…«Πολύτιμα πετράδια» αλλοτινών εποχών, που μένουν ανεξίτηλα στην μνήμη και το πέρασμα το χρόνου, - γιατί κατά τη γνώμη μας, αναδύεται ατόφιος ένας γνήσιος νοσταλγικός πολιτισμός!! …
ΣΤΑΜ. ΔΑΜ.
----------------------------------------------------------------------------------------
ΟΙ ΤΣΑΓΚΑΡΗΔΕΣ ΤΗΣ ΕΡΜΙΟΝΗΣ
Όσα φέρνει η γραφή και ο φακός...
Γράφει η Βιβή Σκούρτη
Σα χτες, θυμάμαι, πίσω-απ’ τον πάγκο,
να επισκευάζεις
και στα παπούτσια, με το σφυρί σου,
σόλες να βάζεις.
Θυμάμαι ακόμα κείνη την κόλλα που τα
κολλούσες
μα και το δέρμα πού ’παιρνες μέτρα
για τις πατούσες.
Μικρό παιδάκι ήμουνα τότε κι όσο
μπορούσα
τα εργαλεία πάνω στον πάγκο
τακτοποιούσα.
Τα χρόνια ‘φύγαν, το τσαγκαράδικο
άδειο μένει.
Παιδί δεν είμαι, αλλά η μνήμη πίσω σε
φέρνει.
Μανώλης Ι. Πολυκρέτης
Στο Περιοδικό μας «Στην Ερμιόνη
άλλοτε και τώρα» περιηγηθήκαμε στην κοινωνία των επαγγελμάτων, όσων
χάθηκαν στο διάβα του χρόνου ή σβήνουν στο πέρασμά του, αλλά και κάποιων που
εξακολουθούν να διατηρούνται χάρη στην αγάπη και την ιδιαίτερη ματιά που έχουν
κάποιοι από αυτούς. Ο τσαγκάρης, ο επιπλοποιός, ο βαρελοποιός, ο σαγματοποιός,
ο οινοποιός, ο αγγειοπλάστης, ο καραβομάστορας, ο καλαθοπλέχτης, η μανταρίστρα
, κ. α. καθώς και τα μυστικά της τέχνης τους.
Οι
τσαγκάρηδες ήσαν οι κατασκευαστές των υποδημάτων, της αλλαγής του χρώματος και
της επιδιόρθωσης τους. Ένα πολύ συνηθισμένο επάγγελμα στα παλαιότερα χρόνια. Το
παπούτσι αποτελεί βασικό μέρος της ενδυμασίας του ανθρώπου, βοηθάει στο
βάδισμα, καλλωπίζει και προστατεύει τα πόδια του.
Ο τσαγκάρης με την ποδιά στο
λαιμό δεμένη, ολημερίς σκυμμένος πάνω στον πάγκο του και γύρω του καλφάδες
(βοηθοί) και τσιράκια (οι παραγιοί-μαθητευόμενο), δίπλα στον μάστορα.
|
Μίμης Κατσογιώργης (Παπουλάκης) δεξιά Νίκος Σπετσιώτης |
Ο μάστορας έπαιρνε τις παραγγελίες, για να
φτιάξει το χειροποίητο παπούτσι. Αποτύπωνε το αχνάρι του πέλματος σε
χαρτόνι και ετοίμαζε το πατρόν για όλα τα κομμάτια του παπουτσιού (σόλα
και φόντι. Φόντι είναι το παπούτσι χωρίς τη σόλα). Τα διάφορα
κομμάτια του παπουτσιού όπως: τη φτέρνα, τα ψίδια, τη μύτη τα γάζωνε και τα
φόντια τα έφτιαχναν οι κορδελιάστρες.
|
Αντώνης Λουκάς |
|
. Αριστερά Κασνέστης, στη μέση Κωστής Βελούδης,
με δύο κυρίες παρέα τους, φίλες ή γειτόνισσες...
