένου άρχοντα κοσμοπολίτη, ενώ στα διακόσια τής δήθεν «ανεξαρτησίας» αφεθήκαμε στον εξευτελισμό του μίμου και μεταπράτη – «νάνου ανορθουμένου επ’ άκρων ονύχων και τανυομένου να φθάσει εις ύψος και φανή γίγας».

Υπέκυψαν και οι Τούρκοι στον πειρασμό του εκσυγχρονισμού – εκδυτικισμού. Όμως μοιάζει να μην έχασαν ποτέ τον αυτοσεβασμό, τη συλλογική τους περηφάνια. Χάρη στον Μουσταφά Κεμάλ κάποτε, και σήμερα χάρη στον Ταγίπ Ερντογάν, σώζουν τον «αέρα» (αυτοπεποίθηση και αγερωχία) αυτοκρατορίας σε νεωτερική μετάλλαξη. Δεν εξουσίασε την Τουρκία ούτε η ευήθεια της βενιζελικής αγγλοφιλίας ούτε η καραμανλική ξιπασιά («να γίνουμε Ευρωπαίοι για να γίνουμε επιτέλους άνθρωποι»)!

Παραμένουμε δυσερμήνευτη περίπτωση οι Νεοέλληνες. Κάτω από τον ζυγό των Τούρκων σώζαμε τη μεγαλοσύνη και την τόλμη της αρχοντικής, αυτοκρατορικής μας καταγωγής, ενώ «απελεύθεροι» (με αλλοτριωμένο ριζικά τον πανάρχαιο «τρόπο» του Ελληνισμού) διολισθαίνουμε «ανεπαισθήτως» στον ακατάσχετο μιμητισμό και στην αλλοτρίωση – χαμένη πια η γεύση – εμπειρία της ελληνικής διαφοράς.

Και για να μην εγκλωβιζόμαστε σε αφηρημένες γενικότητες, ας επιστρατεύσουμε την τόλμη για τα χειροπιαστά δεδομένα: Με ποια κριτήρια, ποια λογική, ποιον αυτοσεβασμό επανεμφανίζονται στο ελλαδικό πολιτικό παλκοσένικο φιγούρες καταισχύνης από το παρελθόν και ζητάνε να ξαναπαίξουν, με την ψήφο μας, το ηδονοθηρικό τους παιχνίδι; Χάρη στη μεθοδευμένη ακρισία των μαζών, ακόμα και πολιτευτής με καταφανώς χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, αλλά με οικογενειακό όνομα πολυακουσμένο, μπορεί να βρεθεί, απρόσμενα, ίσως και στην πρωθυπουργία.

Φυσικά, τέτοιες θλιβερές περιπτώσεις μετριοτήτων με φημισμένο όνομα είναι ό,τι ακριβώς εξυπηρετεί τους ανταγωνιστές μας στη διεθνή σκακιέρα. Οι σημερινοί Ελλαδικοί εύκολα θα λησμονήσουμε το πώς ο υπερόπτης Γάλλος πρόεδρος, το 2011, εξευτέλισε κυριολεκτικά τον τότε θλιβερό Ελλαδίτη πρωθυπουργό απλώς με ένα μονοσύλλαβο ατιμωτικό χαρακτηρισμό – ισόβιο στίγμα. Το ότι δέκα χρόνια μετά, ο ίδιος Ελλαδίτης πολιτευτής διεκδικεί και πάλι αρχηγία κόμματος και πρωθυπουργία, αυτό πια δεν συνιστά παρά μόνο πρόβλημα συλλογικής (εθνικής) αξιοπρέπειας.

Πάντως, σε έναν διεθνή διασυρμό δεν αντιτάσσεις σιωπή, μάχεσαι – και οπωσδήποτε η μάχη για την αξιοπρέπεια δεν κερδίζεται με πανικόβλητα διαγγέλματα μέσα από γραφικές βαρκούλες στο Καστελλόριζο. Το μόνιμο και σταθερό πολιτικό μας πρόβλημα στην Ελλάδα σήμερα είναι η ελάχιστη ή καθόλου χρήση της κριτικής σκέψης, η ταύτιση της πολιτικής βούλησης με αξιολογήσεις αρέσκειας ή απαρέσκειας, ψυχολογικών εντυπώσεων, ορμέμφυτων (άλογων) παρορμήσεων.

Μια τίμια διάγνωση θα αναγνώριζε ως θεμελιώδες γνώρισμα της ελλαδικής κοινωνίας σήμερα την αχρήστευση και ανυπαρξία της κριτικής σκέψης και, κατά συνέπεια, της ελεύθερης βούλησης. Η πολιτική (θεσμοί και προσωπικό) έχει ακέραια την ευθύνη αυτής της κυριολεκτικής γενοκτονίας: Ένας ιστορικός λαός αυτοκτονεί, όχι όταν αυτοχειριάζονται τα άτομα που τον συνιστούν, αλλά όταν αλλοιώνεται – αχρηστεύεται – χάνει τον εκφραστικό της πλούτο η γλώσσα του, αλλοτριώνεται ή αμβλύνεται η ιστορική του συνείδηση, αμβλύνεται, τυποποιείται ή εκλείπει η έκφραση Τέχνης των μεταφυσικών του ψηλαφήσεων.

Στα πρώτα εκατό χρόνια από την ίδρυση του συμβατικού ελλαδικού κρατιδίου ο κίνδυνος ιστορικής εξαφάνισης του είδους των Ελλήνων (της εμπειρικής αυτοσυνειδησίας και παράδοσης, της γλώσσας και της Τέχνης) μάλλον δεν ήταν ορατός, το κοινωνικό «κλίμα» άφηνε περιθώρια για την έκπληξη της Γενιάς του ’30. Στην αρχή σήμερα της τρίτης εκατονταετίας και παρά τη μεσολαβούσα έκπληξη της Γενιάς του ’60, τα δεδομένα έχουν αλλάξει δραματικά. Το στανικά επιβεβλημένο μονοτονικό απέδειξε ότι είναι ευκολότατο να κόψεις στα δυο την Ιστορία, να αποκόψεις έναν λαό, ριζικά και θριαμβικά, από τη μήτρα που τον συντηρούσε με ενιαία ταυτότητα τρεις, τουλάχιστον, χιλιετίες.

Το μονοτονικό ήταν ο κρίσιμος καταλύτης. Άμεσες επιπτώσεις του ήταν η υποκατάσταση των εννοιών από την εικόνα, της γνώσης από την πληροφορία, της πιστοποίησης από την εντύπωση, της συγγένειας από τη σύμβαση, της ζωής από την προτίμηση – επιθυμία. Περίπου.

Μπροστά σε τέτοιου βεληνεκούς ιστορικά εγκλήματα, ακόμα και η κρίση – κατάκριση αχρηστεύεται.

 

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> Ποιες μορφές μπορεί να πάρει η συλλογική αντίσταση σε τόση κρατική παρακμή, τόση εσκεμμένη απανθρωπία;


 

Παιδεία: Άλγος διαρκές

Christos Yiannaras | 25 Oct 2021

Στη σημερινή Ελλάδα, κάθε κυβέρνηση κρίνεται προτού ορκιστεί, κρίνεται από τη σύνθεσή της. Η σύνθεση αποκαλύπτει αν η κυβέρνηση συγκροτήθηκε για να παραγάγει έργο ή για να εξασφαλιστούν εσωκομματικές ισορροπίες, να εξοφληθούν υποχρεώσεις έναντι οικονομικών υποστηρικτών, να ικανοποιηθούν ξένες πρεσβείες, να κολακευτούν εκλογικές περιφέρειες.

Στο απολυταρχικό καθεστώς της πρωθυπουργικής μοναρχίας που εγκαινίασε ο Ανδρέας Παπανδρέου (και ασμένως συντηρούν τα «κόμματα εξουσίας») η σύνθεση της κυβέρνησης είναι προνόμιο αποκλειστικό του κομματάρχη-προέδρου-μονάρχη. Προκλητικά, ενδεχομένως, μπορεί και να εμπαίζει ο πρωθυπουργός με τις επιλογές του την κοινή γνώμη, να είναι κατάφωρη η περιφρόνηση των κριτηρίων επάρκειας των εκλεκτών του.

