Ένα τραγούδι για του Αγίου Βαλεντίνου:
«Πάρε με κοντά σου»
>>>>>>
Η εξαγωγική επιχείρηση, με βάση στην Αργολίδα και
εργοστάσιο στη Σκύδρα της Πέλλας, εμπορευόταν εσπεριδοειδή στις χώρες της
Δυτικής Ευρώπης.
Έχοντας καλό όνομα στην αγορά, δέχτηκε πρόταση από
αλυσίδα Super markets της Γερμανίας, με έδρα την Βρέμη, να τους προμηθεύει
τα προϊόντα της. Η συμφωνία έκλεισε και οι ιδιοκτήτες, ο Παναγής και ο Κωστής,
θέλησαν να κάνουν το τραπέζι στα στελέχη της αλυσίδας, για το ξεκίνημα της
συνεργασίας. Κανόνισαν, λοιπόν, το δείπνο σε μεγάλο ελληνικό εστιατόριο της
Βρέμης.
Πλούσιο, όπως είχε σχεδιαστεί, το τραπέζι και η μεγάλη
ελληνογερμανική παρέα το απολάμβανε, όταν από το μπαρ, λίγο πιο πέρα, ακούστηκε
ένας Έλληνας – όπου πάμε ακουγόμαστε – να ρωτά τον διπλανό του:
«Από πού είσαι καρντάση;»
«Από την Θεσσαλονίκη!»
«Από την Θεσσαλονίκη; Κι εγώ από Θεσσαλονίκη είμαι!»
και γυρίζοντας στον μπάρμαν: «Κέρασέ τον μια μπύρα!»
Την πίνουν, οπότε ήρθε η σειρά του άλλου:
«Και από πιο μέρος, για;»
«Από την Άνω Τούμπα!»
«Από την Άνω Τούμπα; Κι εγώ από εκεί είμαι! Κέρασέ τον
μια μπύρα!»
Σερβίρει ο μπάρμαν και οι ερωταποκρίσεις συνεχίζονται:
«Μη μου πεις πως είσαι και ΠΑΟΚ…»
«ΠΑΟΚάρα και ξερό ψωμί!»
«Αδερφέ μου! Να λελεύω σε! (να σε χαρώ). Κέρασέ τον μια μπύρα!» >>>>
Την Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022, στην αίθουσα εκδηλώσεων της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, έγινε με
μεγάλη συμμετοχή, η παρουσίαση των βιβλίων «Ιστορίες στο περιθώριο της
Ιστορίας» και «Σκόρπια φύλλα
καρδιάς» (ποιήματα), του Αργείου Ιστορικού ερευνητή - Λογοτέχνη Γιώργου Ν. Μουσταΐρα και μέλους της Εταιρίας
Ελλήνων Λογοτεχνών.
Την εκδήλωση, που συντόνισε επιτυχημένα
ο Αντώνης Θαλασσέλης, Ποιητής,
Εκδότης της Νέας Φιλολογικής
Πρωτοχρονιάς,.άνοιξε με χαιρετισμό
ο Αντιπρόεδρος της Εταιρίας και πρώην Πρόεδρος Παύλος Ναθαναήλ,
λογοτέχνης και παλιός δημοσιογράφος του BBC.
Μίλησαν, με τα καλύτερα λόγια για τον συγγραφέα και τα βιβλία του ο Σταύρος Λυγερός, Δημοσιογράφος,
επικεφαλής SLpress.gr, ο Γιώργος
Γιαννούσης, Οικονομολόγος - Ιστορικός ερευνητής, Πρόεδρος της Αργολικής
Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας & Πολιτισμού και ο Κώστας Καρούσος, Ποιητής - Εικαστικός, Πρόεδρος της Εταιρίας
Ελλήνων Λογοτεχνών.
Την εκδήλωση τίμησε με την παρουσία της, μεταξύ άλλων, και η κορυφαία
συγγραφέας Ρέα Γαλανάκη.
