Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...

Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...
ΚΛΙΚ ΣΤΗ ΦΩΤΟ -> Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα - Χρήστος Γιανναράς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα - Χρήστος Γιανναράς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2023

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> Ευχόμαστε να είναι καλά παρά το μεγάλο της ηλικίας του, αλλά μας λείπει …

Η τελευταία δήλωση του είναι, πως θα αραιώσει τα άρθρα του (επιφυλλίδες τα λέει) από βδομαδιάτικα θα γίνουν μηνιαία,  αλλά το τελευταίο που δημοσίευσε, ήταν πριν 6 μήνες..

Ωστόσο, αν επιθυμείτε να εντρυφήσετε τη σοφή του σκέψη και το λόγο του,  μπορείτε να επισκέπτεσθε την ιστοσελίδα του «Χάρισμα φίλων» σ’ αυτό το σύνδεσμο ->https://www.yannaras.gr/

ΣΤΑΜ. ΔΑΜ.

===================================================================================================================

Η ιερότητα της πολιτικής: πώς μηδενίζεται

Christos Yiannaras | 15 May 2023

Είναι δυνατό να υπάρξει πολιτικός βίος (ευθύνη αρχόντων και πολιτών, άθλημα κοινωνικής συνοχής) δίχως «σέβας θεών»; Ο ρεαλισμός των Ελλήνων θα απαντούσε: Οχι – μάλλον και η πανανθρώπινη εμπειρία: Η άρθρωση και συγκρότηση του κοινωνικού γεγονότος, γύρω πάντοτε από έναν άξονα του «ιερού», ήταν το κοινό γνώρισμα της συλλογικής συμβίωσης των ανθρώπων, πάντοτε – ώς τη σύγχρονη εποχή, του πολιτισμού της «εκκοσμίκευσης». >>>>>>>

Πέμπτη 11 Μαΐου 2023

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> και ο σύγχρονος Έλληνας φιλόσοφος για εμάς...

Εξ εθισμού αυτόχειρες

Christos Yiannaras | 08 May 2023

Υπάρχουν επαγγέλματα σήμερα, που μοιάζει να μην μπορούν να λειτουργήσουν δίχως σχηματική πλαστογράφηση της ζωής και των γεγονότων. Εμφατικό παράδειγμα η πολιτική ή και η δημοσιογραφία: Δεν είναι δυνατό σήμερα να επαγγέλλεσαι τον πολιτικό, αν δεν υποκαθιστάς, λ.χ., την άδικη ανισοκατανομή του «κοινωνικού προϊόντος» και την ανεργία, με μακροοικονομικούς δείκτες καθολικής ευμάρειας. Πείθεσαι και ο ίδιος, να μη βλέπεις την ανυπαρξία εθνικής στρατηγικής στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, γαντζώνεσαι στη λογική των περιστασιακών σχεδιασμών και των ευκαιριακών αντιδράσεων και τη λογαριάζεις σαν «υπερήφανη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική».

Η πλασματική σχηματοποίηση είναι εργαλείο του επαγγέλματος, αυτονόητη προϋπόθεση για να το ασκείς. «Δεν βλέπεις» τη διάλυση της Παιδείας, τη γελοιοποίηση των θεσμών, το ατελέσφορο των μεταρρυθμιστικών «βελτιώσεων». Συνεχίζεις απτόητος να μιλάς για «εκπαιδευτικό σύστημα», για «λειτουργούς της Παιδείας», για «μόρφωση των παιδιών». Δεν υπάρχει η αθλιότητα των φυλακών για τον αρμόδιο υπουργό, υπάρχει το πλασματικό ιδεόγραμμα του «σωφρονιστικού συστήματος». Δεν υπάρχει η ράθυμη και υπονομευτική κάθε παραγωγικού δυναμισμού δημοσιοϋπαλληλία, υπάρχει η «κρατική μηχανή». Αν σε κάθε τομέα δεν λειτουργεί έτσι ο επαγγελματίας πολιτικός, αν δεν υποκαθιστά την πραγματικότητα με εξωραϊσμένες εικόνες, απλούστατα δεν ξέρει τη δουλειά του, δεν πρόκειται να επανεκλεγεί, πρέπει να ζητήσει άλλη δυνατότητα βιοπορισμού.

Ανάλογες εμφανίζονται οι προδιαγραφές και του δημοσιογραφικού επαγγέλματος: Πολιτικά κόμματα και εσωκομματικές διεργασίες, προσωπικές απόψεις, δηλώσεις, αγορεύσεις, αλλά και ρεύματα ή τάσεις στη διανόηση, πρέπει όλα να αποκτήσουν προσδιοριστική ετικέτα, να ταξιθετηθούν σε προκαθορισμένα στεγανά. Αλλιώς δεν συγκροτείται δημοσιογραφική «είδηση», δεν μπορεί να λειτουργήσει «πληροφόρηση». Αν ξεμυτίσει πρωτότυπος πολιτικός λόγος ή λόγος ανένταχτης κοινωνικής κριτικής, καλλιτεχνικής καινοτομίας, φιλοσοφικής οξυδέρκειας, αυτονόητα θα παρακαμφθεί, θα αποσιωπηθεί ή θα αλλοτριωθεί βάναυσα, για να υπαχθεί σε εύπεπτες οριοθετήσεις. Δεν γίνεται αλλιώς, προτεραιότητα έχει η «εντύπωση», όχι η πραγματικότητα. Είσαι υποχρεωμένος να μεταποιήσεις την ενδιαφέρουσα πληροφορία σε «συναρπαστική είδηση», το θλιβερό συμβάν σε «συγκλονιστική τραγωδία».

Εμφατικά τα παραδείγματα της πολιτικής και της δημοσιογραφίας, αλλά είναι πάμπολλοι οι άνθρωποι που ο βιοπορισμός τους εξαρτάται από παρόμοιες αναγκαιότητες – από το «χρέος» να υποκαθιστούν την πραγματικότητα με πλασματικές «εντυπώσεις», διαφημιστές, οργανωτές και παραγωγοί τηλεοπτικών προγραμμάτων, δικηγόροι, συντάκτες φορολογικών δηλώσεων, κοινωνιολόγοι στην «επιστημονική» τους έρευνα, ίσως και κάθε υπάλληλος στη σχέση με τον προϊστάμενό του. Ό,τι και να πουλάει κανείς, αγαθά, υπηρεσίες, πληροφόρηση, ψυχαγωγία, γνώση, εκπαίδευση, επιμόρφωση, προστασία, υπεράσπιση συμφερόντων, οτιδήποτε, πρέπει να το συσκευάσει με περιτύλιγμα περισσότερο ή λιγότερο παραπλανητικό, για να το καθιστά ευπρόσιτο, πειστικό, εξωραϊσμένο.

Αν επιμείνει κανείς να ξεχωρίζει το πραγματικό από το σχηματικό και πλασματικό, αν αρνείται να υποτάξει την ετερότητα και ιδιομορφία στη συμβατική ομοιομορφοποίηση, δεν θα του αναγνωριστεί ρεαλισμός – θα χαρακτηριστεί «ιδεαλιστής», «ουτοπικός», «εξωπραγματικός». Η κοινωνική μας συνεννόηση λειτουργεί με αντεστραμμένους τους όρους της πραγματικότητας: Το φαντασιώδες παίρνει τη θέση του πραγματικού και το πραγματικό του φαντασιώδους. Την οντολογία έχει υποκαταστήσει η ψυχολογία, η υποκειμενική ψυχολογική προτεραιότητα. Όλα κρίνονται και αξιολογούνται στο επίπεδο της αρέσκειας και της απαρέσκειας, της ωφέλειας και της ανωφέλειας, της συναισθηματικής προτίμησης, της ψυχολογικής βεβαιότητας, της ευφραντικής αισιοδοξίας ή της ενοχλητικής απαισιοδοξίας.

Ένας πολιτισμός εκπληκτικών ρεαλιστικών επιτευγμάτων, που μοιάζει να μπαίνουν όλα στη ζωή του δημιουργού τους ανθρώπου σαν φαντασιώδη δεδομένα μιας καθολικής παραίσθησης. Δεν είναι τυχαίο που ολόκληρο το οικοδόμημα της ευζωίας μας κρίνεται, κάθε λεπτό, από τις ψυχολογικές διακυμάνσεις του τζόγου στα διεθνή χρηματιστήρια. Και αυτό το παιχνίδι των φαντασμάτων μπορεί, την οποιαδήποτε στιγμή, να τινάξει στον αέρα τη διεθνοποιημένη πια οικονομία, να βυθίσει σε πείνα και απόγνωση εκατομμύρια ανθρώπων πάνω στον πλανήτη.

Η πάλη για το νόημα

 

Christos Yiannaras

Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης. Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.

 


Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2022

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> [...] Πρόκληση απερίφραστη αλλά τίμια. Μαζί με άπειρες ειλικρινείς ευχές για «χρόνια πολλά». Με καθαρό μέτωπο.....