Συνταγματική δυνατότητα να εκφράσουν οι πολίτες την αποδοκιμασία τους για τη σύνθεση μιας κυβέρνησης δεν υπάρχει. Ακόμα και η περίπτωση υπουργών με εξόφθαλμο πρόβλημα διανοητικής ανεπάρκειας ή προκλητικής απαιδευσίας ή ανάγωγου χαρακτήρα, είναι αδύνατο να καταγγελθεί. Υπήρξαν δύο περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια που το Σύνταγμα των Ελλήνων ατιμάσθηκε, προκλητικά και αναιδέστατα, χωρίς να παραπεμφθεί κανένας από τους αυτουργούς υπουργούς στη Δικαιοσύνη ή έστω στον αποκλεισμό από την πολιτική. Πρώτη περίπτωση ήταν η αυθαίρετη ακύρωση της λαϊκής ετυμηγορίας (δημοψηφίσματος) το 2015, από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Και δεύτερη περίπτωση, η αναγνώριση της ονομασίας «Μακεδονία» για το κρατίδιο των Σκοπίων, παρά την αντίσταση μεγάλης μερίδας πολιτών με συλλαλητήρια και ποικιλόμορφες διαμαρτυρίες.

Ρίγος τρόμου θα μας διέτρεχε αν μπορούσαμε οι ενήλικες να συλλάβουμε την αγωνία των εφήβων στην Ελλάδα σήμερα, όταν πιστοποιούν ότι το μέλλον τους το διαχειρίζονται «υπουργοί» δραματικά άσχετοι με τις αρμοδιότητες και δυνατότητες των υπουργείων τους. Το επαγγελματικό πρόβλημα των παιδιών (τον βιοπορισμό τους, την κοινωνική τους ένταξη, το ενδεχόμενο γάμου τους κ.ο.κ.) το εμπιστευόμαστε σε μια «πολιτική» (κεντρική μέριμνα για τα κοινά) υποταγμένη απολύτως σε μωροφιλοδοξίες κομματικής σκοπιμότητας, δηλαδή τέλειας αδιαφορίας για τα κοινά.

Το μέλλον, στη συνείδηση ενός παιδιού ή εφήβου σήμερα, μοιάζει μονόδρομος, επιλογές δεν υπάρχουν: Θα τελειώσει το σχολείο (ή θα το παρατήσει, αν οι γονείς του δεν έχουν τα χρήματα για «φροντιστήριο»), όμως ξέρει καλά ότι η ευτυχία του δεν θα κριθεί από τα γράμματα που ξέρει. Με πτυχίο ή χωρίς πτυχίο, το μέλλον του θα κριθεί από τις «ευκαιρίες»: δηλαδή από τις γνωριμίες, τα «τυχερά», τις λοβιτούρες.

Το επαγγελματικό πρόβλημα των παιδιών στην Ελλάδα σήμερα δεν συναρτάται με τις σπουδές ή τις μη σπουδές τους, ούτε με τα φυσικά προσόντα ευφυΐας τους, ούτε με το ήθος και την ποιότητα του χαρακτήρα τους. Στην Ελλάδα σήμερα κρίση αξιολογική μοιάζει να μη λειτουργεί πουθενά και για τίποτα, κανένας δεν αξιολογείται για τη δουλειά του και την ποιότητα της δουλειάς του – ούτε καν για την τήρηση των Νόμων ή την καταστρατήγηση των Νόμων. Η κριτική βαθμολόγηση του μαθητή στο Δημοτικό Σχολείο έχει καταργηθεί και στο Γυμνάσιο-Λύκειο λειτουργεί σαν γραφικότητα, που καθένας από τους διδάσκοντες τη διαχειρίζεται με τις δικές του πεποιθήσεις ή με τα γούστα του.

Χωρίς άμιλλα, χωρίς στόχους αριστείας, μια συλλογικότητα γίνεται πολτός ισοπεδωμένων συνειδήσεων και αρένα ανταγωνισμού για τυφλή επικράτηση ισχύος. Ο πολτός αναμηρυκάζει κρετινικές συνθηματολογίες για «ισότητα δικαιωμάτων» και θωράκιση ουδετεροποιημένων ατόμων –απαιτούμε δικαιοκρισία, αλλά στην πράξη το αιτούμενο είναι η ακρισία, εκ των πραγμάτων, όχι από πρόθεση. Σημαδεύει την περίπτωση της ακαδημαϊκής ειδικά παρακμής μας ένα γεγονός: Πριν ένα χρόνο, στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών προκηρύχθηκε η πλήρωση μίας έδρας Φιλοσοφίας. Υποβλήθηκαν τριάντα εννέα (ναι, 39) υποψηφιότητες. Και δεν εξελέγη κανείς! Οι εκλέκτορες δεν βρήκαν ούτε έναν από τους τριάντα εννέα που να τον εκτιμήσουν και αξιολογήσουν ισάξιον για συνάδελφό τους.

Αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές και ειλικρινείς, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η λειτουργία των εκπαιδευτικών θεσμών στην Ελλάδα έχει φτάσει στο κατώτατο δυνατό σημείο παρακμιακής αναποτελεσματικότητας, κυριολεκτικά στο ναδίρ. Η έκπτωση είναι τόσο κραυγαλέα, που αποκλείεται να μην την αντιλαμβάνονται τα «κόμματα εξουσίας», οι κυβερνήσεις των τελευταίων σαράντα επτά ετών (οι μεταχουντικές). Είτε εσκεμμένη, είτε όχι αυτή η παρακμή, το σίγουρο είναι ότι μοιάζει πειθήνια συντονισμένη με τον φημολογούμενο κεντρικό προγραμματισμό ρόλων των κρατών-μελών της Ε.Ε. Οι Έλληνες χρειάζονται για γκαρσόνια, καμαριέρηδες, μικροπωλητές, μικροξενοδόχοι, κατώτερο προσωπικό των τουριστικών επιχειρήσεων.

Ποιες μορφές μπορεί να πάρει η συλλογική αντίσταση σε τόση κρατική παρακμή, τόση εσκεμμένη απανθρωπία;

 

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - ο προβληματισμός μιας χούφτας απόδημων Ελλήνων για τη συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού μας!!!...

 


Ενδιαφέρει η χρονική μας συνέχεια;

Christos Yiannaras | 17 Oct 2021

Σήμερα Κυριακή 17 Οκτωβρίου του 2021 και στις 8 το βράδυ (ώρα Ελλάδας), στο Pawtucket, της πολιτείας του Rhode Island, των ΗΠΑ, η εκεί ελληνική κοινότητα οργανώνει μια διαδικτυακή συζήτηση, με αφορμή τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821. Θέμα της συζήτησης, όχι κενολόγοι κομπασμοί και συναισθηματικές πομφόλυγες, αλλά ένα ρεαλιστικό ερώτημα: «Εχει διαχρονική ενότητα ο Ελληνισμός;».

Είναι κυριολεκτικά παρήγορο και συνάμα εκπληκτικό, το πώς καταλαβαίνουν τον εορτασμό της «εθνεγερσίας» μια χούφτα Έλληνες, στην άλλη άκρη της γης και κυριολεκτικά στους αντίποδες της ελλαδικής παρακμιακής απερισκεψίας: Γιορτάζουν θέτοντας ερώτημα, όχι προβάλλοντας βιομηχανοποιημένο φολκλόρ.

Το ερώτημα αναλύεται σε υπότιτλους για την αποφυγή αοριστολογίας. Παραθέτω την προκήρυξη:

«Τι σήμαινε “κατ’ αλήθειαν βίος” για τους αρχαίους Έλληνες; Πώς σχηματίζεται το κατόρθωμα της “πόλεως” και της κοινωνίας των σχέσεων; Υπάρχουν δείγματα αυτής της προτεραιότητας σε μεταγενέστερες ιστορικές περιόδους της πατρίδας μας;

Πώς κατέστη δυνατός ο πολιτιστικός εξελληνισμός, η «ένδοθεν άλωση» της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας;

Πώς απάντησε ο Χριστιανισμός στις μεταφυσικές αναζητήσεις του Ελληνισμού;

Είναι η γλώσσα μας το πιο απτό τεκμήριο της διαχρονικής μας συνέχειας; Πώς η αρχαία ελληνική γλώσσα υπηρέτησε το άθλημα της πολιτικής τέχνης στην κλασική περίοδο, αλλά και το πρωταρχικό βιωματικό περιεχόμενο της χριστιανικής εκκλησιαστικής εμπειρίας;

Υπάρχει σύνδεση του αρχαιοελληνικού φιλοσοφικού λόγου με τον λόγο των Πατέρων της Εκκλησίας;

Η βυζαντινή εκκλησία των πιστών έχει στοιχεία πολιτικού γεγονότος; Μπορεί να έχει η εκκλησιαστική κοινωνία σχέσεων και διοικητικές (στη διοίκηση) προεκτάσεις; Υπάρχει ποιοτική συνέχεια μεταξύ βυζαντινής και αρχαιοελληνικής τέχνης;

Πώς μπορεί να εξηγηθεί η διατήρηση της ελληνικής συνείδησης και η αξιοθαύμαστη αντοχή της στα 400 χρόνια της Τουρκοκρατίας;

Ποια είναι τα δείγματα συνέχειας του ελληνικού κόσμου και πολιτισμού στην Τουρκοκρατία;