Να σημειωθεί πως ο Γιώργος Ν.
Μουσταΐρας είναι το μόνο μέλος της Ιστορικής Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών από την Αργολίδα, μιας Εταιρίας που
ιδρύθηκε το 1934 και Πρόεδροί της έχουν διατελέσει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο
Άγγελος Σικελιανός, ο Μιλτιάδης Μαλακάσης, ο Νίκος Βέης και άλλοι κορυφαίοι λογοτέχνες.
Τα βιβλία του Γιώργου Ν. Μουσταΐρα διατίθενται
από τα βιβλιοπωλεία του Άργους και του Ναυπλίου, καθώς και από τα μεγάλα
βιβλιοπωλεία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Ήταν μια μαγική μουσική βραδιά, την παραμονή του Δεκαπενταύγουστου, στη μεγάλη αυλή του ΦΟΥΓΑΡΟΥ, στο Ναύπλιο.
Το
Ρεμπέτικο τρίο «Κάτι παίζει», αποτελούμενο από τον Τάσο Γιαννούση (μπουζούκι –
τραγούδι), τον Νίκο Πρίγκουρη (κιθάρα) και τον Γιώργο Μουσταΐρα (τραγούδι)
καθήλωσε τους θεατές, που είχαν δημιουργήσει το αδιαχώρητο – ήσαν πολλοί που
δεν βρήκαν θέση και έφυγαν – επί δυόμιση ώρες, με μια εξαιρετική επιλογή
ρεμπέτικων τραγουδιών.
Μια μοναδική εκδήλωση που πολλοί εύχονται και επιθυμούν να την ξαναζήσουν. Και μαζί μ’ αυτούς όσοι δεν χώρεσαν ή έπρεπε να βρίσκονται στις εκκλησίες λόγω της Γιορτής της Παναγίας.
![]() |
Γιώργος Μουσταΐρας |
Η αυθόρμητος ομολογία
Ο
Μοίραρχος Ιωάννης Λεβεντογιαννάκος, έπινε τον πρωινό του καφέ, βαρύν γλυκόν με
πέντε φουσκάλες - όπως του άρεσε - και σε χοντρό φλιτζάνι, με θέα την θάλασσα,
που απλωνόταν καταγάλανη και ήρεμη κάτω από έναν λαμπερό ήλιο, μπροστά από το
γραφείο του.
Ένοιωθε
μια μοναδική αγαλλίαση καθώς μόλις τον είχαν ειδοποιήσει τα «όργανα», πως,
επιτέλους, είχαν βρει και προσαγάγει στο Τμήμα τον Μιχάλη τον Σύρμα, με σοβαρές
ενδείξεις ενοχής για καμιά δεκαριά διαρρήξεις στην ευρύτερη περιοχή. Ήδη το είχαν
στα υπόγεια, όπου θα ακολουθούσε η ανάκριση. Είχε δώσει εντολή να τον
περιμένουν, μέχρι να ολοκληρώσει την πρωινή τελετουργία του καφέ, για να
παρίσταται κι αυτός…
Την
στιγμή, όμως, που σηκωνόταν και τακτοποιούσε την στολή του, για να κατευθυνθεί
προς το δωμάτιο όπου βρισκόταν ο ύποπτος, μπήκε ασθμαίνων ο αξιωματικός
Υπηρεσίας και του μετέφερε το νέο:
«Κύριε
Διοικητά, μόλις κατάφθασε ο κύριος Εισαγγελεύς!»