 


Εόρτιος στρουθοκαμηλισμός

Christos Yiannaras | 26 Dec 2022

Ο Σαρτρ, θρύλος της γαλλικής φιλοσοφίας στον 20ό αιώνα, κατέγραψε, από την εποχή των παιδικών του χρόνων, μια χαρακτηριστική ανάμνηση: Στο πατρικό του σπίτι απέφευγαν να προσκαλούν άθεους. Διότι ένας άθεος, όπου βρεθεί, αρχίζει αμέσως να «βγάζει λόγο» για τον Θεό, δηλαδή είναι ένας «κύριος με θρησκευτικές πεποιθήσεις! – αρνητικές, φυσικά», αλλά με την πεισμωμένη εμμονή ενός φανατικού.

Το σύμπτωμα, σωστά πιστοποιημένο, βεβαιώνει την οριστική χρεοκοπία ενός ολόκληρου πολιτισμικού «παραδείγματος» θεμελιωμένου στην απολυτοποίηση της νόησης (νοησιαρχία): Η νοητική σύλληψη και η ορθολογική αποδεικτική συνιστούν, στην πράξη, την εγκυρότερη δυνατή βεβαιότητα γνώσης του υπαρκτού. Η ρήση του Ντεκάρτ «σκέπτομαι άρα υπάρχω», όσο κι αν έχει αναιρεθεί η αποδεικτική της εγκυρότητα, παραμένει το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα του δυτικού (μεταρωμαϊκού) πολιτισμού.

Στη θέση της «κατανόησης», ποιος άλλος παράγων μπορεί να εγγυηθεί την ορθότητα μιας γνωστικής πιστοποίησης; Διαχρονικά η ελληνική εμπειρία βεβαιώνει, χωρίς επιφύλαξη, ότι την ορθότητα μιας γνωστικής πιστοποίησης την εγγυάται, μόνο και αποκλειστικά, η εμπειρία της σχέσης, ο αναφορικός χαρακτήρας των σημαινόντων. Μια πληροφορία συνιστά ορθή γνώση (αληθεύει) όταν, για την ορθότητά της, «πάντες ομοδοξούσι και έκαστος επιμαρτυρεί». Το ότι το μέλι είναι γλυκό, το βεβαιώνει μόνο η εμπειρία η γευστική, εμπειρία που κοινωνείται από όλους και βεβαιώνεται από κάθε ατομική πιστοποίηση.

Μιλάμε για τη σχέση που συνιστά και εγγυάται την εγκυρότητα της γνώσης, αφού η γνώση επαληθεύεται μόνο κοινωνούμενη. Την αλήθεια μιας πληροφορίας, ενός συλλογισμού, μιας εντύπωσης, την κατακτάμε μόνο κοινωνούμενη. Γι’ αυτό και το πρώτιστο αγαθό είναι το άθλημα της συνύπαρξης, το «πολιτικόν» άθλημα (η πόλις): οι θεσμοί που επινοούμε και ιδρύουμε, προκειμένου να λειτουργήσει η κοινωνία της γνώσης και των αναγκών.

Ο πολιτισμός μας σήμερα μοιάζει να συνιστά, να ευνοεί και να καταξιώνει έναν τρόπο βίου, ατομικό και συλλογικό, παγιδευμένον ολοκληρωτικά στην απαξίωση της ανθρώπινης ύπαρξης και συνύπαρξης. Μετά τη φρίκη δύο παγκόσμιων πολέμων, οι ηγεσίες των υπερδυνάμεων εμφανίζονται αδίσταχτες μπροστά στο ενδεχόμενο πυρηνικής ολοκληρωτικής καταστροφής, μιλούν και σκέπτονται με τη νηπιώδη ξεγνοιασιά του επαγγελματία δημίου. Είναι εξοπλισμένοι οι ισχυροί της γης με όπλα ολικής καταστροφής του πλανήτη και μετράει ο καθένας την υπεροχή του λογαριάζοντας μόνο την ταχύτητα και το μέγεθος της καταστροφής που μπορούν να προκαλέσουν.

Αυτή η παράνοια των εξοπλισμών, η αδιάκοπη αύξηση θανατηφόρων επινοημάτων για την εξολόθρευση λαών, «κατά σύμπτωση» ομόθρησκων και ομόπιστων, γεννάει ασφυκτικά ερωτήματα, αγωνιώδη. Κάποτε γίνονταν απροκάλυπτα θρησκευτικοί πόλεμοι, οι άνθρωποι παθιάζονταν με τις διαφορές των μεταφυσικών τους πεποιθήσεων – σήμερα χριστιανοί αντιμάχονται χριστιανούς, Ορθόδοξοι Ορθοδόξους, σύμπτωμα που μας δείχνει ότι η μεταφυσική πίστη δεν είναι «άθλημα αληθείας», «γιγαντομαχία περί της ουσίας», αλλά μόνο εθνολογική ιδιαιτερότητα, ίσως και οικονομικός ανταγωνισμός.

Αυτό που φοβίζει περισσότερο είναι η ριζική αλλαγή του νοηματικού φορτίου των λέξεων, η σύγχυση της σημασίας του. Η ειδησεογραφία, έντυπη και ηλεκτρονική, έχει θελημένα και μεθοδικά αποκοπεί από την κοινωνική λειτουργία της πληροφόρησης. Τύπος και κανάλια υπηρετούν, αποκλειστικά, τη δημιουργία εντυπώσεων, όχι την ενημέρωση των πολιτών. Θα δια-κινδύνευε κανείς να χαρακτηριστεί τουλάχιστον επιπόλαιος (ή εμπαθής ή υπερφίαλος) αν αποτιμούσε το επίπεδο των τηλεοπτικών καναλιών στην Ελλάδα με αμείλικτη ειλικρίνεια.

Η εικόνα αξιοθρήνητης παρακμής των «μέσων πληροφόρησης» στη χώρα μας κορυφώνεται στις εόρτιες ημέρες. Η πιστοποίηση μπορεί λογικά να χαρακτηριστεί υπερβολική και άδικη, εδώ θέλει να λειτουργήσει μόνο αφυπνιστικά. Αλλά και αυτή η πρόθεση δεν την εξιλεώνει. Αν έχει σοφία η αρχαιοελληνική και η ελληνορωμαϊκή (ελληνοχριστιανική) εμπειρία και γλώσσα, νομίζω ότι συνοψίζεται στη σημαντική (γλωσσική, εικαστική, μουσική, θεσμών και παραδόσεων) που δεν «πληροφορεί», αλλά κοινωνείται, «υπό πάντων μετέχεται ενικώς». Κάποτε, ο Αντώνης Τρίτσης (ένας πολιτικός που «είχε το μυαλό του στη γλώσσα του») είχε πει ότι: «στη μεταβιομηχανική εποχή η Ελλάδα ή θα μπει με τα Αρχαία Ελληνικά ή δεν θα μπει ποτέ»!

Είχε πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα. Ας μπορούσε κάποιος να απαιτήσει απάντηση σε αυτόν τον ισχυρισμό, σήμερα, από τρία πρόσωπα-κλειδιά του «μέλλοντός μας»: τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον Αλέξη Τσίπρα, τη Νίκη Κεραμέως. Πρόκληση απερίφραστη αλλά τίμια. Μαζί με άπειρες ειλικρινείς ευχές για «χρόνια πολλά». Με καθαρό μέτωπο.

Η πάλη για το νόημα


Christos Yiannaras

Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης. Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.


Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2022

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> [...]Αληθινό είναι κάθε τι που υπάρχει «κατ’ αλήθειαν»: δεν φθείρεται, δεν παρακμάζει, δεν πεθαίνει....

 


Ψαλιδισμένα οράματα

Christos Yiannaras | 28 Nov 2022

Στην ελληνική συλλογική εμπειρία, ο ρόλος του φιλοσόφου οριοθετήθηκε από τον Σωκράτη και η οριοθέτηση διασώθηκε από τον Πλάτωνα. Σοφία είναι ο τρόπος του αληθούς, και αληθής ο τρόπος της αθανασίας. Αλήθεια δεν είναι ένας κατεστημένος, κατά σύμβαση τρόπος ή συνταγή για το «ορθώς διανοείσθαι». Αληθινό είναι κάθε τι που υπάρχει «κατ’ αλήθειαν»: δεν φθείρεται, δεν παρακμάζει, δεν πεθαίνει. Και, κυρίως, «υπό πάντων μετέχεται ενικώς».

Πού εντοπίζουν οι Έλληνες το χάρισμα ή κατόρθωμα της αθανασίας; Στον κοινωνούμενο τρόπο της ύπαρξης. Γνωρίζουν ότι η ύλη είναι οπωσδήποτε θνητή, όμως ο τρόπος ύπαρξης και συνύπαρξης των υλικών πραγμάτων – πεπραγμένων ενδέχεται να είναι άφθορος και αθάνατος. Ποια τα γνωρίσματα αυτού του τρόπου πιθανής αθανασίας; Είναι η τάξη, η αρμονία, η κοσμιότητα. Και επειδή οι άνθρωποι «φύσει ορέγονται αθανασίας», προσπαθούν να μιμηθούν τον σταθερό και απαράλλαχτο τρόπο «τής του παντός διοικήσεως των υπαρκτών». Ιδρύουν πόλεις, οργανώνουν τη συμβίωση με τις προϋποθετικές αρχές που καθιστούν το σύμπαν κόσμημα, «κόσμον».