Για να ερμηνεύσει κανείς τα γραφόμενα του στρατηγού Μακρυγιάννη, χρειάζεται να έχει γνώση της εκκλησιαστικής εμπειρίας και γλώσσας. Πώς συνέβη να έχει ο Μακρυγιάννης αυτή την εμπειρία ύστερα από 400 χρόνια σκλαβιάς, ενώ ο σύγχρονος Έλληνας να την έχει χάσει σε 200 μόλις χρόνια και σε συνθήκες ελευθερίας;

Ποιος ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας που οδήγησε τον Ελληνισμό στη σημερινή πολιτισμική αλλοτρίωσή του; Τι ήταν αυτό που έκανε τους Έλληνες να αδιαφορήσουν για το μεγαλείο και τη χαρά που τους έδινε η πατροπαράδοτη πολιτισμική τους πρόταση και να ζηλέψουν έναν πολιτισμό, που κολακεύει τον ατομοκεντρισμό των ενστίκτων;

Υπάρχει δυνατότητα να ζήσει ο σύγχρονος άνθρωπος τη χαρά του αθλήματος των σχέσεων κοινωνίας ελευθερωμένος από τη λοιμική της χρησιμοθηρίας;

Είναι δυνατό να διδαχθεί και μεταλαμπαδευθεί ο έρωτας για την ελευθερία, την αυθυπέρβαση, την κοινωνούμενη μεταφυσική ελπίδα;».

Σίγουρα είναι μια έκπληξη αυτά τα ερωτήματα, να έρχονται από το Rhode Island των ΗΠΑ. Τόσο ο στόχος όσο και η καταγωγή των ερωτημάτων δηλώνουν υποψία για «φλέβα χρυσού» στη γενέθλια ή μόνο πατρώα γη.

Από την απόσταση της αποδημίας, κάποιοι Έλληνες διερωτώνται, αν έχει διαχρονική ενότητα και συνέχεια ο πολιτισμός των προγόνων τους, αν υπάρχουν ρεαλιστικές δυνατότητες και ενεργός βούληση να επιβιώσει η ελληνική πόλις και εκκλησία των πολιτών στον εξ ορισμού ατομοκεντρικό και παγκοσμιοποιημένο τρόπο και πολιτισμό που πήραμε, «κάλπικον δάνειον», από τη Δύση.

Παίζει περίεργα παιχνίδια η Ιστορία: Από το μακρινό Rhode Island, μια χούφτα Ελληνες, στα πιο σημαντικά κέντρα της σύγχρονης έρευνας και τεχνολογίας, μπορούν να κατανοήσουν τον Παπαδιαμάντη, όταν προσδιόριζε: «αφ’ ότου ηλευθερώθημεν, αφ’ ότου δηλαδή μεταλλάξαμεν τυράννους». Μπορούν και με τον Μανουήλ Γεδεών να συντονιστούν, που βεβαίωνε ότι «ερρίφθημεν εις τον ωκεανόν, πλέοντας άνευ έρματος, άνευ πυξίδος».

Είναι κυριολεκτικά δραματική η σύγχυση: Σε ποια ταυτότητα θα καταλήξει τελικά ο κρατικός Ελληνισμός: στη δάνεια συνείδηση του μεταπρατικού έθνους-κράτους, ή στην ταυτότητα που αναδείχνει η διαχρονική του συνέχεια; Θα είναι βραχυπρόθεσμα η Ελλάδα της κυρίας Γιάννας ή η ζωντανή μέσα στους αιώνες πρόταση πολιτισμού – «γιγαντομαχία περί της ουσίας»;

 


Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> ... η σοφή ρήση του T.S. Eliot: «Τhe human Kind cannot bear very much reality» (το ανθρώπινο είδος δεν μπορεί να αντέξει τόση πολλή πραγματικότητα).....

 

Να σωθεί η διαφορά

Christos Yiannaras | 11 Oct 2021

Μιλούσαμε κάποτε για «πολιτικά» κόμματα. Από τη μεταπολίτευση του 1974 και μετά, τα κόμματα έχουν αρνηθεί στην πράξη τον «πολιτικό» χαρακτήρα τους. Δεν ασχολούνται ούτε ενδιαφέρονται για την πολιτική, απλώς διαχειρίζονται την εξουσία.

Η διαφορά της πολιτικής από τη διαχείριση της εξουσίας είναι μεγάλη, δραστηριότητες ή πεδία που δεν συμπίπτουν οπωσδήποτε, ίσως και να μη συμβιβάζονται. Διαφέρουν όσο το σχολείο από το φροντιστήριο, ο γάμος από τη μαστροπεία, ο επίσκοπος από τον δεσπότη.

Φαινόμενα τέτοιων παραποιήσεων και μεταλλαγών εθιστήκαμε να τα θεωρούμε σχεδόν φυσιολογικά. Συντηρείται το ρητορικό κέλυφος των αρχικών σημαινόντων, ακόμα και όταν τα σημαινόμενα έχουν διαφοροποιηθεί ριζικά. Σκεφθείτε, ονομάζουμε «Αριστερά» την εξιδανίκευση της δικτατορίας του προλεταριάτου ή τον πρόωρα γεροντοκολασμένο ΣΥΡΙΖΑ, και χαρακτηρίζουμε σαν «Δεξιά» τον μεθοδικό αφελληνισμό της παιδείας, των θεσμών, του ήθους από τους «χαλασοχώρηδες» Νεοδημοκράτες.

Δυστυχώς, για τους Νεοέλληνες μοιάζει να ισχύει οπωσδήποτε η σοφή ρήση  ασχολούνται ούτε ενδιαφέρονται για την πολιτική, απλώς διαχειρίζονται την εξουσία. του πάντοτε θαυμαστού T.S. Eliot: «Τhe human Kind cannot bear very much reality» (το ανθρώπινο είδος δεν μπορεί να αντέξει τόση πολλή πραγματικότητα). Και το περίεργο στο σημερινό παρακμιακό Ελλαδιστάν είναι ότι, οι θλιβεροί του ηγήτορες, όταν πρέπει να αποχαιρετήσουν κάποιον, από τους τελευταίους, μεγάλο μάστορα της ελληνικής εκφραστικής (τον Μίκη Θεοδωράκη πχ.), καμώνονται ότι καταλαβαίνουν και μετρούν την απώλεια: Χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, οι ίδιοι που μόλις έχουν διατάξει να διδάσκονται τα ελληνόπουλα από το νηπιαγωγείο τα Αγγλικά σαν γλώσσα μητρική ή να λογαριάζουν σαν πατέρα και μάνα ζεύγος ομόφυλο.

Μέσα σε ελάχιστα χρόνια ο διεθνοποιημένος καπιταλισμός επιβάλλει, με εξουσιαστικούς όρους ολοκληρωτισμού, το δικό του παγκοσμιοποιημένο και ομοιόμορφο μοντέλο πολιτισμού. Έχει πετύχει την ολοκληρωτική υποταγή κυβερνήσεων και κοινωνιών στους νόμους της δήθεν «ελεύθερης αγοράς». Εξαναγκάζει τους πάντες, εκόντες άκοντες, σε υποτέλεια στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Διαχειρίζεται και μεθοδεύει τη διεθνή πληροφόρηση, τη διεθνή, εμπορευματοποιημένη και μονοδιάστατη εκδοχή της ηδονής, αποκλείει την εμπειρία της σχέσης, τη χαρά της αυθυπέρβασης και αυτοπροσφοράς.

Κάποιοι ελάχιστοι «υποψιασμένοι» ξέρουν καλά ότι το κλειδί μιας μεταστροφής και ελπίδας δεν μπορεί να είναι συνταγή, ούτε ιδεολόγημα ούτε στράτευση σε ριζοσπαστισμούς. Ναι, θα ήταν γονιμότατη απαρχή αλλαγών στο διεθνές πεδίο, καίριων πολιτισμικών και νοοτροπίας αλλαγών, αν το Βατικανό επέστρεφε με σοφή μετάνοια στην αφετηριακή πρακτική του έγγαμου κλήρου και στην αγαπητική αποδοχή της αποτυχίας του γάμου (διαζυγίου). Η Ιστορία προχωράει με κριτήρια, όχι ισχύος, αλλά παραίτησης από την ισχύ για χάρη της αγαπητικής ελευθερίας.

Μέσα σε ελάχιστα χρόνια ο διεθνοποιημένος καπιταλισμός, στην (χειρότερη από όλες) απρόσωπη εκδοχή του, πέτυχε την ολοκληρωτική υποταγή των κυβερνήσεων και των κοινωνιών στους νόμους της δήθεν «ελεύθερης αγοράς» νόμους της ζούγκλας («το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό»–η αντιλόπη να σφαδάζει στα σαγόνια του λεόπαρδου). Οι εκλεγμένες κυβερνήσεις κρατών εξαναγκάζονται να σκλαβωθούν στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο και αυτονόητα επιβάλλει τη διεθνή, μονοδιάστατη πληροφόρηση, τον δικό του παγκοσμιοποιημένο «πολιτισμό» με ομοιομορφία ασύλου.