|
Στη συνέχεια μοντάριζε επάνω στο
καλαπόδι, το ομοίωμα του παπουτσιού, δίνοντας σχήμα στο παπούτσι. Το μοντάρισμα
γινόταν με μεγάλες πρόκες που λύγιζαν εύκολα, τις σμπράγκες, ενώ το κάρφωμα με
μικρά καρφιά τα τένα. Μεταξύ φόντι και σόλας έμπαινε ένα κομμάτι
δέρματος, το βάρδουλο και δένονταν όλα μαζί με ράψιμο. Πριν ραφτούν το βάρδουλο
και η σόλα έμπαιναν στο μαστέλο, ένα μικρό δοχείο με νερό, ώστε να μαλακώσουν
και να μπορούν εύκολα να ανοιχτούν οι τρύπες, για να περάσει η κερωμένη κλωστή
που αντί βελόνας είχε τρίχα από αγριογούρουνο. Το ράψιμο εκείνο, το μοντάρισμα,
απαιτούσε ιδιαίτερη τέχνη και γινόταν από τον έμπειρο μάστορα. Για
το μοντάρισμα χρησιμοποιούσε πολλά από τα είδη τανάλιας. Πριν ενωθεί η
σόλα με το φόντι ακολουθούσε το πεστάρισμα. Έβγαζε τη σόλα από το
μαστέλο, την χτυπούσε σε ένα μεταλλικό πέλμα, με σκοπό να διευκολυνθεί η όλη
εργασία.
Οι τσαγκάρηδες κατασκεύαζαν πληθώρα παπουτσιών ώστε
να καλύπτονται όλα τα γούστα για κάθε ηλικίας •γόβες, σκαρπίνια, μπότες,
μποτίνια, μποτάκια, πέδιλα, σαγιονάρες, μοκασίνια, πλατφόρμες, μπαλαρίνες.
|
Κούλης Καλαμούτος, Απ. Σηφναίος , Πάνος Μανουσάκης |
Στις μέρες μας ο τσαγκάρης με την παλιά
μορφή δεν υπάρχει. Σήμερα είναι μόνο επιδιορθωτές γιατί τα παπούτσια
είναι πια βιομηχανικό προϊόν μιας και κατασκευάζονται σε εργοστάσια μαζικής
παραγωγής.
Οι τσαγκάρηδες ήσαν γλεντζέδες• το γλέντι
τους ξεκινούσε το Σαββατόβραδο και τελείωνε το βράδυ της Κυριακής, με
αποτέλεσμα να μη μπορούν να δουλέψουν τη Δευτέρα γι αυτό και υπάρχει η έκφραση
«σήμερα είναι τσαγκαροδευτέρα».
Γιορτάζουν στις 8 Μάη ημέρα του Αγίου
Ιωάννη του Θεολόγου.
Μαζί με το επάγγελμα του τσαγκάρη σχεδόν
χάθηκε και το επάγγελμα του λούστρου, που με το κασελάκι του στηνόταν στους
δρόμους και γυάλιζε τα παπούτσια των περαστικών.
Τα εργαλεία και τα υλικά της δουλειάς τους
Ο μικρός, κοντός, ξύλινος πάγκος, το
τρυπητήρι για να ανοίγουν τρύπες για τα κορδόνια, το αμόνι για να δουλεύουν το
παπούτσι καλύτερα, το κατσαπρόκο-μικρό σουβλί που ανοίγει τρύπες, τα
καλούπια για να φαρδαίνουν τα στενά παπούτσια, τα παπουτσόκαρφα, οι ξυλόπροκες,
τα σουβλιά, οι σακοράφες, το κερί, ο κερωμένος σπάγκος, οι διάφορες πρόκες, τα
σουβλιά, πολλά είδη από τανάλιες, οι φαλτσέτες, ο γάντζος, η ποδοκίνητη μηχανή,
το αμόνι, το τρίποδο (πατούνα). Σόλες, τακούνια, πέταλα, για να αντέχουν
περισσότερο, φόντια, δέρματα, μπογιές, πινέλα, γυαλόχαρτα, ξυλόκαρφα.
|
Τάσος Ντανές , Απόστολος Σιφναίος |
Οι τοπικές επαγγελματικές ομάδες
ειδικεύονταν σ’ ένα επάγγελμα που μεταβίβαζε την επαγγελματική γνώση από γενιά
σε γενιά. Μια τέτοια επαγγελματική ομάδα ήταν στην Ερμιόνη η οικογένεια Λουκά.