Το «άθλημα αληθείας», ως ελληνικός τρόπος της συμβίωσης και οργάνωσης του ανθρώπινου βίου, μοιάζει να τελείωσε ιστορικά στην περίπτωση των Ελλήνων με την ίδρυση του ομώνυμου νεωτερικού «εθνικού» κράτους. Στα πρώτα χρόνια της εξέγερσης, του 1821, ο στόχος της εξέγερσης μπορεί να έμοιαζε παράτολμος, και ουτοπικός, αλλά στις συνειδήσεις πρέπει να ήταν ρεαλιστικός και ξεκάθαρος: «Να πάρουμε την Πόλη και την Αγια-Σοφιά». Η συνείδηση του Ελληνισμού ήταν σαφέστατα και ρεαλιστικότατα αυτοκρατορική, η έννοια του «εθνικού κράτους» αδιανόητη, δεν υπήρχαν προσλαμβάνουσες παραστάσεις για να κατανοηθεί. >>>>>>>

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2022

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> [...] «Να είσαι ελεύθερος σημαίνει: να συμ-μετέχεις ενεργά». – «Οι ελευθερίες δεν χαρίζονται, κερδίζονται»!!! ...

 [...] – «Δεν υπάρχουν έξυπνοι και κουτοί, υπάρχουν ελεύθεροι και υποταγμένοι».... 

– ...«Κάθε εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα»... 

– ...«Να είσαι ελεύθερος σημαίνει: να μετέχεις ενεργά»...

 – ...«Ελπίδα γεννάει η ενεργός αυταπάρνηση»...

=====================================================================================================================


Πολιτική: Η κοινωνούμενη ανάγκη

Christos Yiannaras | 21 Nov 2022

Έχουν περάσει πενήντα τέσσερα (54) χρόνια από την ιδιότυπη «επανάσταση», τον «Μάη του ’68», στο Παρίσι. (σημ.https://www.ethnos.gr/todayinhistory/)

Πώς και γιατί αφυπνίστηκε παράταιρα αυτή η μνήμη, άσχετη με τη λογική των «επετείων», τις κωδικοποιημένες αναμνήσεις εορτασμών; Τον Μάη του 1968 τον «γιορτάζουν», όσοι τον έζησαν, όπως αναπολούμε ένα ξάφνιασμα θαυμαστό, απρόσμενο, ανεξήγητο, που όμως διαρκεί. Χωρίς τακτές ημερομηνίες και «προκάτ» ενθουσιασμούς. Δηλαδή, εορτασμός χωρίς γραφειοκρατική διαχείριση. Μόνο με το χάρισμα ή την ανάγκη βιωματικών αντανακλαστικών.

Ο Μάης του ’68 ήταν (και είναι) περισσότερο μια «άλλη γλώσσα» και λιγότερο (ή καθόλου) γεγονός θεσμικών μεταβολών. Αυτή ήταν και η «λογική» της εξέγερσης, ανεπίγνωστη. Δεν ζητούσε – απαιτούσε αλλαγές θεσμών όσο αλλαγή νοοτροπίας και γλώσσας – όχι να αλλάξουν τα συστήματα και οι πρακτικές, όσο να μεταβληθούν οι σχέσεις των ανθρώπων, οι στόχοι των σχέσεων. Δεν ενδιαφέρουν τα οργανωτικά σχήματα και συστήματα συλλογικής (του πλήθους) χρησιμότητας, αλλά η χαρά της γειτονιάς, της πόλης, της συμβίωσης όπου μοιράζεται η χαρά, η λύπη, η ευεξία, ο πόνος.

Οι ριζοσπαστικές αλλαγές στη λειτουργία της συλλογικότητας (στις κοινωνίες των ανθρώπων), όπως τις διατύπωνε το εξεγερμένο τότε πλήθος, θα λέγαμε, στη γλώσσα την ελληνική ότι στόχευαν στη βαθιά ανάγκη να κοινωνείται ο βίος και η ανάγκη, όχι απλώς να ελέγχεται η πλεονεξία και αδικία. Η δυναμική μιας «κοινωνικής» επανάστασης δεν είναι στην ισχύ της κυριαρχίας, αλλά στην πειθώ που χτίζεται με «όραμα» κοινό. Γι’ αυτό και το πρωτείο στη μάχη το έχει η γλώσσα, όχι η γροθιά – ποτέ. Δείγματα της γλώσσας που γέννησε ο Μάης του ’68, σώζουν το δέος της ιερότητας του τότε ξεσηκωμού, κληροδότημα «ες αεί»:

«Είμαστε ρεαλιστές, ζητάμε το απόλυτο». – «Να είσαι ελεύθερος σημαίνει: να συμ-μετέχεις ενεργά». – «Οι ελευθερίες δεν χαρίζονται, κερδίζονται». – «Δεν υπάρχουν έξυπνοι και κουτοί, υπάρχουν ελεύθεροι και υποταγμένοι». – «Κάθε εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». – «Να είσαι ελεύθερος σημαίνει: να μετέχεις ενεργά». – «Ελπίδα γεννάει η ενεργός αυταπάρνηση». – «Όχι αντί για τη ζωή ποδόσφαιρο, όχι αντί για τον ξεσηκωμό υποταγή». – «Απαγορεύονται οι απαγορεύσεις, η ελευθερία μόνο κερδίζεται, δεν χαρίζεται». – «Ούτε ρομπότ ούτε σκλάβοι, η χειραφέτηση ή θα είναι ολόκληρη ή δεν θα κατορθωθεί ποτέ». – «Ναι, στην αμφισβήτηση, όχι στην γκρίνια». – «Και προσοχή: Το καινούργιο είναι επαναστατικό, η αλήθεια επίσης».

Και συνεχίζει το μανιφέστο: «Θέλουμε τη ζωή, την αυθορμησία, τη δημιουργία». – «Πριν από όλα, η αυτοαμφισβήτηση». – «Όχι ελευθερία στους εχθρούς της ελευθερίας». – «Έχουμε μιαν Αριστερά προϊστορική, μυρίζει μούχλα». – «Όμως, η αλήθεια αρχίζει με μιαν απαγόρευση: να μην περιορίσεις την ελευθερία του άλλου».

Σίγουρα, ο Μάης του ’68 άφησε πίσω του μόνο μια νοσταλγική κορύφωση της δίψας για την αυθεντική ύπαρξη, την υπαρκτική γνησιότητα – όχι έναν ρεαλιστικό δρομοδείχτη για το κατόρθωμα. Ποιες παρουσίες – μαρτυρίες στην Ιστορία των ανθρώπων κέρδισαν αναμφισβήτητους τίτλους «χειραγωγού» στην ελευθερία από τον θάνατο; Ο Ηράκλειτος, ο Ρωμανός ο Μελωδός, ο Ντοστογιέφσκι, ο δικός μας Παπαδιαμάντης. Με το πέρασμα των χρόνων ο λόγος τους φωτίζει το «νόημα» (αιτία και σκοπό) της ανθρώπινης ύπαρξης και δημιουργικότητας. Λίγοι, ελάχιστοι, σταγόνες στον ωκεανό. Η συντριπτική πλειονότητα της ανθρώπινης παρουσίας πάνω στον πλανήτη γη συντηρεί αναπάντητο το αίνιγμα της αιτίας και του σκοπού της ύπαρξης έλλογων όντων.

Ίσως παρήγορη απάντηση και ελπίδα να αντιχαρίζεται μόνο με την ελευθερία από το εγώ, τις αμείλικτες απαιτήσεις του για πρωτείο και υπεροχή. Είναι η βεβαιωτική, εμπειρική πληρότητα της ποιότητας, που μόνο βιώνεται, δεν κατανοείται προϋποθετικά. «Λάμπει μέσα μου κείνο που αγνοώ, μα ωστόσο λάμπει». Τα είπε όλα ο Ελύτης με μια φράση – εννέα λέξεις. Με το επιπλέον ρίσκο, να νομίζεις «γνώση» την απλούστατη ένδειξη.

Η πάλη για το νόημα

 

Christos Yiannaras

 


Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2022

Στοχασμοί του καθηγητή φιλοσοφίας Χρήστου Γιανναρά -> που δεν χωράει ο αντίλογος – λέμε εμείς …

 


Μιμητισμού χαλιναγώγηση

Christos Yiannaras | 17 Oct 2022

Είτε αρέσει είτε όχι, το δίλημμα είναι δικό μας, αφορά στη ζωή μας, την καθορίζει αναπόδραστα: Γεννηθήκαμε και ζούμε σε εμπόλεμο πεδίο, στον μοναδικό πλανήτη ανάμεσα στα δισεκατομμύρια των ουράνιων σωμάτων, που φιλοξενεί έλλογες υπάρξεις, «προσωπικές», με ετερότητα-μοναδικότητα, η κάθε μια, σκέψης, κρίσης, θέλησης. Για να κατορθωθεί η συνύπαρξη, οι οπτικές γωνίες πρέπει να συγκλίνουν, οι απόψεις να συμπέσουν, η κατανόηση να συντονιστεί, η κάθε ατομική ιδιαιτερότητα να συναινέσει στην ελεύθερη συν-εννόηση.

Δεν είναι καθόλου εύκολο. Η ανθρωπότητα, στο σύνολό της, τιμά και ορέγεται την εναρμόνιση των θελημάτων, νοημάτων και στοχεύσεων, κατορθώνει κατά κανόνα τη σύγκλιση, αλλά ταυτόχρονα την υπονομεύει. Η υπονόμευση βεβαιώνει ψευδαισθητικές εκδοχές ελευθερίας, αλλά ευτυχώς η ελευθερία παραμένει άθλημα αυθυπέρβασης του εγώ, πραγμάτωση της συνύπαρξης ως «κοινωνίας».