Οι αφορισμοί και τα ξόρκια δεν αλλάζουν το κυρίαρχο πια και διεθνοποιημένο πολιτισμικό «παράδειγμα». Μόνο κάποιες φωτισμένες ηγεσίες θα μπορούσαν να διαγνώσουν την ανάγκη πρώτα και μετά το φάρμακο για την οργανική μετάλλαξη του «παραδείγματος». Την ανάγκη για τη ζωτική (και όχι απλώς χρηστική) αξιοποίηση των μεγάλων κατακτήσεων του ανθρώπου της Νεωτερικότητας τη βροντοφώνησαν οι αυτουργοί των κατακτήσεων, πριν από έναν περίπου αιώνα, με περισσότερη ή λιγότερη διορατικότητα. Φάνηκε ότι ένας αιώνας είναι χρόνος λιγοστός για μια τέτοια αξιοποίηση, και μάλιστα όταν στις μάζες πρωτεύει θριαμβικά η στόχευση στη χρήση και όχι στη σχέση. Σίγουρα, μαζί με την «αρετή και την τόλμη» θέλει και συνετή υπομονή η ελευθερία, ελευθερία από τον ατομοκεντρισμό και τη χρησιμοθηρία.

Είτε αρέσει είτε όχι στους παλαιοημερολογίτες του Διαφωτισμού, φανερή θα γίνει η δυναμική των κοσμογονικών μεταλλαγών στο πεδίο του «νοήματος» αιτίας και σκοπού) της ύπαρξης και των υπαρκτών, όχι σε χρηστικά νεοπλάσματα της ωφελιμοθηρίας. Στο πεδίο του «νοήματος» ο ρημαγμένος από τη μίμηση της Δύσης Ελληνισμός, θα μπορούσε ίσως να κομίσει, ακόμα και σήμερα, έστω και δραματικά αλλοτριωμένος, το «πατροπαράδοτον σέβας» στην ελευθερία. Ίσως.

Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] Όλοι σκεπτόμαστε το ίδιο ερώτημα: ποιον κοροϊδεύει το Σύνταγμα;; !! ....

 [...] Όταν η ελευθερία – δημοκρατία μετατεθεί έξω από το πεδίο της προσωπικής ευθύνης, έξω από την αμεσότητα των σχέσεων που συγκροτούν την κοινότητα ή την πόλιν, όταν, δηλαδή, η ελευθερία – δημοκρατία γίνουν ατομικό δικαίωμα και όχι αυθυπερβατικό κατόρθωμα σχέσεων κοινωνίας, η εξουσία είναι οπωσδήποτε ανελευθερία – τυραννία....

------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Christos Yiannaras | 04 Oct 2021

Από τότε που η λέξη Ελλάδα σηματοδοτεί κράτος, όχι πολιτισμό, ο εγχώριος πολιτικός λόγος είναι μονόλογος της εξουσίας. Κομπασμοί και αυταρέσκεια του κόμματος που κέρδισε τις εκλογές, αμυντικές μυθοπλασίες εντυπωσιασμού η αντιπολίτευση. Όσο πιο μικρονοϊκές οι στελεχώσεις των κομμάτων, τόσο η σπουδαιοφάνεια πλεονάζει, καμουφλαρισμένη με κενολογία διακηρύξεων, πομφόλυγες επαγγελιών.

Διακόσια χρόνια τώρα, κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις, μιλάνε την ίδια, ανάλλαχτη, ναρκισσιστική και α-νόητη γλώσσα, που τρέφει την αντιδικία σαν αυτοσκοπό. Με τα χρόνια, η α-νοησία έχει φτάσει στο ζενίθ – πολιτικοί και πολίτες, άρχοντες και αρχόμενοι, γνωρίζουμε όλοι ότι τη χώρα μας την κυβερνάνε τα στρατηγεία των δανειστών μας, όμως αυτό το κατάντημα δεν το συζητάμε, τα αντανακλαστικά αντίδρασης στον διασυρμό έχουν νεκρωθεί.

Δεν συζητάμε. Ούτε καν διαμαρτυρόμαστε. Απεργούμε, διαδηλώνουμε, νεκρώνουμε κάθε τόσο δρόμους και πλατείες, γνωρίζοντας ότι καμιά έκρηξη της οργής ή του απελπισμού μας δεν μπορεί να αλλάξει τη μοίρα μας. Και μοίρα μας, δύο αιώνες τώρα, είναι η ατολμία, ο συμβιβασμός, ο ραγιαδισμός.

Αδιέξοδο στον συλλογικό μας βίο συνιστά η εισαγόμενη παγίδευσή μας σε καλοστημένες ψευδαισθήσεις. Νομίζουμε (ή προφασιζόμαστε) ότι διαθέτουμε κοινοβουλευτισμό, επειδή με τις εκλογές «μεταλλάσσομεν τυράννους» (Παπαδιαμάντης, ήδη το 1892!). Κοροϊδευόμαστε ότι έχουμε «δημοκρατία», όταν ο πρωθυπουργός διορίζει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρόεδρο της Βουλής, τους Προέδρους των Ανώτατων Δικαστηρίων, τους Αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων – κάθε αρχή και εξουσία στη χώρα, διορισμένη.

Βαυκαλιζόμαστε ότι έχουμε κράτος υπηρετικό της κοινωνίας, όταν η συντριπτική πλειονότητα των Δημόσιων Λειτουργών είναι διορισμένοι με κομματικό ρουσφέτι, η αδικία στον καθορισμό του ύψους των συντάξεων είναι ένας παγιωμένος παραλογισμός και οι εργολήπτες δημόσιων έργων η πάμπλουτη μειονότητα μιας κατ’ εξακολούθησιν πτωχευμένης και παρανοϊκά υπερχρεωμένης χώρας. Αναρίθμητα τα θεσμοποιημένα τεχνάσματα, με τα οποία η ελλαδική κοινωνία έχει μεθοδικά μετασχηματιστεί σε κλασικό μόρφωμα τριτοκοσμικής ανισότητας δικαιωμάτων, ενώ ταυτόχρονα (για λόγους αδιάντροπης ψηφοθηρίας) κάθε σχεδόν κεφαλοχώρι έχει προικοδοτηθεί με νεόκοπες, κωμικής ευτέλειας «πανεπιστημιακές» σχολές, προγραμματικά αναξιολόγητες.

Από καιρό σε καιρό, σε στήλες εφημερίδων και σπάνια από τηλεοπτικό κανάλι, κάποιες φωνές τολμούν διαμαρτυρία: Η δημοκρατία δεν είναι συνταγή θεσμική, είναι κοινωνικό κατόρθωμα: Δεν αρκεί ένα Σύνταγμα, που συντάχθηκε με τη λογική της δημοκρατίας και με τη γλώσσα – ορολογία της δημοκρατίας, για να υπάρξει, ένσαρκο στην πράξη, το θεσμικό κατόρθωμα της δημοκρατίας.

Αυτός είναι ο λόγος που το Σύνταγμά μας των Νεοελλήνων ορίζει στο ακροτελεύτιο άρθρο του: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται, με κάθε μέσο, εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία».

Στο σημείο αυτό (στο άκουσμα του ακροτελεύτιου άρθρου του Συντάγματος) είναι αναπότρεπτο να γελάει ο πολίτης. Όλοι σκεπτόμαστε το ίδιο ερώτημα: ποιον κοροϊδεύει το Σύνταγμα; Όταν ο πρωθυπουργός διορίζει, απολύτως ανεξέλεγκτος, τους Προέδρους της Δημοκρατίας, της Βουλής, των Ανώτατων Δικαστηρίων, την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, ποια περιθώρια «αντίστασης», δηλαδή υπακοής στο Σύνταγμα, απομένουν στον πολίτη; Πώς είναι δυνατό να ονομάζεται «δημοκρατία» ένα πολίτευμα απόλυτης μοναρχίας, με τους πολίτες παθητικούς θεατές της αυθαιρεσίας – παντοδυναμίας του πρωθυπουργού;

Σήμερα, καθεστώτα δικτατορίας, ανεξέλεγκτης μοναρχίας, υπάρχουν όχι πια συνδεδεμένα με μικρονοϊκά απομεινάρια ολοκληρωτικών ιδεολογημάτων. Η αυθαιρεσία της εξουσίας εξασφαλίζεται συνδεδεμένη με τον ατομοκεντρισμό του μοντέλου της «δημοκρατίας»: την ταύτιση της ελευθερίας με την κατασφάλιση όχι της κοινωνίας των σχέσεων, αλλά με τη θωράκιση των «ατομικών δικαιωμάτων».