Ο
Γιώργος Λουκάς αφηγείται για το οικογενειακό του παρελθόν: «Αρχικά το
τσαγκαράδικο του παππού βρισκόταν εκεί που είναι και το πατρικό τους και
γειτόνευε με τις οικείες Τσούκα και Γιδόπουλου, στη συνέχεια
μεταφέρθηκε στο λιμάνι στο ισόγειο του σπιτιού του Δεληγιάννη (εκεί σήμερα
βρίσκεται το μαγαζί Μπουκουβάλα). Εκτός από τα τρία αδέλφια κοντά του
μαθήτευσαν, ο Βασίλης και Λάμπης Γιδόπουλος, ο πατέρας μου, ο Γαβρίλης Νάκος
ίσως και άλλοι. Όταν έκαναν οικογένειες τα αδέλφια χωρίστηκαν. Ο Πέτρος
παντρεύτηκε και πήγε στο Κρανίδι, ο πατέρας μου Αντώνης έστησε το δικό του
μαγαζί στην Παναγία κι ο θείος Μίμης έμεινε με τον πατέρα του».
|
Τάσος Παπαηλίου, Ηλίας Γούτος, Απ. Σιφναίος |
|
Κωστής Βελούδης, Κοντόπουλος |
Η
Γιώτα Δημαράκη-Βιρβίλη επίσης μου διηγήθηκε το παρακάτω χιουμοριστικό
περιστατικό: «Στο τσαγκαράδικο του πατέρα μου μάθαιναν τη δουλειά ο
Βασίλης Φοίβας και ο Γιώργος (γιός του παγωτατζή, δεν θυμάμαι το επίθετο).
Έφυγε κάποια στιγμή ο μάστορας κι εκείνοι πήραν τη ρόδα του αυτοκινήτου που την
είχε για τις σόλες των παπουτσιών και άρχισαν να παίζουν. Ανεβασμένος επάνω ο
Γιώργος του δίνει σπρωξιά ο Βασίλης και κυλάει μαζί με τη ρόδα μέχρι τα
σκαλοπάτια του σπιτιού του Απόστολου Γκάτσου. Πώς δεν σκοτώθηκε! Μετά από τη
σκανταλιά του ο Βασίλης κρύφτηκε στο αχούρι του σπιτιού του και δεν έβγαινε με
τίποτα».
Γνωστές σε όλους μας οι παροιμίες:
«Του
τσαγκάρη τα παιδιά γυρίζουνε με την πατούσα», και
«Μπαλωματής
ξυπόλητος και ράφτης κουρελιάρης»
Παραθέτουμε τον ονομαστικό κατάλογο των
Ερμιονιτών τσαγκάρηδων. Οι φωτογραφίες που παραθέτω είναι από το
προσωπικό φωτογραφικό μου αρχείο, προσφορά ευγενική των αντίστοιχων
οικογενειών:
Σχοινάς Γιώργος (Μπιθικόκκαλος)
Σχοινάς Μιχάλης
Σιφναίος Απόστολος
Τέσσης Λάζαρος (αδελφός Χριστίνας)
Νάκος Μιχαήλ (μάστορας, παπα-Νάκος)
Νάκος Μιχάλης (Παπαμιχάλης )
Νάκος Γαβρίλης
Κασνέστης Μανώλης
Αλεξανδρίδης Στέφος (φωτογράφος ήταν ο
πατέρας του, άφησε το επάγγελμα τη δεκαετία του 50)
Σπετσιώτης Νίκος (Ζουλάπης)
Γιδόπουλος Λάμπης
Σπετσιώτης Λουκάς (παπα-Λουκάς)
Σπετσιώτης Μιχάλης
Φλεβαράκης Σταύρος (Χιώτης)
Βελούδης Κωστής
Βλάχος Ηλίας
Βλάχος Κώστας
Δημαράκης Μήτσος (Ντουνούκας)
Τσέλλος Δήμος (από το
Ηλιόκαστρο)
Καλαμούτος Κούλης
Κατσογιώργης Μίμης (Παπουλάκης)* (τεύχος
5)
Κυπραίος Γιώργος (του Μιχαήλ)
Κωσταντινίδης Παναγιώτης (γαμπρός
παπα-Δημήτρη)
Λίτσας Γιάννης (πατέρας του ράφτη Γιώργου
Λίτσα)
Λουκάς Γιώργος
Λουκάς Αντώνης
Λουκάς Μίμης
Λουκάς Πέτρος (παντρεύτηκε στο Κρανίδι)
Μαϊντανός Γιώργος
Μανουσάκης Μήτσος
Μανουσάκης Πάνος
Φοίβας Βασίλης
Όλοι τους χειρώνακτες!