Δύο εκδοχές της ελευθερίας γοητεύουν συνηθέστερα τον άνθρωπο: Η ελευθερία ως απεξάρτηση από τις υπαρκτικές αναγκαιότητες που διέπουν το βιολογικό άτομο. Και η ελευθερία ως ανεμπόδιστη δυνατότητα πραγμάτωσης της επιθυμίας. 

Σήμερα, για πρώτη φορά στη (γνωστή) ανθρώπινη ιστορία, το ανθρώπινο είδος έχει τη δυνατότητα (γνώση και τεχνολογία) να αυτοκαταστραφεί καθολικά, να εξαλείψει την ανθρώπινη παρουσία «από προσώπου γης». Τα ώς τώρα επιτεύγματα του ανθρώπινου είδους είναι, για κάθε άτομο κάθε είδους, θαυμαστά. Κάθε ατομική ανθρώπινη ύπαρξη είναι μοναδική, ανόμοια και ανεπανάληπτη – η υπαρκτική πραγματοποίηση της ενεργούμενης μοναδικότητας (ετερότητας) φανερώνεται στα λειτουργήματα της σκέψης-κρίσης-φαντασίας, ποικιλότροπης δημιουργικότητας.

Χάρη στο πολυτίμητο «προικιό» των χαρισμάτων του κάθε ανθρώπου και στην ικανότητα να μοιράζεται (κοινωνεί) τα χαρίσματα, η ύπαρξη μπορεί να γεύεται το ύψιστο δώρημα: την ελευθερία από τις προδιαγραφές της δεδομένης φύσης, για χάρη της θελημένης σχέσης. Σχέση δεν είναι ο απλός συσχετισμός των ατομικών αναγκών-επιδιώξεων με κάποια ικανοποίησή τους, αλλά η υποταγή της ενορμητικής αναγκαιότητας στην έλλογη ιεράρχηση των αναγκών, στην ελευθερία της αγάπης ως αυταξίας. Είναι η ελευθερία από την ανάγκη για χάρη της πληρωματικής χαράς του κοινωνείν.

Διηγόταν ένας παππούς μικρασιάτης πώς λειτουργούσαν οι «ανταλλακτικές σχέσεις» (το «παζάρι») στο Αϊβαλί: Μια χωρική πουλούσε αυγά, της ζητούσες τριάντα, μέτραγε και τακτοποιούσε στο καλάθι σου αυτά που ζήτησες, πρόσθετε και πέντε αυγά «ευλογία»! Ζητούσες δύο «οκάδες» βούτυρο, ο παραγωγός ζύγιζε την ποσότητα, πρόσθετε και δύο κουτάλες «ευλογία». Το ζυγισμένο βούτυρο και τα μετρημένα αυγά πειθαρχούσαν στην ανταλλακτική των συμφερόντων λογική. Τα παραπανίσια αυγά και το επιπρόσθετο βούτυρο ήταν αντίδωρο για το δώρο της ανταλλακτικής σχέσης ως μεταποίηση της «αναγκαίας χρείας» σε χαρά φιλίας.

Θα τολμούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η ιστορία του ανθρώπινου γένους «παίζεται» στο πεδίο ή άθλημα της ανάγκης και της ελευθερίας, της αριθμητικής μάζας ή των ισότιμων σχέσεων, της επιθετικής εξασφάλισης ή της αυθυπερβατικής ετοιμότητας – βαρβαρότητας ή πολιτισμού. Τα εναλλακτικά ενδεχόμενα σώζουν και φανερώνουν το ανθρώπινο προνόμιο της ελευθερίας, την προσδοκία «ανάστασης νεκρών», δηλαδή τη γεύση «σωτηρίας» του ανθρώπου (να γίνει ο άνθρωπος σώος, ολόκληρος, με ακέραιες τις δυνατότητες ελευθερίας από τον θάνατο) – ή την υποταγή του «άνευ όρων» στη φθορά και την αινιγματική ανυπαρξία.

«Το ανθρώπινο είδος δεν μπορεί να αντέξει τόση πολλή πραγματικότητα», συνόψισε σε αυτή την παραδοχή την επώδυνη εμπειρία του ο T. S. Eliot. Είχε προηγηθεί περίπου ισόκυρος ο Rainer Maria Rilke:

«Κυκλοφέρνω γύρω από τον Θεό,

τον πανάρχαιο πύργο,

και κυκλοφέρνω χιλιάδες

χρόνια τώρα·

κι ακόμα δεν ξέρω: είμαι

ένα γεράκι, μια καταιγίδα

ή ένα μεγάλο τραγούδι».

Οι δεσμοί που συνδέουν τους ανθρώπους με τη γενέθλια γη τους, δεν εξαντλούνται σε συναισθήματα, πιθανές συγκινήσεις νοσταλγικές, συνειρμούς παρορμήσεων. Το να μιλάμε ή να γράφουμε για τις «χαμένες πατρίδες» δεν μπορεί να νοηθεί με όρους ψυχολογικούς, συγκινησιακούς, νοσταλγίας. Το πώς θα περισώσει ο σημερινός τάχα και Ελληνισμός τη μικρασιατική ελληνικότητα του Ομήρου, του Ηράκλειτου, του Ρωμανού του Μελωδού, αν μας απασχολούσε ως ζωτικό πρόβλημα, η παιδεία που παρέχει ο σημερινός χατζηαβατικός κρατικός «πολιτισμός» μας (σχολειά, πανεπιστήμια, θεσμοί συλλογικού βίου), θα μετριάζαμε τους πιθηκισμούς «εκσυγχρονισμού» μας.

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2022

Άρθρο του σύγχρονου Έλληνα φιλόσοφου Χρήστου Γιανναρά -> αφιερωμένο σ' αυτούς που διοικούν το Δήμο μας -άμεσα ή έμμεσα...

 


Το κατεπείγον

Christos Yiannaras | 12 Sep 2022

Μας τρομάζει η διαπίστωση, έστω ως πιθανότητα ή σαν χαλκευμένη φήμη, ότι ο τελικός παγκόσμιος πόλεμος έχει ήδη αρχίσει – άρχισε με την ένοπλη σύγκρουση Ρωσίας και ΝΑΤΟ, στην Ουκρανία. «Τελικός» παγκόσμιος πόλεμος σημαίνει τελευταίος, δηλαδή με εξασθενημένους έως ανύπαρκτους τους τρόπους μαζικής εξόντωσης του αντιπάλου. Θα επιστρέψουν οι άνθρωποι αναγκαστικά σε πόλεμο με τις πέτρες, σιδερένια σπαθιά, ξύλινα ακόντια, ο θυμός να εκτονώνεται με τον ξυλοδαρμό, το τυφλό πείσμα, τους μυκηθμούς ή τις ιαχές.

Με τις σημερινές μορφές που έχει πάρει ο πόλεμος, δεν μοιάζει πια να ενδιαφέρει τους ανθρώπους. Τους πολλούς ενδιαφέρει μόνο το θέαμα και το ακρόαμα, όποιο κι αν είναι – στη γειτονιά ή στην άλλη άκρη της γης. Τα ραδιοτηλεοπτικά Δελτία Ειδήσεων αφορούν στον πολίτη μόνο για την ψευδαίσθηση μετοχής του στη φυτική ύπαρξη του εγωκεντρισμού του, τίποτε άλλο. Ο πιο πνιγερός για τον άνθρωπο βασανισμός είναι να υφίσταται καθημερινά, σαν δική του ζωή, τα όσα ευτελή και πανάθλια του σερβίρουν τα εμπορικά κανάλια της διεθνούς «πληροφόρησης».

Θα τολμούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ο μέγιστος βασανισμός με τον οποίο τιμωρείται ο σημερινός άνθρωπος είναι η μοναξιά, η ακοινώνητη ύπαρξη, η χαμένη τελεσίδικα κοινωνία των σχέσεων. Κατά κανόνα, δεν συνειδητοποιούμε αυτή τη στέρηση, ο «πολιτισμός» της νεωτερικότητας οφείλει τη μακροημέρευσή του στην ικανότητά του να παράγει υποκατάστατα των σχέσεων κοινωνίας της ζωής και της ύπαρξης. Ζούμε με υποκατάστατα της αληθινής ζωής: «φιλίες» χωρίς φίλους, στην καλύτερη περίπτωση, ανεκτούς συντρόφους, στη σπουδή, στη δουλειά, κάποια κοινά ενδιαφέροντα, κοινές επιθυμίες.

Η παρακμή του πολιτικού λόγου είναι περισσότερο από φανερή. Όλοι βλέπουμε (έχουμε αισθητή τηλεοπτική εμπειρία) ότι ο πολιτικός λόγος διολισθαίνει, πολύ συχνά, σε προσβλητική και της μέσης νοημοσύνης κενολογία, ατεκμηρίωτη υποσχεσιολογία, παιδαριώδεις κομπασμούς. Οι πολιτικές «θέσεις» και τα κομματικά «προγράμματα» είναι δήθεν θέσεις και δήθεν προγράμματα, μια τεχνική μεθόδευσης εντυπώσεων.