Όταν η ελευθερία – δημοκρατία μετατεθεί έξω από το πεδίο της προσωπικής ευθύνης, έξω από την αμεσότητα των σχέσεων που συγκροτούν την κοινότητα ή την πόλιν, όταν, δηλαδή, η ελευθερία – δημοκρατία γίνουν ατομικό δικαίωμα και όχι αυθυπερβατικό κατόρθωμα σχέσεων κοινωνίας, η εξουσία είναι οπωσδήποτε ανελευθερία – τυραννία.

Είναι τουλάχιστον αφορμή μειονεξίας και ντροπής, να σε λογαριάζει η Ιστορία γεννήτορα της πόλεως – πολιτισμού – δημοκρατίας, και συ, ο προνομιούχος της Ιστορίας, να δουλεύεις, δυο αιώνες τώρα, στο κάτεργο της εξάρτησης, αλλοτρίωσης, κακομοιριάς.

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> για τη μάστιγα της κοινωνίας μας και αυτούς που τη δημιουργούν...

 

Χωρίς κοινωνικές στοχεύσεις

Christos Yiannaras | 27 Sep 2021

Η επιφυλλίδα επιμένει στην κριτική αποστολή και λειτουργία της. Πιστοποιεί περίεργες αντιπαραθέσεις στην ελλαδική κοινωνία και θεωρεί χρέος τη διασάφηση ή «φωτισμό» τους. Μπορούμε να χαρακτηρίσουμε «μηδενιστικό εκσυγχρονισμό» τον φανατισμό που μάχεται να αποδεσμεύσει την πολιτική από κάθε «νόημα» ή στόχο κοινωνίας σχέσεων, να την εγκλωβίσει στη στυγνή χρησιμοθηρία. Και από την άλλη μεριά, η θεσμοποιημένη μεταφυσική («επικρατούσα θρησκεία») πασχίζει με πείσμα να αποδείξει ότι το απολακτιζόμενο από τους «εκσυγχρονιστές» νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης και συνύπαρξης δεν είναι παρά απλό «συναίσθημα», θρησκευτικό, ιδεολογικοποιημένο ψυχολόγημα.

Η κάθε πλευρά μάχεται να ευτελίσει αυτό που έχει, και να προσλάβει αυτό που την ακυρώνει. Η πολιτική αγωνίζεται να απεκδυθεί τον κοινωνικό της χαρακτήρα: την προτεραιότητα κοινωνίας των αναγκών, τους στόχους του «κατ’ αλήθειαν βίου», την αποτροπή αλλοτρίωσης του ανθρώπου. Θεωρείται «προοδευτική» η πολιτική, όταν ταυτίζεται με «πρακτικές» της συλλογικότητας, λογιστικές διευθετήσεις της οικονομίας, τεχνοκρατικές ρυθμίσεις για τη γενικευμένη καταναλωτική αποχαύνωση.

Από τη δική της πλευρά, η θεσμοποιημένη (ιδρυματική) μεταφυσική προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποποιηθεί τον προβληματισμό και τη γλώσσα φωτισμού του αινίγματος της ζωής και του θανάτου. Προτιμάει συναισθηματικές παρηγόριες, πληθωρικές ηθικολογίες, ψυχολογικές «πεποιθήσεις» που λανσάρονται σαν «πίστη». Δεκατρία ολόκληρα χρόνια από την εκδημία του αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστόδουλου Παρασκευαΐδη, ο μητροπολιτικός ναός της πρωτεύουσας υφίσταται «ιεροκήρυκες» ανατριχιαστικής ολιγοφρενικής κοινοτοπίας, παιδαριώδους ωφελιμολογίας.

Πολιτική και θρησκεία εμφανίζουν αναλογίες αμοιβαίων εξομοιώσεων: Οι κομματικοί διαχειριστές του μηδενιστικού «εκσυγχρονισμού» παλεύουν να υποκαταστήσουν τη δημιουργική «πράξη» με σκηνοθεσίες εντυπώσεων, το άθλημα της ποιότητας με την εξωραϊσμένη ευτέλεια. Ο πήχυς των επιδιώξεών τους δεν μπορεί να ανέβει ψηλότερα από την ψηφοθηρία, την επανεκλογή τους, την ηδονή της εξουσίας. Είναι το μέγιστο που μπορούν να φιλοδοξήσουν, το βλέπει κανείς στην ιταμότητα των φυσιογνωμιών και του λόγου τους. Μαίνονται στα τηλεοπτικά «παράθυρα», εξευτελίζονται, προκειμένου να εξαλείψουν κάθε μνεία «ιερότητας» από το «πολιτικόν άθλημα», να ισοπεδώσουν την κοινωνία των σχέσεων στο επίπεδο των «ατομικών δικαιωμάτων».

Γιατί; Ίσως επειδή ο «πολιτισμός» των «δικαιωμάτων» είναι πολιτισμός θωράκισης του εγώ, προτεραιότητα των συμφερόντων.... >>>

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς - καθηγητής φιλοσοφίας -> «Πατρίδα» θα πει: να οφείλεις στα παιδιά σου μια «κοινωνία σχέσεων», όχι μια «κοινωνία αγορών».! ...


Christos Yiannaras

 Η λοιμική της κενολογίας

Christos Yiannaras | 20 Sep 2021

Με την εκδημία του ο Μίκης Θεοδωράκης χάρισε σε όλους εμάς, τους συμπατριώτες του, μια μάλλον τελευταία αναζωπύρωση του χαμένου πια βιώματος της φιλοπατρίας. Επιβίωσε πολυτραγουδισμένη η φιλοπατρία του Μίκη, της αποδόθηκαν τιμές, έστω και με κοινότοπες άψυχες φλυαρίες, από τους θεσμικούς ενταφιαστές της ελληνικότητας – πολιτικούς, δημοσιογράφους, Δεξιούς και Αριστερούς υπέρμαχους του Ιστορικού Υλισμού.

Η μεθοδική «αποτοξίνωση» των Ελλήνων από την ελληνικότητά τους πήρε χαρακτήρα καταιγιστικό από το 1974, με την κατάρρευση της δικτατορίας. Κάθε αναφορά στον πατριωτισμό, στη γενέθλια γη και κοινότητα, στην παράδοση, Ιστορία, πολιτισμό των Ελλήνων, «μύριζε» χούντα, κάθε νουνεχής την απέφευγε. Καθάρθηκε το λεξιλόγιο ταχύτατα, δεν υπήρξε κόμμα που να αντισταθεί στην εμπεδωμένη, από άκρη σε άκρη της Ελλάδας, τρομοκρατία των «προοδευτικών» δυνάμεων. Θεωρήθηκε η «μεγάλη ώρα» της ελλαδικής Αριστεράς, η οργανωτική της υπεροχή τής έδινε τη δυνατότητα να αστυνομεύει κάθε έκφραση ενημέρωσης ή παιδαγωγίας –ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, πολιτιστικούς συλλόγους, σχολεία, πανεπιστήμια–, κάθε δημόσιος λόγος απηχούσε την υποταγή ή και συστράτευση στη φοβία για τον πατριωτισμό. Ο «μέγας» Καραμανλής και οι πολιτικοί του υπήκοοι ήταν τα εμφατικότερα υποδείγματα έμφοβης υποταγής στη διεθνιστική (καπιταλιστική ή «προοδευτική») προπαγάνδα.

Μεθοδικότατα, ο διεθνισμός του προλεταριάτου φρόντισε να αλώσει πρώτες (συχνά με εξωφρενική αυθαιρεσία) τις τότε Παιδαγωγικές Ακαδημίες και στη συνέχεια τα πανεπιστημιακά Τμήματα που ετοίμαζαν λειτουργούς της εκπαίδευσης. Κατορθώθηκε ο τάχα και «αριστερός» διεθνισμός να επιβληθεί στην ελληνική κοινωνία σαν αναγκαία συνάρτηση της «προόδου».

Το μεγάλο προσόν και κατόρθωμα του Μίκη Θεοδωράκη ήταν ότι δεν υποτάχθηκε στις κομματικές παρωπίδες. Κράτησε ανόθευτη, στη ζωή του και στη δουλειά του, την ελληνικότητα που μεταγγίζει η βιωματική λαϊκή παράδοση: Είχε το αισθητήριο να διακρίνει την ελληνική γνησιότητα, όση επιβίωνε στον στανικό «εξευρωπαϊσμό» των θεσμών και της οργάνωσης του βίου. Είδε στην απελευθέρωση από τη χούντα μια συναρπαστική ευκαιρία, να αφυπνισθεί η Ελλάδα, να αποτινάξει τη σχιζοφρένεια της δάνειας διχοστασίας. Γι’ αυτό δήλωνε ο ίδιος «κομμουνιστής», ενώ ταυτόχρονα στήριζε τον Καραμανλή σαν αντέρεισμα της απειλής των τανκς – δέχθηκε ο «κομμουνιστής» Μίκης να υπουργοποιηθεί στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. 