Ο
Εισαγγελέας είχε πληροφορηθεί, άγνωστο πώς, για την προσαγωγή και επειδή
κυκλοφορούσαν φήμες περί… χειρωνακτικών ανακριτικών μεθόδων, που χρησιμοποιούσε
το Τμήμα, θέλησε να παρίσταται κατά την διάρκεια της ανάκρισης. Μπλέξιμο…
Τι
να κάνει, υποδέχτηκε με ευγένεια τον εκπρόσωπο της Δικαιοσύνης και μαζί
κατέβηκαν τις σκάλες. Στο δωμάτιο ανάκρισης τους περίμενε ο ενωμοτάρχης
Μητρούσιας, ένας ορεσίβιος κοντά δυο μέτρα, με κάτι παλάμες σαν πατόφτυαρα,
ειδικός στην εκμαίευση ομολογιών από δύσκολους υπόπτους. Ο Σύρμας καθόταν
μαζεμένος σε μια γωνιά.
Ο
κύριος Εισαγγελεύς, ευγενικός, συστήθηκε και άρχισε η ανάκριση πολιτισμένα:
«Για
πέσ’ μας ρε Μιχάλη, πώς την έκανες τη δουλειά» ρώτησε ο Μοίραρχος.
«Ποια
δουλειά;»
«Αυτή,
που μπούκαρες στα σπίτια των ανθρώπων…»
«Με
παρεξηγήσατε. Ούτε έκανα ούτε και έχω ακουστά!»
«Δεν;»
«Με
προσβάλετε!»
Δυό
ώρες τράβαγε το «ξέρεις» «δεν ξέρω», τους είχε φάει η ορθοστασία και άκρη δεν
έβγαινε, όπου ο Μοίραρχος πρότεινε στον Εισαγγελέα:
«Δεν
κάνουμε ένα διάλειμμα, να σας κεράσω και έναν καφέ στο γραφείο μου; Και
συνεχίζουμε.»
Ο
Εισαγγελέας συναίνεσε και ανέβηκαν για το καφεδάκι.
Στο
τέταρτο επάνω κτύπησε η πόρτα του Διοικητή. Ήταν ο ανακριτικός υπάλληλος, ο
Μητρούσιας. Με ένα διάπλατο χαμόγελο στο πρόσωπο ανακοίνωσε θριαμβικά:
«Ο
ύποπτος ομολόγησε αυθορμήτως!»
Άφησαν
τα συνοδευτικά του καφέ στη μέση και έσπευσαν και οι τρεις στα υπόγεια. Ο
Σύρμας καθόταν μαζεμένος σε μια γωνιά. Ο Μοίραρχος τον πλησίασε. Αυτός,
ενστικτωδώς, μαζεύτηκε κι άλλο. Του απεύθυνε τον λόγο:
«Παιδί
μου Μιχάλη, μου είπε ο Ενωμοτάρχης πως άλλαξες γνώμη και ομολόγησες».
«Ννναι».
«Ομολόγησες
αυθορμήτως, χωρίς καμία πίεση;»
«Μμμάλιστα».
«Και
για πεσ’ ρε Μιχάλη, να το ακούσει και ο κύριος Εισαγγελεύς. Έχεις κανένα
παράπονο από την συμπεριφορά του Ενωμοτάρχη απέναντί σου;»
Και
ο Σύρμας, με γουρλωμένα μάτια, έβγαλε μια τσιρίδα:
«Όοοχι,
όοοχι!»
Και
ο Μοίραρχος, απευθυνόμενος στον Εισαγγελέα:
«Στο
βάθος δεν είναι κακός άνθρωπος. Είδατε με τι πόνο ψυχής αναγνώρισε το σφάλμα
του;»
«Αυθορμήτως».
«Αυθορμήτως!».
Και
ανέβηκαν ξανά στο γραφείο για να τελειώσουν τα βουτήματα…
……………..
Ο
πυρήνας της ιστορίας είναι αληθινός, τα ονόματα φανταστικά….
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
Ο Γιώργος Μουσταΐρας βραβεύτηκε για το ποίημά του «Καράβι με μαύρο πανί»
... Γιατί υπάρχουν και αυτοί, οι ανιστόρητοί και αμόρφωτοι, που θα πουν από ζηλοφθονία, που έμαθε αυτός να γράφει ποιήματα, επειδή, εξ ιδίων κρίνουν τα αλλότρια ...