Επομένως, αν υπάρξει καινούργια πολιτική πρόταση, θα έχει έναν κυρίως τρόπο για να αποδείξει ότι είναι καινούργια: να εκφραστεί με γλώσσα διαφορετική, γλώσσα ελευθερωμένη από συνειρμούς ψευδο-θέσεων και ψευδοπρογραμμάτων. Το ακόμα ευκολότερο, ο κομιστής της «καινούργιας» πρότασης να μην παίρνει θέση σε κανένα ζήτημα, η πολιτική του πρόταση να είναι μόνο η «φωτογένεια» και οι χειρονομίες.

Σήμερα, οι απολύτως αναγκαίες για τη χώρα πολιτικές πρωτοβουλίες (εξυγίανσης και πραγματικού εκσυγχρονισμού) είναι αδύνατο να εξαγγελθούν, χωρίς η εξαγγελία τους να συνιστά πολιτική αυτοκτονία του εξαγγέλλοντος. Ποιος πολιτικός θα τολμούσε, έστω υπαινικτικά, να εξαγγείλει απόπειρα απελευθέρωσης της πολιτικής (αλλά και της κοινωνίας και του κράτους) από τη δυναστευτική ισχύ του συνδικαλισμού; Δεν θα έπαιρνε ούτε τις ψήφους των στενών συγγενών του. Το ίδιο κι αν διενοείτο να επαγγελθεί θεσμούς αξιοκρατικού ελέγχου της δημοσιοϋπαλληλίας, πάταξης του χρηματισμού των κηφήνων.

Θεμελιώδης όρος της δημοκρατίας είναι η χρήση της γλώσσας – στον στίβο της γλώσσας κρίνεται το άθλημα της πολιτικής. Το καινούργιο στην πολιτική θα σαρκωθεί σε καινούργια γλώσσα, για να συστήσει καινούργια πράξη. Αν η γλώσσα αποκρύβει την πρόθεση της πράξης, το αποτέλεσμα είναι φασισμός, έστω κι αν η πράξη μοιάζει έξοχη και ευεργετική.

Σίγουρα, η γλώσσα δεν είναι απρόσωπο «μίλημα», είναι πάντοτε έκφραση και φανέρωση της μοναδικότητας ενός προσώπου – της όλης προσωπικότητας του πολιτικού: Θα τον κρίνουμε κενολόγο ή κρυπτολόγο από τη γλώσσα του, θα τον εμπιστευθούμε ή θα τον απορρίψουμε, όχι μόνο από τα νοήματα, αλλά και από το ήθος της γλώσσας του. Το καθεστώς καταδυνάστευσης της κοινωνίας από τα κόμματα, από τον συνδικαλισμό, την αναξιοκρατία, τη φαυλότητα δεν ανατρέπεται με τη φυγή στην αοριστολογία ή στην αποσιώπηση. Θα ανατραπεί με την τόλμη προσωπικού λόγου, που διακινδυνεύει, επειδή αγαπάει.

Αυτό είναι, ίσως, το «καινούργιο», που απεγνωσμένα ζητάμε στην πολιτική.

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2022

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> για το είδωλο της «προόδου» όπως αυτός το βλέπει και το εκφράζει ...

 

Κάτι ακόμα για το είδωλο της «προόδου»

Christos Yiannaras | 05 Sep 2022

Ο κανόνας είναι ότι οι συλλογικότητες βραδυπορούν, η ωρίμανση συλλογικών επιγνώσεων εμφανίζει ανυπόφορη καθυστέρηση. Χρειάζεται χρόνος πολύς, μετρημένος με τη διαδοχή γενεών, για να γίνουν κοινή συνείδηση δεδομένα που η οξυδέρκεια των ολίγων εύστοχα και έγκαιρα εντοπίζει.

Πέρασαν κάπου εκατό χρόνια για να αρχίσουμε να υποψιαζόμαστε, κατά πλειονότητα, οι Νεοέλληνες (χάρη στη λεγόμενη «γενιά του ’30») ότι δεν είναι απαραιτήτως αφορμή ντροπής ο πολιτισμός του λαού μας στους αιώνες της Τουρκοκρατίας. Χρειάστηκαν μεγάλα αναστήματα ερευνητών της Ιστορίας και τεχνοκριτικών, για να αρχίσει να ραγίζει η συλλογική μας βεβαιότητα ότι «Βυζάντιο» σημαίνει σκοτάδι και βαρβαρότητα. Έπρεπε να αναγνωριστεί με θαυμασμό από τους δυο νομπελίστες ποιητές μας η κριτική οξυδέρκεια και η λογοτεχνική αξία του Μακρυγιάννη και του Παπαδιαμάντη, για να αρχίσει να μειδιά η νεοελληνική κοινωνία με κάποιους αφελείς αφορισμούς του Κ.Θ. Δημαρά.

Μεσολάβησαν εκατόν πενήντα περίπου χρόνια από την «αυθεντία» του Κοραή, για να μπορεί ο Τσαρούχης να ειρωνεύεται τον μεταπρατισμό μας των Ελλήνων, τον άκριτο και επαρχιώτικο θαυμασμό μας για ό,τι φάνταζε «εφάμιλλον των ευρωπαϊκών». Στο μεταξύ προλάβαμε να καταστρέψουμε οριστικά και ανεπίστροφα το κάλλος της ελληνικής γης, να μεταμορφώσουμε την «οικιστική συλλογικότητα» σε κόλαση αυτοβασανισμού μας. Και συνεχίζουμε αχαλίνωτοι τον «εξευρωπαϊσμό» μας καίγοντας και τσιμεντώνοντας ή ατιμάζοντας κάθε σπιθαμή της ελλαδικής επικράτειας.

Δυο αιώνες τώρα η κατ’ όνομα νεοελληνική κοινωνία μοιάζει να μη θέλει να συνειδητοποιήσει την τραγική σχιζοφρένεια που καθόρισε τον μετασχηματισμό της: από πολυφυλετική έκφανση ενιαίου πολιτισμού σε τραγική σχιζοφρένεια της απομίμησης «κράτους». Καμώνεται ότι θαυμάζει, αλλά ταυτόχρονα ντρέπεται για τον «βυζαντινό» και «μετα-βυζαντινό» πολιτισμό της, πιθηκίζει την εργαλειακή «ανάπτυξη» της Δύσης. Δυο αιώνες τώρα, η ανεπίγνωστη σχιζοφρένεια γεννάει αλλεπάλληλους οδυνηρούς διχασμούς και πολώσεις: Δημοτικιστών και Καθαρευουσιάνων, Βενιζελικών και Βασιλικών, Κομμουνιστών και Εθνικοφρόνων, Προοδευτικών και Συντηρητικών.

Η συλλογική ωρίμανση σε καίριες συνειδητοποιήσεις χρειάζεται πολλές γενιές, δεκαετίες πολλές ή και αιώνες για να συντελεστεί. Ακόμα και σήμερα, πόσοι Νεοέλληνες συνειδητοποιούν ότι με την ίδρυση «κράτους» Ελλαδικού, σήμανε το ιστορικό τέλος του Ελληνισμού. Ίσως να μη γινόταν διαφορετικά, να ήταν μονόδρομος το «εθνικό κράτος». Όμως με την ίδρυσή του τελειώνει ο Ελληνισμός. Ως τότε, ακόμα και κάτω από φριχτή δουλεία, οι Έλληνες κατόρθωναν να παράγουν πολιτισμό: ποίηση, μουσική, αρχιτεκτονική, κοινοτικούς και συντεχνιακούς θεσμούς, απαράμιλλη λαϊκή τέχνη. Από την ίδρυση του ελλαδικού κράτους και μετά, παράγονται μόνο μίμηση και μεταπρατισμός. Με καλές, κάποτε και εξαιρετικές επιδόσεις, αλλά μόνο απομίμησης των δυτικών σχολών, θεσμών, ιδεολογημάτων.

Από την ίδρυσή του το ελλαδικό κράτος θεμελιώνει την εξωτερική του πολιτική, αλλά και σύνολη τη λειτουργία του πολιτικού του συστήματος, στην αξιωματική βεβαιότητα ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν» – στην αυτονόητη για κάθε Έλληνα πεποίθηση ότι η νεωτερική Δύση οφείλει τα θεμέλια του πολιτισμού της στην Ελλάδα, ότι «εμείς» της δώσαμε τα φώτα, επομένως μπορούμε να απαιτούμε, ρητά ή έμμεσα, ανταπόδοση. Πιστεύουμε οι Νεοέλληνες ότι οι δυσλειτουργίες του ελληνώνυμου κρατιδίου που, με άκρα συγκατάβαση επιτρέπουν οι Δυτικοί να υπάρχει, θα λιγοστεύουν όσο θεσμοί, λειτουργίες και νοο-τροπία θα πειθαρχούν όλο και πιο πειθήνια στο αυθεντικό δυτικό μοντέλο.

Η κοινωνική ωρίμανση σε καίριες συνειδητοποιήσεις θέλει χρόνο πολύ, δεκαετίες ή και αιώνες. Ωρίμανση σημαίνει σοβαρή, απροκατάληπτη πληροφόρηση, ανιδιοτελή κριτική και έντιμη αξιολογική αποτίμηση του ήθους, άτεγκτη ανιδιοτέλεια, άγρυπνο αυτοέλεγχο της εντιμότητας και αξιοπρέπειας. Η συνταγή επιτυχίας είναι να επιδιώκεις την ποιότητα, όχι τη φήμη και την προτεραιότητα των εντυπώσεων.