Την πολιτική του ταυτότητα τη δήλωνε η μουσική του δημιουργία – ήταν κάτι συναρπαστικό, μια επανάσταση στη νοο-τροπία. Δεν συμβιβάστηκε ποτέ με τη δογματική ιδεολογία, την προπαγάνδα. Οραμά του ήταν η ελληνική διαφορά, που την έκανε τραγούδι για να τη σώσει από το ιδεολόγημα. Έτσι, χάρη στον Μίκη, είδαμε την ελληνική διαφορά να μην απομονώνει την Ελλάδα, αλλά να γίνεται όχημα εισόδου στον διεθνή στίβο. Από την ίδρυσή του το πλασματικό ελλαδικό κρατίδιο οργανώθηκε και λειτούργησε μιμητικά, μεταπρατικά, υποταγμένο ασφυκτικά στη δυτική πατρωνία – υπουργεία, κοινοβούλιο, κόμματα, ιδεολογίες, Δίκαιο και δικαστήρια, σχολεία και πανεπιστήμια, εμπόριο και βιομηχανία, πολεοδομία και αρχιτεκτονική, ακόμα και η εκκλησία, τα πάντα «κάλπικο δάνειον», όπως το είπε ο Μακρυγιάννης, όλα ξενόφερτα, όλα απομιμήσεις, ξιπασιά «νάνου ορθουμένου επ’ άκρων ονύχων και τανυομένου να φθάσει εις ύψος και φανή και αυτός γίγας» (Παπαδιαμάντης). >>>>

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2021

Μεγάλε Δάσκαλε Χρήστο Γιανναρά -> Τα ίδια συμβαίνουν - σε μικρογραφία - και στην Τοπική μας Αυτοδιοίκηση!! ...

 

Η ιστορική μας αυτεξαφάνιση

Christos Yiannaras | 13 Sep 2021

Αναξιοπρεπές επάγγελμα η πολιτική, πρέπει να είμαστε ευγνώμονες που υπάρχουν ακόμα άνθρωποι διατεθειμένοι να το αναλάβουν. Δεν χρειάζεται κανένα τυπικό προσόν, πτυχίο ή εξειδίκευση, ούτε και προϋπηρεσία ευδόκιμη – τίποτα. Ακόμα και με χαμηλότατο δείκτη ευφυΐας, με ανικανότητα έκφρασης και κωμική άγνοια της μητρικής του γλώσσας, μπορεί ένα κομματικό στέλεχος να υπουργήσει τα καίρια του συλλογικού βίου. Είναι για την κοινωνία μας αυτονόητο.

Τους αποδεχόμαστε σαν ικανούς να διαχειριστούν οποιαδήποτε αρμοδιότητα. Γι’ αυτό και μεταπηδούν από υπουργείο σε υπουργείο, σαν σοφοί παντογνώστες, «αντιστάσεως μη ούσης». Από την άκρα επιστημονική πολυπλοκότητα της σύγχρονης πολεμικής τεχνολογίας και στρατηγικής μεταφέρονται, ως αυτονοήτως ειδήμονες, στον σχεδιασμό της βιομηχανικής ανάπτυξης, στη διαχείριση των παραγωγικών λειτουργιών και των απαιτήσεων της αγοράς. Από τα ερμητικώς εξειδικευμένα προβλήματα της εκπαίδευσης «μεταφυτεύονται» (χωρίς την παραμικρή προετοιμασία ή προειδοποίηση) στα λαβυρινθώδη προβλήματα λειτουργίας της Δικαιοσύνης και του σωφρονιστικού συστήματος.

Γνωστή η αιτιολογία που προβάλλεται – αυτός, λένε, ήταν πάντοτε ο ρόλος των πολιτικών, η πολιτική είναι ταλέντο ηγετικό, όχι επιστήμη. Να ξέρεις να λειτουργείς «επιτελικά» σε οποιονδήποτε τομέα: να ιεραρχείς προτεραιότητες, να συντονίζεις ευθύνες, να αναθέτεις αρμοδιότητες. Κυρίως, να εξασφαλίζεις τον κοινωνικό χαρακτήρα κάθε κρατικής λειτουργίας. Είναι άλλης τάξεως από την επιστημονική εξειδίκευση η λογική της πολιτικής. Δύσκολο να αναλυθεί σε μια επιφυλλίδα το πραγματικό αντίκρισμα τέτοιων επιχειρημάτων σήμερα. Εξ άλλου, γνωρίζουμε, λίγο-πολύ, όλοι, σε τι δαπανάται κατά κανόνα το πολιτικό «ταλέντο ηγεσίας» στις μέρες μας. Πρώτιστο (ίσως και μοναδικό) έργο κάθε υπουργού είναι να εξισορροπεί με συμβιβασμούς τα άνομα ιδιωτικά συμφέροντα που λυμαίνονται το πεδίο αρμοδιοτήτων του υπουργείου του. Να εξασφαλίζει, ταυτόχρονα, και κάποια οικονομικά ωφελήματα για το κόμμα. Να ικανοποιεί πελατειακά αιτήματα της εκλογικής του περιφέρειας. Να τρέχει συνεχώς σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις, για να διατηρεί το status του «πρωτοκλασάτου» στο κόμμα. Κι αν απομείνει χρόνος και κουράγιο, να επιδείξει και κάποιες εντυπωσιακές «μεταρρυθμίσεις» ξέροντας ότι ο διάδοχός του υπουργός ασφαλώς θα τις καταργήσει.

Την περασμένη Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου του 2021, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Κ» άρθρο του επίτιμου προέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας Σωτήριου Ρίζου, με τίτλο: «Το κράτος και το δάσος». Το άρθρο επισημαίνει (ορθότερα: καταγγέλλει) τους αυτουργούς ενός πελώριου και φρικιαστικού κοινωνικού εγκλήματος, που έχει ήδη εξασφαλίσει την ατιμωρησία. Αντιγράφω: >>>>>>

Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας ->Τα κηρύγματα σήμερα μιλάνε μόνο για κανόνες συμπεριφοράς και όχι για πληρότητα της ύπαρξης;

 

A-νόητη ύπαρξη και συνύπαρξη







Χρήστος Γιανναράς

05.09.2021 • 21:19

Η ευρωπαϊκή Νεωτερικότητα πέτυχε να χωρίσει την κοινωνία από τη θρησκεία. Αιώνες ολόκληρους (τους «μέσους» ή «σκοτεινούς» αιώνες) οι κοινωνικοί θεσμοί, ο πολιτικός βίος, κάθε μορφή οργάνωσης της συλλογικότητας στη Δύση, είχε αυτονόητα υποταχθεί στην κυρίαρχη θρησκευτική ιδεολογία – συχνά και στη θεσμική εκπροσώπηση της θρησκείας. Ηταν για τον δυτικό άνθρωπο μια ιστορική εμπειρία άκρως αρνητική, πρώτη εμπειρία ολοκληρωτισμού (: αστυνόμευσης των ηθών και των πεποιθήσεων).
Από αντίδραση σε αυτή την εμπειρία, η θρησκεία στη δυτική νεωτερικότητα έγινε ιδιωτική υπόθεση. Είναι ατομική επιλογή, αφορά σε ατομικές πεποιθήσεις, ατομική ηθική, ατομικές συναισθηματικές ικανοποιήσεις. Δεν έχει τίποτα να κάνει με την οργάνωση της συλλογικότητας, δεν πρέπει να επηρεάζει, ούτε στο ελάχιστο, τους κοινωνικούς θεσμούς, τον πολιτικό βίο. Βασικό γνώρισμα των δυτικού τύπου κοινωνιών είναι ο χωρισμός θρησκείας και εξουσίας, Εκκλησίας και κράτους, «ιερού» και «κοσμικού».
Αποτέλεσμα του χωρισμού και συνέπεια της ιδιωτικοποίησης είναι η ραγδαία παρακμή των θρησκειών στα πλαίσια των δυτικού τύπου κοινωνιών. Ειδικά ο Χριστιανισμός, που ήταν η κυρίαρχη στη Δύση θρησκεία, εμφανίζει δραματική συρρίκνωση. Δεν πρόκειται για θριαμβευτική νίκη του αθεϊσμού, πρόκειται για πλημμυρίδα αδιαφορίας: για το φαινόμενο «θρησκευτικού αποχρωματισμού των μαζών», όπως χαρακτηριστικά ονομάστηκε.