STAM.DAM.D.
Τοπικός δημοσιογράφος
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου, στο «Σπίτι της Κύπρου», στην Αθήνα, έγινε η απονομή των Βραβείων του 11ου Παγκόσμιου Λογοτεχνικού και Καλλιτεχνικού Διαγωνισμού Ποίησης για τα 200 χρόνια από την Έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, που διοργάνωσε ο Ελληνικός Πολιτιστικός Όμιλος Κυπρίων Ελλάδας.
Το ποίημά του Αργείου λογοτέχνη Γιώργου Ν. Μουσταΐρα, με τίτλο «Τ’ Αγιονοριού», με την περιγραφή της μάχης στο Αγιονόρι, όπου πρωτοστάτησε ο Νικηταράς, επικεφαλής Αργείων και Δαλαμαναριωτών πολεμιστών, τιμήθηκε με Β’ Βραβείο και Έπαινο.
Τ’ Αγιονοριού
Βαριά χτυπούν τα πέταλα και τ’ άλογα
φρουμάζουν
καθώς περνούν τη ρεματιά, ‘πο πάνω απ’ το
Μπερμπάτι,
από το Τουρκογέφυρο, που στήσαν μάνι –
μάνι,
για να διαβούν οι μπέηδες, να πιάσουν τ’
Αγιονόρι.
Δεν βρίσκουν άλλο πέρασμα να πάνε για την
Κόρθο,
αφού τους μακελέψανε στο έρμο
Δερβενάκι,
όπου ‘χαν στήσει τη χωσιά οι
Κολοκοτρωναίοι
και τους εβάνανε φωτιά, που σείστηκεν ο
τόπος.
Είναι αμέτρητη η Τουρκιά, Κόνιαροι κι
Αρβανίτες,
κι έχουνε όπλα διαλεχτά, τουφέκια και
κουμπούρια,
κι όπως ανηφορίζουνε ο κουρνιαχτός
σκεπάζει
τις ράχες και τις ρεματιές, που ο ήλιος
ζεματάει.
Καθώς κοντοζυγώνουνε Στεφάνι κι
Αγιονόρι
ο Τζίριος τους αγνάντεψε από το
καραούλι.
Γυρνά και βάνει μια φωνή και κράζει στο Νικήτα:
Οι Τούρκοι ερχόνται απάνω μας, να ‘τοιμαστεί τ’
ασκέρι!
Παίρνει τ’ ορδί ο Νικηταράς, στα δυο το
χωρίζει.
Πιάνει αυτός το Μεγαμνό, κάτω απ’ το
Στεφάνι,
και στέλνει τους υπόλοιπους, με το Νικήτα
Φλέσσα,
το Αγιονόρι να φυλάν, μαζί με την Κλεισούρα.
Καθώς εκοντοστάθηκαν οι Τούρκοι στα
πηγάδια,
μήπως και βρουν λίγο νερό, τη δίψα τους να
σβήσουν,
φωτιά τους βάνει από ψηλά, κορμιά στο χώμα
στρώνει
κι ύστερα σέρνει το σπαθί κι απάνω τους
ορμάει.
Αυτός θεριό ανήμερο, μ’ άλλα θεριά
αντάμα,
δεν λογαριάζει θάνατο και θάνατο
σκορπάει.
Στρώνει τους Τούρκους στο φευγιό τους πάει για
τ’ Αγιονόρι,
όπου τους περιμένουνε ο Κριεζής κι ο
Φλέσσας.
Το πέρασμα στο διάσελο εγέμισε
κουφάρια.
σπαχήδων, ντερεμπέηδων, περήφανων
ντελήδων.
Κι όσοι γλιτώσαν το κακό, στον κάμπο
σκαπετήσαν,
φτερά στα πόδια βάζοντας μην τους προκάμει ο Χάρος.