«Η αστραπή και η βροντή χρειάζονται χρόνο, το φως των άστρων θέλει καιρό για να φτάσει σε μας, οι πράξεις χρειάζονται χρόνο για να γίνουν ορατές και ακουστές, έστω και αν έχουν πια διαπραχθεί», είπε ο Νίτσε. Ώσπου να ανοίξουν τα μάτια στη θέα της πραγματικότητας, τόσο οι αυτουργοί των ιστορικών εγκλημάτων όσο και οι οξυδερκείς που τα κατήγγειλαν, θα έχουν σαρωθεί από τον θάνατο. Οι μεν έχοντας (ίσως) απολαύσει τις ηδονές της εξουσίας, οι δε έχοντας πληρώσει τίμημα άκρως οδυνηρό της αγωνιστικής τους εντιμότητας.

Αν όλα τελειώνουν σε δυο μέτρα γης, τότε ο «προοδευτικός» αμοραλισμός είναι η ύψιστη πολιτική φιλοσοφία.

Τρίτη 23 Αυγούστου 2022

Η παρακμή στην κυριολεξία της!!! - > Φιλοσοφική και Θεολογική έκρηξη! του καθηγητή της φιλοσοφίας Χρήστου Γιανναρά ...

 

Λεηλασία της ζωής μας

Christos Yiannaras | 22 Aug 2022

Ο μηδενιστικός «εκσυγχρονισµός» µάχεται φανατισµένα να αποδεσµεύσει την «πόλιν» από τα «ιερά» της, την πολιτική από κάθε «νόηµα» ή στόχο πέρα από τη στυγνή χρησιμότητα. Και η θεσμοποιημένη μεταφυσική («επικρατούσα θρησκεία») πασχίζει πεισματικά και απερίσκεπτα να αποδείξει ότι το απολακτιζόμενο από τους «εκσυγχρονιστές» νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης και συνύπαρξης δεν είναι παρά απλό συναίσθημα «θρησκευτικό» ιδεολογικοποιημένο ψυχολόγημα.

Η κάθε πλευρά μάχεται να ευτελίσει αυτό που έχει και να προσλάβει αυτό που την ακυρώνει: Η πολιτική αγωνίζεται να απεκδυθεί τον κοινωνικό της χαρακτήρα, τη σκοποθεσία σχέσεων κοινωνίας «κατ’ αλήθειαν» βίου, αποτροπής της αλλοτρίωσης του ανθρώπου. Θεωρείται «προοδευτική» η πολιτική που ταυτίζεται με μια «πρακτική της συλλογικότητας», λογιστικές διευθετήσεις της οικονομίας, τεχνοκρατικές ρυθμίσεις για τη γενικευμένη, ακώλυτη καταναλωτική αποχαύνωση.

Από τη δική της πλευρά, η θεσμοποιημένη μεταφυσική προσπαθεί, με κάθε τρόπο, να αποποιηθεί τον προβληματισμό και τη γλώσσα που φωτίζει το αίνιγμα της ζωής και του θανάτου. Προτιμάει συναισθηματικές παρηγόριες, πληθωρικές ηθικολογίες, άσχετες με την εμπειρία, ψυχολογικές «βεβαιότητες» που λανσάρονται σαν «πίστη». Παραιτείται από την υποστατική πραγματικότητα της αλήθειας της (από το κοινωνικό σώμα της ενορίας και επισκοπής), επιχειρεί να διασωθεί ως θεσμοποιημένη από το κράτος ιδεολογία. Δεν αντιλαμβάνεται τον ιλιγγιώδη πολιτισμό στον οποίο σαρκώθηκε το «ευαγγέλιό» της.

Περίεργες αναλογίες αμοιβαίων εξομοιώσεων: Οι διαχειριστές του μηδενιστικού «εκσυγχρονισμού» παλεύουν, με νύχια και με δόντια, να υποκαταστήσουν την πολιτική «πράξη» με σκηνοθετημένες εντυπώσεις, το άθλημα της ποιότητας και κοινωνικής προσφοράς με τη φιγουρατζίδικη ευτέλεια. Ο πήχυς των επιδιώξεών τους δεν μπορεί να ανεβεί ψηλότερα από την ψηφοθηρία. Είναι το μέγιστο που μπορούν να φιλοδοξήσουν, το βλέπει κανείς στην ιταμότητα των φυσιογνωμιών και των λόγων τους. Αφρίζουν στα τηλεοπτικά «παράθυρα», μαίνονται υστερικά και εξευτελίζονται, προκειμένου να εξαλείψουν κάθε μνεία «ιερότητας» από την «πόλιν», να ισοπεδώσουν τη ζωή στο επίπεδο των «δικαιωμάτων».

Γιατί; Ίσως επειδή το «ιερό» παραπέμπει σε ποιότητες που συντρίβουν τα δικά τους σπιθαμιαία αναστήματα, καταδείχνουν μικρονοϊκή τη λογική του μηδενισμού, τρομακτικό τον επικείμενο θάνατο του θωρακισμένου με «δικαιώματα» ατόμου.

Από την άλλη μεριά, οι δοκούντες άρχειν των θρησκευτικών θεσμών μάς αφήνουν ενεούς με την ανάγκη που έχουν να μεταφράζουν την οντολογία (το «νόημα» της ύπαρξης και της συνύπαρξης) σε φτηνό ψυχολόγημα, σε γλώσσα ωφελιμιστικής ιδιοτέλειας, γλώσσα εξουσίας και «έργων αξιομισθίας». Δίχως αυτή την εξουσιαστική επένδυση δεν μπορούν να πουν τι επαγγέλλονται, χρειάζονται την εξουσιαστική σκηνοθεσία για να εκπροσωπήσουν την ελπίδα νίκης της ζωής καταπάνω στον θάνατο.

Τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια πολιτισμού των Ελλήνων συνιστούν απτό θησαύρισμα στη ζωντανή (ακόμα) ορθόδοξη εκκλησιαστική λατρεία: Εκεί η συνέχεια της αρχαιοελληνικής πολιτικής, η «εκκλησία του δήμου» ως εκκλησία των πιστών. Εκεί η συνέχεια της τραγωδίας, η δραματουργία που λειτουργεί ως αποκάλυψη. Εκεί η διαχρονική συνέχεια της γλώσσας από τον Όμηρο ώς τον Παπαδιαμάντη, σε κάθε εσπερινό και όρθρο. Η συνέχεια της ποίησης αδιάπτωτη, η συνέχεια της μουσικής, της ζωγραφικής από τα Φαγιούμ ώς τον Θεόφιλο.

Αλλά «οι δοκούντες άρχειν» των θεσμών αντιπαρέρχονται πανάσχετοι το ιλιγγιώδες έργο που κλήθηκαν να διακονήσουν. Έχουν στα χέρια τους διαμάντια, και αυτοί μάχονται για χρωματιστά γυαλιά.

Η κάθε πλευρά παλεύει να απωθήσει αυτό που έχει, να προσλάβει αυτό που την ακυρώνει. Οι πολιτικοί αγνοούν ή προσπερνάνε αδιάφοροι κάθε ενδεχόμενο να νοηματοδοτήσουν το έργο τους με τη γόνιμη ετερότητα της παράδοσης (δηλαδή του πολιτισμού) των Ελλήνων. Μάχονται τον πολιτισμό (την εμπειρική μεταφυσική παράδοση των Ελλήνων) πιθηκίζοντας ετεροχρονισμένο τον αντικληρικαλισμό του 18ου αιώνα στη Δύση. Και από την άλλη μεριά, οι «θρησκευτικοί άρχοντες» ούτε που υποψιάζονται την πολιτισμική παράδοση που θα μπορούσαν να συνεχίζουν.

Η παρακμή στην κυριολεξία της.

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> [...] ελληνική κρατική αξιοπρέπεια δεν υπήρξε στα διακόσια χρόνια από τότε που «μετηλλάξαμεν τυράννους»....

 

Προκλητική η σιωπή των ενόχων

Christos Yiannaras | 07 Aug 2022

Το νεοελληνικό κράτος ξεκίνησε την ιστορική του ύπαρξη και πορεία ως ρομαντικό επινόημα των Ευρωπαίων «φιλελλήνων». Ο «λαός» που θα το αποτελούσε έβγαινε απευθείας από τα εγχειρίδια των πολιτικών ιδεών του «Διαφωτισμού», τα πραγματικά του γνωρίσματα και οι πραγματικές του ανάγκες δεν ενδιέφεραν κανέναν. Ο Κοραής και ο Ψυχάρης τού έφτιαξαν γλώσσα (ο καθένας με δική του συνταγή), ωσάν ως τότε να ήταν άγλωσσος ο λαός. Οι Βαυαροί του φτιάξανε πολίτευμα και θεσμούς, ωσάν ως τότε να μη λειτουργούσε οργανωμένος κοινωνικός βίος. Του κατασκεύασαν πρωτεύουσα βιάζοντας και ασελγώντας στην ιερότητα του αττικού τοπίου. Του στήσανε εκπαιδευτικό «σύστημα» τσίλικο, του φτιάξανε «κρατική» θρησκεία. Αυτός ο λαός που ξεσηκώθηκε ενάντια στους Τούρκους, δεν είχε πια τίποτε δικό του, μόνο την παραισθησιογόνο έμμονη ιδέα ότι βγαίνει απευθείας από τον χρυσούν αιώνα του Περικλή.