Οι θρησκευτικοί θεσμοί προσπάθησαν πανικόβλητοι να αντιδράσουν. Δεν διανοήθηκαν, βεβαίως, να αντισταθούν στην ιδιωτικοποίηση της θρησκείας – ο δυτικός Χριστιανισμός, με πρωτοπόρους τον Αυγουστίνο, τον Αλκουίνο, τον Ανσελμο, είχε «εσωτερικεύσει» την πίστη, δηλαδή την είχε μεταβάλει από εκκλησιαστικό (κοινωνούμενων σχέσεων) γεγονός σε ατομοκεντρικών επιτευγμάτων (ορθοφροσύνης και αυτοκυριαρχίας) επίτευγμα. Ηταν αγωνιώδης η προσπάθεια να προσαρμοστεί και ο Χριστιανισμός, ως ατομική θρησκευτική επιλογή, στους όρους της Νεωτερικότητας: Να εξορθολογιστεί, να βάλει στην άκρη τα «μυθολογικά» του στοιχεία (Entmythologisierung), να αποδείξει τη χρηστική του ωφελιμότητα.

Ετσι, ο λόγος του νοήματος της ύπαρξης και της ελευθερίας που γνωρίζεται ως ερωτική αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά, αλλοτριώθηκε σε χρησιμοθηρικό κήρυγμα, σε υστερικά «πρέπει» και «οφείλεις», δηλαδή σε ουτοπική δεοντολογία. Εγινε λόγος ραδιοφωνικός, τηλεοπτικός, καταιγισμός έντυπης προπαγάνδας στην υπηρεσία διόρθωσης των κοινωνικώς εσφαλμένων. Αγνοήθηκε προκλητικά κάθε εμπειρικό έρεισμα της μεταφυσικής ελπίδας.... >>>>

Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - άρθρα του για όσους τους αφορούν και τον αφουγκράζονται....

Των Νεοελλήνων η αυτοπαραίτηση





Θα ήθελα να συστήσω στον αναγνώστη ένα πρόσφατα εκδεδομένο βιβλίο, από τα θεμελιώδη, πιστεύω, για την οικοδόμηση της νεοελληνικής αυτοσυνειδησίας – ή για τον φωτισμό του κενού απουσίας της. Τίτλος του βιβλίου: Η Αθήνα ξένη στον εαυτό της – Η γένεση μιας νεοκλασικής πρωτεύουσας. Συγγραφέας, ο αρχιτέκτονας Γιάννης Τσιώμης (1944-2018), εκδότης οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Το βιβλίο σαφώς υπερβαίνει τον χαρακτήρα μελετημάτων αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας, κεντρικό του θέμα είναι: πώς «κατασκευάζεται» μια κρατική «πρωτεύουσα», όχι για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες και οι στόχοι ενός εθνικού (ή πολυεθνικού) πληθυσμού, αλλά για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις και σκοπιμότητες συγκεκριμένου ιδεολογήματος. Στα τέλη του 18ου – αρχές του 19ου αιώνα, η Αθήνα ήταν «μια ερειπωμένη, κατεστραμμένη κωμόπολη», το όνομά της όμως παρέπεμπε, τους νεήλυδες στον πολιτισμό έποικους της Ευρώπης, στη μοναδική δυνατότητα να επινοήσουν μια πολιτισμική 

τους διαφοροποίηση.

«Η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα προτού καν γίνει πόλη», από τοπωνύμιο μεταποιήθηκε σε ιδεολόγημα. Ας διαβάζαμε οι σημερινοί Ελληνώνυμοι (από την πλήθουσα, έντιμη δυτική ιστοριογραφία, τουλάχιστον το ξεστραβωτικό βιβλίο του Jacques Le Goff, Η Ευρώπη γεννήθηκε τον μεσαίωνα;): Θα συνειδητοποιούσαμε (φυσικά οι απροκατάληπτοι) ότι η ίδρυση του ελλαδικού κρατιδίου «επετράπη» από τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις μόνο με την προϋπόθεση ότι η δομή, ο χαρακτήρας, οι θεσμοί και οι λειτουργίες του ελληνώνυμου σκευάσματος, θα απέκλειαν, με απροκάλυπτες, εξευτελιστικές εγγυήσεις, να ξανα-υπάρξει «Ελληνική Οικουμένη» (η χλευαστικά παρονομασμένη σε «Βυζάντιο»).

Από τα πρώτα βήματα της πλαστογραφίας –μεταποίησης ενός πολιτισμικού «παραδείγματος» σε θεμελιωδώς αλλοτριωμένο «εθνικό» κρατίδιο– ήταν να συνδεθεί η ελληνώνυμη συλλογικότητα απευθείας με την κλασική Αρχαιότητα, παρακάμπτοντας την «Πόλη και την Αγια-Σοφιά». Πρώτο βήμα: «Να σχεδιάσουν οι αρχιτέκτονες το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο των Αθηνών πάνω σε μια πραγματική tabula rasa… Ξηλώθηκε η οργάνωση του χώρου που ίσχυε στην πρώην οθωμανική επαρχία… με σκοπό την ένταξή της σ’ έναν άλλο, ευρωπαϊκό, νεωτερικό, καπιταλιστικό» σχεδιασμό.

Ο Τσιώμης δείχνει, με διαυγέστατη κριτική οξύνοια και αφομοιωμένη γνώση του δυτικού «παραδείγματος» ότι ο «νεοκλασικισμός» που επελέγη, σαν αισθητική έκφραση της καθαρμένης από το «Βυζάντιο» Ελλάδας, ήταν «μια ανανεωμένη εκδοχή του Διαφωτισμού… παιδί του Διαφωτισμού… απότοκο και μια από τις νεωτερικές μετενσαρκώσεις του στην πολιτική του διάσταση».

Σε ένα κεφάλαιο, που ο συγγραφέας το επιγράφει «Βία κατά του χώρου», τίθεται το ερώτημα: «Μπορούμε άραγε να συλλάβουμε την τιτάνια προσπάθεια που απαιτήθηκε, ώστε ένας χώρος, που ώς τότε αποτελούσε απειροελάχιστο τμήμα μιας αυτοκρατορίας, να συγκροτηθεί σε κρατικό μόρφωμα; Το ζητούμενο δεν ήταν μόνο να οριοθετηθεί η επικράτεια μέσα σε νέα σύνορα, αλλά και να εδραιωθεί στη συνείδηση των κατοίκων της (στην εθνική συνείδηση) ως νέα γεωγραφική οντότητα, όπου θα ίσχυαν εφεξής νέοι νόμοι και νέοι κοινωνικοί συσχετισμοί. Και για να γίνει αυτό, έπρεπε να ξεριζωθούν οι προηγούμενοι, να δημιουργηθεί ένα κέντρο αναφοράς, μια πρωτεύουσα, να οικοδομηθεί ένα κράτος».

«Αυτό το τοπίο μετάλλαξε ο νομοθέτης (ο τάχα και πολιτικός), μετά την ανεξαρτησία της χώρας, φτάνοντας στο σημείο να παραχαράξει και να μεταλλάξει την ίδια τη γεωγραφία». Από καταγωγής του το ελλαδικό κράτος, δέσμιο στον στείρο μιμητισμό της Δύσης, αγνοεί τη διαφορά (μοιάζει να την παραβλέπει) της ελληνικής κοινωνίας από την societas της Δύσης. Η κοινωνία είναι ένα κατόρθωμα υπέρβασης των αναγκαιοτήτων που διέπουν την πρακτική της χρησιμότητας, για χάρη του αυτοσκοπού της υπαρκτικής ελευθερίας. Societas είναι «ο εταιρισμός επί κοινώ συμφέροντι», η προτεραιότητα της ατομικής κατασφάλισης έναντι των διακινδυνεύσεων που συνεπάγεται η περιπέτεια της σχέσης, δηλαδή της αυθυπέρβασης.

Ο τίτλος «βία κατά του χώρου» είναι ένας εύστοχος εντοπισμός της αγεφύρωτης διαφοράς που διαστέλλει και διαφοροποιεί πολιτισμούς, όχι συμπτώματα, όχι μορφολογικά απλώς χαρακτηριστικά. Διαφοροποιεί «καισαρικά» τον Πύργο του Αϊφελ από τον Παρθενώνα, τη δημοκρατία από τη res publica, τα «ατομικά δικαιώματα» από την «ιερότητα» της πολιτικής, τη γνώση ως φωτισμό από τη γνώση ως χρηστική κατανόηση – και μύριες ανάλογες διαφορές. Η απόλυτη προτεραιότητα της ατομικής αυταρχίας έναντι του αθλήματος της συνύπαρξης είναι αλλαγή του τρόπου της ύπαρξης και η αλλαγή αυτή συνεπάγεται όχι μορφολογικές μεταβολές, αλλά αληθινή κοσμογονία.

