[...] Να είσαι Ελληνας δεν ήταν ποτέ φυλετική ιδιότητα, η ελληνικότητα ήταν πάντοτε κατόρθωμα (συνάρτηση καλλιέργειας) του κοινωνείν, άθλημα μετοχής στον «τρόπο» της πόλεως, σαρκωμένον στη γλώσσα και στις τέχνες. Είτε ως «εκκλησία του δήμου», είτε ως Δείπνο Ευχαριστίας, η κοινωνία των Ελλήνων ήταν πάντοτε «άθλημα αληθείας», στο πεδίο της πόλεως, της κοινότητας, της ενορίας....
Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα.
Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης.
Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ειδωλοκλαστική
προσδοκία
Christos
Yiannaras | 24 Aug 2020
Φέτος ζήσαμε τη γιορτή της Παναγιάς
του Δεκαπενταυγούστου χωρίς τον κρατικό «διάκοσμο» που, κάθε χρόνο, πλαισιώνει
εθιμοτυπικά τον εκκλησιαστικό εορτασμό. Την απόφαση υπαγόρευσε η άμυνα απέναντι
στην απειλή του «κορωνοϊού»
Η απουσία του κρατικού «διάκοσμου»
από την εκκλησιαστική γιορτή ξαναθύμισε την αβελτηρία στις σχέσεις Εκκλησίας -
κράτους, αβελτηρία που διαρκεί πολλές δεκαετίες, χωρίς να διαφαίνεται αλλαγή
του επιπόλαιου συμβατικού κώδικα. Θυμίζω: Για να πετύχουμε οι Ελληνες την
απελευθέρωσή μας από τους Τούρκους, δεχθήκαμε να γίνουμε κάτι άλλο από αυτό που
είμασταν.
Είμασταν αυτοκρατορία, πολυεθνική -
πολυφυλετική, βαλθήκαμε να γίνουμε μονοεθνικό κράτος – συμβατικό σχήμα
οργανωμένης συμβίωσης νεόκοπο (το είχε γεννήσει τον 18ο αιώνα, στη Δύση, η
φιλοσοφία του «Διαφωτισμού»). Ξεσηκωθήκαμε, για «να πάρουμε την Πόλη και την
Αγια-Σοφιά» (με αυτό το όχημα οργανωμένης συμβίωσης ταυτίζαμε την ιστορική μας
αναβίωση οι Ελληνες). Ομως υποχρεωθήκαμε να πιθηκίσουμε το δυτικό, ορθολογικό
μοντέλο «κοινοβουλευτισμού», ωσάν να βγαίναμε μόλις από τη στυγνή αποικιοκρατία
και οι δυνάστες μας μάς «τιμούσαν» με ολοκληρωτική αφομοίωση στο καλούπι τους.
Δεχθήκαμε ενθουσιωδώς να
πειθαρχήσουμε στην απομίμηση, να εκτιμάμε την πολιτισμική μας διαφορά, επειδή
οι πάτρωνές μας την οικειοποιήθηκαν με «αυτονόητες» πλαστογραφίες – ο
Παρθενώνας και η Αγια-Σοφιά, ο Αισχύλος και ο Ρωμανός ο Μελωδός φάνταζαν στα
μάτια μας, μόνο επειδή καμώθηκε ότι τους θαυμάζει η Δύση. >>>Τα σχολειά μας, τα πανεπιστήμια, οι
κρατικοί θεσμοί, οι κοινωνικές αρθρώσεις και δομές, οι πολιτικές μας
λειτουργίες, όλα, τυφλή απομίμηση της Δύσης. Τίποτα δικό μας, όλα αντιγραφή.
Ακόμα και η Αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν για μας θαυμαστή, μόνο επειδή
προβάλαμε στα επιτεύγματά της προσομοιώσεις με το μοντέλο του μηδενιστικού
Διαφωτισμού. Δεχθήκαμε να αυτοκαθοριζόμαστε στο «Σύνταγμά» μας σαν κράτος
αθεϊστικό, που ανέχεται την Εκκλησία (τον ένσαρκο στον λαό πολιτισμό μας) σαν
ποσοτικό, μετρητά υπέρτερο σύμπτωμα θρησκοληψίας («επικρατούσα θρησκεία»)!!
Δυο αιώνες τώρα, την ιστορική μας συνείδηση
την κατασκευάζει ο δυτικός εκβιασμός (υπεροπλία και πλούτος), όχι η σπουδή της
Ιστορίας. Για τη δυτική κοινή γνώμη (χιλιομαρτυρημένη) ο παγκοσμιοποιημένος
«πολιτισμός» απόλυτης προτεραιότητας της οικονομίας δεν αφήνει το παραμικρό
περιθώριο για το πολιτικό όραμα που σάρκωναν ο Παρθενώνας και η Αγια-Σοφιά. Η
παγκοσμιοποιημένη δυναμική του Ελληνισμού έχει προγραμματικά εξαλειφθεί, χάρη
στην καλοστημένη (από τη δυτική πολιτική πανουργία) γενοκτονία του
μικρασιατικού και ποντιακού Ελληνισμού. Με ανεμπόδιστες τις φιλοδοξίες
μεθοδικής ανασύστασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από κεμαλιστές και
αντικεμαλιστές, σε ολοφάνερη σύμπλευση.
Να είσαι Ελληνας δεν
ήταν ποτέ φυλετική ιδιότητα, η ελληνικότητα ήταν πάντοτε κατόρθωμα (συνάρτηση
καλλιέργειας) του κοινωνείν, άθλημα μετοχής στον «τρόπο» της πόλεως, σαρκωμένον
στη γλώσσα και στις τέχνες. Είτε ως «εκκλησία του δήμου», είτε ως Δείπνο
Ευχαριστίας, η κοινωνία των Ελλήνων ήταν πάντοτε «άθλημα αληθείας», στο πεδίο
της πόλεως, της κοινότητας, της ενορίας.