Η ωρίμανση της συλλογικής συνείδησης γίνεται με ρυθμούς απίστευτα βραδείς: Χρειάστηκαν εκατό χρόνια για να αρχίσει αμυδρά (δηλαδή μόνο χρησιμοθηρικά) να υποψιάζεται η ελλαδική κοινωνία ότι, και πριν από τον Κοραή και τους Βαυαρούς, κάποιο πολιτισμό σάρκωνε αυτός ο λαός και η γη του, πολιτισμό λαϊκό, δηλαδή σαρκωμένο (όχι ρομαντικό φάντασμα) σε αδιάκοπη συνέχεια χιλιάδων χρόνων. Κι αν δεν προσαρμοστεί το δάνειο (τεχνητό) κρατικό σχήμα στην πραγματικότητα (επιτέλους) του συγκεκριμένου λαού, στην ιδιαιτερότητα των αναγκών του, των ελαττωμάτων του και των αρετών του, αυτή η χώρα θα είναι πάντα θέατρο σκιών.

Με τη λεγόμενη «γενιά του ’30» ξεμύτισαν αυτές οι συνειδητοποιήσεις. Μοιάζει να χρειάζονται άλλα εκατό χρόνια για να ωριμάσει πολιτικό αποτέλεσμα. Ακούμε τους πολιτικούς, δεκαετίες τώρα, να κενολογούν για «εκσυγχρονισμό», και την «προοδευτική» διανόηση να κοάζει φαντασμένο και οργίλο αντιεθνικισμό στο όνομα πάντοτε της κοραϊκής «μετακένωσης». Και δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε, σε ποιον αιώνα έχει καθηλωθεί η νεοελληνική κοινωνία. Ωσάν όλοι να υπηρετούμε ακόμα το φαντασιοκόπημα της ex nihilo συγκρότησης κράτους «ευρωπαϊκού» – ωσάν να μην υπάρχει πια λαός με ρεαλιστικό ιστορικό παρελθόν, με ιδιαιτερότητα ιστορικών ευθυνών και τραυματικών συμπλεγμάτων.

Όποιος έρχεται σε κάποια επαφή με την «κρατική μηχανή» στη σημερινή Ελλάδα, απορεί και εξίσταται: πώς και ακόμα λειτουργεί συλλογικός βίος, πώς εξακολουθεί να υπάρχει κράτος ελληνώνυμο. Πώς γίνεται να δουλεύουν παραγωγικά και να φορολογούνται τόσο λίγοι, ενώ ταυτόχρονα τόσοι πολλοί κατακλέβουν ξεδιάντροπα τα κρατικά ταμεία. Πώς εξηγείται, να ψηφίζει ο «λαός» κατ’ εξακολούθησιν τους επιδέξιους σε επιδόσεις διαφθοράς και ανικανότητας. >>>>>>

Τρίτη 12 Ιουλίου 2022

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> άρθρο του που απεικονίζει με γλαφυρό και συνάμα σκληρό λόγο, την κατάντια (!) της ελληνικής κοινωνίας στις μέρες μας ...

 ...Αυτοί είμαστε και έτσι μένουμε, ταξιδιώτες στην λιακάδα...

=========================================================================================================================

Το τίμημα της ποιότητας

Christos Yiannaras | 10 Jul 2022

Ποιό ποσοστό του ελλαδικού πληθυσμού βρίσκεται σήμερα σε επίπεδο γλωσσικού (επομένως και ψυχικού) πρωτογονισμού; Είναι ένα μικρό, περιθωριακό ποσοστό, είναι πολύ μεγαλύτερο από όσο αντέχουμε να παραδεχτούμε;

Οι δημοσκοπήσεις μας πληροφορούν, συνήθως, για τα ποσοστά λαϊκής προτίμησης που συγκεντρώνουν κατά καιρούς οι πολιτικοί και τα κόμματα ή για την ιεράρχηση από την κοινή γνώμη της σπουδαιότητας των προβλημάτων – διερευνούν, κατά κανόνα, ποσοστά απόψεων και γνωμών ανεξέλεγκτης σπουδαιότητας ή και μικρόνοιας. Δεν ενδιαφέρουν (γι’ αυτό και δεν δημοσιεύονται) στατιστικές που να καταμετρούν, ποιο ποσοστό του πληθυσμού κατανοεί (ή απλώς διαβάζει) το κύριο άρθρο μιας εφημερίδας, δημοσιογραφικές πολιτικές αναλύσεις, τους προβληματισμούς μιας επιφυλλίδας. Δεν ξέρουμε πόσοι Έλληνες σήμερα μπορούν να εντοπίσουν γεωγραφικά την Τσετσενία ή και τη Λήμνο, να κατανοήσουν τις πολύτιμες αναλύσεις του Ιωάννη Μάζη ή του Σάββα Καλεντερίδη, πόσοι μπορούν να διηγηθούν την «υπόθεση» ενός κινηματογραφικού έργου που μόλις παρακολούθησαν.

Γήπεδα, καφετέριες, σχολικά προαύλια, στρατόπεδα, χώροι κοινής σχόλης δίνουν συνήθως την εικόνα ότι η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού πληθυσμού σήμερα είναι, μέχρι σημείου αναπηρίας, βυθισμένη σε γλωσσική (άρα και νοητική) υστέρηση. Το χρήμα, η τεχνολογία και οι σωματικές απολαύσεις είναι τα όσα κυρίως απασχολούν τον ανθρωπολογικό τύπο, που επίμονα προβάλλουν τα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια. Τον καμβά της εκφραστικής του Ελλαδίτη τον συνιστούν κυρίως λέξεις σεξουαλικών απηχήσεων – μοιάζει μάλλον ανίκανος να αρθρώσει ένα πλήρες νόημα, να διατυπώσει επιχείρημα, να χτίσει λογικό συμπέρασμα.

Δεν πρόκειται για περιθωριακή κοινωνική μερίδα, που υπάρχει και επιμένει (ολοφάνερα λένε οι στατιστικές) σε μορφωτική καθυστέρηση. Μάλλον μιλάμε για φαινόμενο γενικευμένου αυθυποβιβασμού και νεο-πρωτογονισμού, όπου ο καταναλωτισμός απολυτοποιείται, γίνεται μοναδική συλλογική στόχευση, ενιαία διακομματική επιδίωξη. Μην ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα, εδώ και πολλές δεκαετίες, το «φροντιστήριο» έχει υποκαταστήσει το σχολείο, η συνδικαλισμένη ημιμάθεια έχει επιβάλει την κατάργηση της αξιοκρατίας και τον χλευασμό της αριστείας, ζούμε τον εφιαλτικό κρετινισμό να ταυτίζεται η «ακαδημαϊκή ελευθερία» με τη μόνιμη κατάληψη των πανεπιστημιακών χώρων και δημόσιων κτιρίων από τη νεολαιίστικη κομματική καφρίλα.

Ας τολμήσουμε, επιτέλους, μια στατιστική έστω προσέγγιση: Να αντιληφθούμε, ποιο ποσοστό του ελλαδικού πληθυσμού είναι ανέλπιδα βυθισμένο στον πρωτογονισμό της ανέμελης αφέλειας. Ρεαλιστικά, μοιάζει να μετρούν ποσοτικές αναλογίες ευήθειας μόνο οι πολιτικοί. Μόνο πατώντας σε έγκυρες διαγνώσεις απερισκεψίας των εκλογέων τους μπορούν να παραβλέπουν οι πολιτικοί τις κριτικές καταγγελίες και την οργή των σκεπτόμενων πολιτών. Ξέρουν οι επαγγελματίες της εξουσίας ότι τόσο ο λόγος τους όσο και τα έργα τους δεν θα περάσουν από τον λογικό κριτικό έλεγχο των πολιτών, το σχολείο στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης (1974-2022) έχει μεθοδικά χειραγωγήσει τους Ελληνώνυμους υπηκόους του ΝΑΤΟ στην κατάφωρη αδυναμία να κρίνουν, να συγκρίνουν, να σκέφτονται, να επαληθεύουν εμπειρικά την πληροφορία, την είδηση, ενημέρωση, κριτική αποτίμηση.

Τις εκλογές τις κρίνει ο πρωτογονισμός της συνθηματολογικής προπαγάνδας, το μέγεθος και το πλήθος από αφίσες, η ψυχολογική υποβολή της ψευδολογίας των «σποτς», η πρόκληση ορμέμφυτων διχαστικών αντανακλαστικών. Γι’ αυτό και η κρατική προστασία που επισήμως προσφέρεται στον πρωτογονισμό, είναι κυριολεκτικά εξωφρενική: Πολυδάπανη αστυνομική προστασία του κρετινισμού των γηπέδων, διακριτική εύνοια για τους χούλιγκανς, που με τακτή περιοδικότητα καίνε και λεηλατούν περιουσίες, άκρατος λαϊκισμός στην ανοχή της συνδικαλιστικής αυθαιρεσίας, θεσμοποιημένη κατάργηση πειθαρχικών συμβουλίων και αξιοκρατικής ιεραρχίας σε κάθε πτυχή του δημόσιου βίου.