Το συναρπαστικό βιβλίο του Γιάννη Τσιώμη είναι μια ακόμα περίπτωση που ξαφνιάζει, συγκλονίζει, συναρπάζει, έστω κι αν το παιχνίδι μοιάζει οριστικά χαμένο. Εχουν αλλοτριωθεί οι θεμελιώδεις συντεταγμένες του ελληνικού αθλήματος της συνύπαρξης και η επιστροφή – επανεύρεσή τους προϋποθέτει μετάλλαξη των νάνων σε γίγαντες.

Οποιος θεωρεί «απαισιόδοξο» το συμπέρασμα, ας παρακολουθεί, όσο αντέχει, τον ευτελισμό του δημόσιου λόγου και της «πληροφόρησης».

 


Παρασκευή 20 Αυγούστου 2021

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - πως αλλιώς να μας τα πει ...

 



«Πάρτε μαζί σας νερό»

Posted:Mon, 16 Aug 2021 05:59:57 GMT

Το καλοκαίρι του 2021 εγγράφεται στη συλλογική μας μνήμη των Νεοελλήνων, μόνο ή κυρίως, σαν επίταση δύσπνοιας. Από τις μεγάλες πυρκαγιές, αλλά και από την κοινωνική συμφορά που αντιπροσωπεύει ο ευτελισμός του λειτουργήματος της πληροφόρησης.

Συνδυάστηκαν φέτος και οι δυο κακουχίες: Από την ελληνική γη αφανίστηκαν τεράστιες εκτάσεις δασών –χλωρίδα και πανίδα. Και στο κοινωνικό επίπεδο, η ενημέρωση – πληροφόρηση των πολιτών στρεβλώθηκε και πάλι, αδιάντροπα, υποτάχθηκε ολοκληρωτικά στη σκοπιμότητα του εντυπωσιασμού.

Ο αφοριστικός χαρακτήρας των διαπιστώσεων δεν πρέπει να αδικήσει τις εξαιρέσεις: Υπάρχουν κοινωνικοί λειτουργοί ανυστερόβουλης ή και θυσιαστικής αυτοπροσφοράς (πυροσβέστες, αεροπόροι, απλοί στρατιώτες, ανιδιοτελείς εθελοντές), όπως υπάρχει, άθικτη πάντοτε, και η δημοσιοϋπαλληλική γραφειοκρατία, το πολυπληθέστερο προϊόν και μόρφωμα της κομματικής κακουργίας – ενδημικής στο ελλαδικό κράτος συμφοράς.

Προκλητικά οδυνηρός στο φετινό καλοκαίρι ήταν ο πρωτογονισμός της ραδιοτηλεοπτικής δημοσιογραφίας. Δεν υπήρχαν «ειδήσεις», υπήρχε μόνο η λεγόμενη «δημοσιογραφική κάλυψη» κάθε πυρκαγιάς και της αντιμετώπισής της από το «οργανωμένο κράτος». Και «κάλυψη» ονομαζόταν η παρουσία στον τόπο της συμφοράς και της φρίκης νεαρού ατόμου, αγοριού ή κοριτσιού, που πάσχιζε, με ένα μικρόφωνο στο χέρι, να πει με δικά του λόγια τα όσα ο κάθε τηλεθεατής έβλεπε, την ίδια στιγμή, στην οθόνη της οικιακής του συσκευής:

«Βλέπετε το σπίτι που καίγεται, τώρα οι φλόγες βγαίνουν και από τον δεύτερο όροφο, τώρα πήρε φωτιά και το κυπαρίσσι της γωνίας» – κανείς δεν εξήγησε ποτέ σε αυτά τα παιδιά (πιθανώς αμειβόμενα με ένα εκατοστάρικο τον μήνα) τι είναι η δημοσιογραφία, τι θα πει «πληροφόρηση», πόσο βαραίνει στο επάγγελμα που τους γυάλισε, όχι η τσαχπινιά στην εμφάνιση, όχι το sex appeal τους, αλλά η γλωσσική τους κατάρτιση, γραμματική, συντακτικό, λεκτικός πλούτος.

Όσο ακόμα μου χαρίζεται το προνόμιο (και η πελώρια ευθύνη) δημόσιου λόγου, θα καταθέτω ό,τι κατασταλάζει μέσα μου ως εμπειρική ψηλαφητή βεβαιότητα. Ότι ο Έλληνας, π.χ. όταν χάσει τη συνείδηση της διαφοράς του «τρόπου» – πολιτισμού του, δεν αλλοτριώνεται όπως κάθε λαός μίμος ή αντιγραφέας ξένων, εισαγόμενων επικαιρικών μοντέλων. Ο Έλληνας «μεταστοιχειώνεται», αλλάζει το είναι του, γίνεται από άρχοντας μια σκέτη ξεφτίλα.

Κάθε απομίμηση υποβιβάζει και τον μίμο και το μίμημα – το προϊόν της μίμησης δεν μπορεί ποτέ να έχει τη δυναμική της αυθεντικότητας του πρωτοτύπου. Η res publica δεν θα γίνει ποτέ δημοκρατία, ή veribus ποτέ αλήθεια, ο νόμος ποτέ lex, η σύμβαση που κατοχυρώνει δικαιώματα ατόμων δεν θα γίνει ποτέ άθλημα σχέσης, η μετοχή στην εκκλησία ποτέ «επικρατούσα θρησκεία» – και πάει λέγοντας. Αγεφύρωτη η διαφορά – απόσταση της κατανόησης από τη γνωστική εμπειρία της σχέσης, της ψευδαίσθησης του cogito από την εμπειρία της ψηλάφησης.

Οι Έλληνες υπάρχουμε πια μόνο «κατ’ όνομα», όχι ως διαφορά. Εμπιστευόμαστε τις εντυπώσεις σαν αλήθειες, την ελευθερία σαν κλίμακα – περιθώριο ορέξεων. Με αποτέλεσμα να διολισθαίνουμε νομοτελειακά στη γελοιότητα. Δεν κάνουμε λάθη, αστοχίες, παραστρατήματα. Κάνουμε βλακείες, εξωφρενικές μικρότητες, λογαριάζουμε τους θεσμούς σαν παλκοσένικο, όπου ακκίζονται εγωπαθή και ανεγκέφαλα καραγκιοζάκια. Κραυγαλέα περίπτωση κωμικής συλλογικής μικρόνοιας, τα καθημερινά ραδιοτηλεοπτικά «Δελτία Ειδήσεων»:

Είναι ο πιο διαυγής καθρέφτης της ιστορικής παρακμής μας των Ελλήνων. Οι εγχώριοι εξουσιαστές μας έχουν την ψευδαίσθηση ότι «διαφημίζονται» στα κανάλια, δεν υποψιάζονται τη δυναμική που αποκτά, με τη δημοσιοποίηση και την προπαγάνδα, ο αυτεξευτελισμός. Ούτε τη δυναμική της εικόνας λογαριάζουν. Όμως, η τηλεοπτική εικόνα, στη δεύτερη φάση του καύσωνα, κραύγαζε τη λογική της κυβερνητικής «στρατηγικής» – ολοφάνερα, η απόφαση της εξουσίας ήταν: «Ας καούν τα σπίτια, αρκεί να μην υπάρξουν νεκροί, να γλιτώσουμε τη σύγκριση με το επίσημο κρατικό έγκλημα στο Μάτι». Στόχος πάντοτε να κερδηθούν οι εντυπώσεις.

Διακόσια χρόνια είναι πολλά για να επιβιώνει ένα κρατίδιο τεχνητό. Κράτος που δεν γέννησε τους θεσμούς λειτουργίας του (δημόσια διοίκηση, τοπική «αυτοδιοίκηση», σύστημα λειτουργίας του Δικαίου, εκπαιδευτικό σύστημα, συνδικαλιστικές οργανώσεις, παραδόσεις μεταφυσικής ελπίδας και ρεαλιστικού «νοήματος» της ζωής και της ύπαρξης). Κρατίδιο με «ηγέτιδα τάξη» που ηδονίζεται στην αυτοκαταστροφή, ανέχεται να αποφασίζουν ξένες πρεσβείες αν θα ιδιοποιηθεί η Τουρκία και την Αμμόχωστο, το Καστελλόριζο, τη Λήμνο.

Τίποτε από αυτά δεν ενδιαφέρει τους «τυράννους, τους οποίους ημείς εκλέγομεν» και που δεν μιλάνε ποτέ πια για γεγονότα και πεπραγμένα, ενδιαφέρονται και ζουν μόνο για τις εντυπώσεις. Αυτό το τεχνητό κρατίδιο, όταν ακόμα διψούσε γνησιότητα και αρχοντιά, είχε σαν σήμερα τη Γιορτή του, γιόρταζε την Παναγιά αφέντρα του.

http://feeds.feedburner.com/~ff/yannaras?d=yIl2AUoC8zA