Με ποιο συνειδησιακό αντίκρισμα οι συγκεκριμένοι διαχειριστές της εξουσίας αναλαμβάνουν την ευθύνη και πρωτοβουλία τέτοιων εν ψυχρώ κοινωνικών εγκλημάτων; Είναι δυνατό, νοήμονες άνθρωποι να πιστεύουν ότι ο μεθοδικός εκμαυλισμός του δημόσιου και ιδιωτικού ήθους συνιστά «εκσυγχρονισμό», «φιλελευθεροποίηση», «δημοκρατία»; Τους καλύπτουν ψυχολογικά οι εξωραϊσμοί του μηδενισμού ως της μόνης πολιτικής φιλοσοφίας, με τους οποίους κατακλύζει τα κυριακάτικα φύλλα των εφημερίδων η «προοδευτική» μας διανόηση;

Ας τολμήσουν, σαν τον βασιλιά του παραμυθιού, να εισχωρήσουν, μεταμφιεσμένοι και αγνώριστοι, σε γήπεδα, καφετέριες, σχολικά προαύλια, στρατόπεδα, χώρους κοινής σχόλης. Ή ας τολμήσουν (τουλάχιστον) μια στατιστική καταμέτρηση του πρωτογονισμού στην Ελλάδα σήμερα.


Τρίτη 5 Ιουλίου 2022

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας -> «οι πολιτικοί» και τα ενδιαφέροντα της «πλεμπάγιας» - του όχλου !...

 


Όλοι ίδιοι είναι;

Christos Yiannaras | 04 Jul 2022

Πόσο αφορά τον Έλληνα σήμερα η πολιτική; Πόση σχέση έχει με την πραγματικότητα της ζωής του, με τα πραγματικά του προβλήματα;

Ο ιδιωτικός βίος συναντιέται με την πολιτική σε δύο επίπεδα: του συμφέροντος ή του οράματος. Κάποτε το όραμα λειτουργεί ως πρόσχημα για το συμφέρον, ίσως και το συμφέρον να γίνεται έναυσμα για το όραμα.

Σήμερα δεν υπάρχουν πια περιθώρια να εξυπηρετηθούν συμφέροντα από την πολιτική, ούτε να ενεργοποιηθούν οράματα. Μιλάμε για την πραγματικότητα ζωής της πλειονότητας των ψηφοφόρων, όχι για τους λίγους «διαπλεκόμενους» με την εξουσία.

Ως πριν από λίγα χρόνια, ο ισχυρός δεσμός του ιδιωτικού βίου με την πολιτική ήταν το ρουσφέτι: Τα γραφεία των πολιτευτών κατακλύζονταν από ψηφοφόρους που επαιτούσαν ή εκβίαζαν διορισμό στο δημόσιο, δάνειο από Τράπεζα ή οργανισμό του δημοσίου, ποικίλες διευκολυντικές παρακάμψεις του γραφειοκρατικού πολύποδα. Σήμερα, εκ των πραγμάτων, τα περιθώρια για ρουσφέτι έχουν, ίσως, μειωθεί, η εκτεταμένη διαφθορά και καταλήστευση του δημόσιου χρήματος πέρασε σε κυκλώματα, που είναι αδύνατο πια να ελεγχθούν.

Το χαράτσι που πρέπει να πληρώσει ο πολίτης (σε χρήμα ή σε κομματική υποτέλεια) για να διοριστεί το παιδί του σε θέση δημόσιου υπαλλήλου, το καταβάλλει με προηγμένες μεθόδους μαφίας σε μεσολαβητές φαινομενικά ασύνδετους με το κύκλωμα. Κομματικό χαρακτήρα απροκάλυπτο διατηρούν οι παροχές προνομιακών δανείων και οι καμουφλαρισμένοι διορισμοί. Εύκολο ρουσφέτι παραμένει η μετάθεση στρατευμένων ή φυλακισμένων.

Ο ιδιωτικός βίος έχει πάψει προ πολλού να συναντιέται με την πολιτική και σε επίπεδο «οράματος» κοινωνικού, πατριωτικού αυθορμητισμού. Δεν κυκλοφορούν πια ιδέες πολιτικές, που να εγγίζουν τον υπαρξιακό προβληματισμό των ανθρώπων, την κοινωνική τους ευαισθησία, κίνητρα προσφοράς και θυσιών για τα κοινά. Το πιο τραγικό: δεν υπάρχουν πια ελπίδες κοινωνικής αλλαγής. Ο σημερινός Έλληνας πιστεύει ότι όσο ζει, όποιο κόμμα κι αν ψηφίσει, όποιον αρχηγό, δεν πρόκειται τίποτα να αλλάξει στη ζωή του. Αν κάτι βελτιωθεί, θα οφείλεται σε συγκυρίες, όχι στην πολιτική.

Ούτε περιθώρια πολιτικών επιλογών υπάρχουν. Ο ψηφοφόρος πολίτης δεν έχει δίλημμα ανάμεσα σε πολιτικές που ειλικρινά πιστεύουν στη γονιμότητα προστασίας των ατομικών συμφερόντων και σε πολιτικές που μάχονται για κοινωνικές προτεραιότητες. Ξέρει καλά ο ψηφοφόρος σήμερα ότι κοινωνικά αγαθά (το συλλογικό συμφέρον, η κοινή ανάγκη, η κοινωνία της χρείας) δεν υπάρχουν πια, όλα είναι εμπορεύσιμα, ατομικά δικαιώματα εκβιάζονται ή αγοράζονται. Οι «σοσιαλιστές» ασκούν θατσερική πολιτική, η «Δεξιά» πιθηκίζει την καπατσοσύνη των «σοσιαλιστών».

Ο απλός άνθρωπος ξέρει ότι, όποιος κι αν νέμεται την εξουσία στη χώρα, τίποτα στη δική του ζωή δεν αλλάζει. Θα πεθάνει με την πίκρα, τουλάχιστον ο ασυμβίβαστος με την καπατσοσύνη. Η πίκρα κατασταλάζει κάθε μέρα στην ψυχή του: για την αναιδή ανισότητα, τον προκλητικό αμοραλισμό, τον άνομο πλούτο, την κλοπή του φορολογημένου ιδρώτα.

Η πολιτική δεν αφορά τον σημερινό άνθρωπο, δεν αγγίζει την πραγματικότητα της ζωής του ούτε στο επίπεδο του συμφέροντος ούτε στο επίπεδο του οράματος. Στην πιστοποίηση συνεργούν τα τηλεοπτικά μέσα προσδίδοντας στην πολιτική την «ελκυστικότητα» του επαγγελματικού ποδοσφαίρου ή του κουτσομπολιού της γειτονιάς. Ξέρουν καλά οι έμποροι της «πληροφόρησης» ότι στα ενδιαφέροντα της «πλεμπάγιας» προηγούνται οι ειδήσεις του αστυνομικού δελτίου, οι ερωτικές ή υγείας περιπέτειες λαϊκών τραγουδιστών και δημοφιλών ηθοποιών και ακολουθεί σε απόσταση το ενδιαφέρον για τα εσωκομματικά παρασκήνια και συντροφικά αλληλομαχαιρώματα δελφίνων.

Το χάσμα ανάμεσα στην κοινωνία και στην πολιτική γίνεται αγεφύρωτο, όταν μια κρίσιμη μάζα πολιτών πεισθεί πως οι πολιτικοί «όλοι ίδιοι είναι». Η κρίση, ισοπεδωτική, απαξιώνει τους πάντες, δίχως περιθώρια ελπίδας στην εξαίρεση. Οι επαγγελματίες της πολιτικής, φυσικοί αυτουργοί του χάσματος ανάμεσα στην κοινωνία και στην πολιτική, εξοργίζονται με τον απαξιωτικό αφορισμό στη γενικότητά του. Τον καταγγέλλουν σαν προάγγελο φασιστικών υπονομεύσεων της δημοκρατίας.

Δεν καταλαβαίνουν το ρεαλιστικό γνωμάτευμα του λαού. Το «όλοι ίδιοι είναι» δεν σημαίνει ότι όλοι οι πολιτικοί «διαπλέκονται», όλοι ψευδολογούν, υποκρίνονται, καλύπτουν ατιμίες με τη βουλευτική ασυλία τους. Ο λαός απλώς εκφράζει αυτό που βλέπει: Βλέπει ανθρώπους, ακόμα και σπάνιας ποιότητας, μόρφωσης, εξαίρετων ικανοτήτων. Που μόλις «κατέβουν» στην πολιτική αποκόβονται καισαρικά από την πραγματικότητα της κοινής ανθρώπινης ζωής. Μιλάνε για τη ζωή, αλλά αναφέρονται πια σε φαντάσματα. Μοναδική πραγματικότητα γι’ αυτούς είναι η εκλογή ή επανεκλογή τους.

Σε αυτή τη μοναδική πραγματικότητα και επιδίωξη εξομοιώνονται όλοι. Η Κίρκη της εκλογής ή επανεκλογής τούς κάνει όλους ίδιους. Εκτός πραγματικότητας.

===========================================================================================================