Επιλογές από το προσωπικό μας
αρχείο - 1 Σεπτεμβρίου 2010
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
.
Με τα παρακάτω λόγια ο Γιάννης Σπετσιώτης καλωσορίζει την ποιητική συλλογή
και γενικότερα την πολιτικοκοινωνική δράση και τις προσωπικές ανησυχίες της
Βιβής Σκούρτη.
«Φως στο πέρασμα των χρόνων»
Ο άνθρωπος είναι ανεξάντλητος ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές του.
Και
εσύ Βιβή κατάφερες να μαζέψεις αυτά που έζησες και δημιούργησες.
Ταξινόμησες τις εικόνες, τις ιδέες, τη γνώση, τα συναισθήματα,
«και όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν τις απελευθέρωσες»,
τις εξέθεσες, τις άφησες να πετάξουν!
Ταξινόμησες τις εικόνες, τις ιδέες, τη γνώση, τα συναισθήματα,
«και όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν τις απελευθέρωσες»,
τις εξέθεσες, τις άφησες να πετάξουν!
Να είναι, από σένα καλοδεχούμενη κάθε ανταπόκριση.
Από μένα καλό δρόμο και ευχάριστο ταξίδι να έχουν!
Γιάννης Σπετσιώτης
................................................................................................................................
Βιβή Σκούρτη «Τα
ποιήματά μου είναι αγαλλίαση, νοσταλγία και θαλπωρή, αλλά είναι κι όνειρα,
βαφτισμένα με τους αφρούς των κυμάτων…»
βαφτισμένα με τους αφρούς των κυμάτων…»
Με αυτά τα λόγια και «με μια στάλα Αιγαίο»... η Βιβή, άνοιξε το
σεντούκι των αναμνήσεων και των ονείρων της,εκεί στον αύλιο χώρο του ΙΛΜΕ, την
Κυριακή το βράδυ, κατά την παρουσίαση της ποιητικής της συλλογής και σκίρτησε από τις θύμισες(!)και
η δική μας ψυχή…
................................................................................................................................................................
Η παρουσία σας
ομορφαίνει την εκδήλωσή μας. - Μας δίνει χαρά, δύναμη κι ευχαρίστηση.
Γεννήθηκα κοντά στους αφρούς και στο κύμα της θάλασσας. Τα πρώτα μου
ακούσματα ήταν το βογκητό των κυμάτων, συντροφεμένο από τα νησιώτικα τραγούδια
της ξενιτιάς, που μιλούσαν για τη σκληρή ζωή και τον έρωτα.
Ζούσα με αυτά, εκφραζόμουν με αυτά, χόρευα και εξακολουθώ, στην προσωπική
και επαγγελματική μου ζωή, μαθαίνοντας τους μικρούς μαθητές μου και
μεταφέροντάς τους ζωντανά το πολιτισμικό κεφάλαιο του κοινωνικού μας περίγυρου.
Αργότερα έφυγα για το ταξίδι, με στόχο την απόκτηση των προσόντων ενός
σύγχρονου και ενημερωμένου εκπαιδευτικού.
Στη συνέχεια Σύμβουλος για εννέα χρόνια. Το ταξίδι μεγάλο. Διέσχισα το
Αιγαίο ολάκερο, έγινα ένα με τους γλάρους και το κύμα, πλημμύρισε η καρδιά μου
από το φως του, γοητεύτηκα από τις ακρογιαλιές του. Ήπια το γλυκό κρασί της
φιλοξενίας.
Τα ποιήματά μου αποτελούν τις μνήμες και τα συναισθήματα, τα χρώματα και τα
αρώματα που στη μέση τους έχουν το Αιγαίο και τους ανθρώπους του.
Οι νύχτες, οι ανατολές, τα δειλινά, οι παρέες, οι χοροί, οι μουσικές, οι
φωνές των ανθρώπων, ο θαλασσινός άνεμος, το μελτέμι, ο φλοίσβος, οι βράχοι, ο
πόνος της ψυχής μου, όλα είναι Σύρος και Νάξος κι Αμοργός κι Ανάφη και Θηρασιά.
Εικόνες ανεξίτηλες, αυθεντικές, ποιοτικές, ζωντανές.
Η Μαρία, ο Λούης, η Στεφανία, η Λίτσα, ο Πέτρος, ο Νίκος, ο κύριος
Αντωνάκης, ο Γιάννης, ο Ηλίας, η Θάλεια, η Τέτα…
Τα ποιήματά μου είναι αγαλλίαση, νοσταλγία και θαλπωρή, αλλά είναι κι
όνειρα, βαφτισμένα με τους αφρούς των κυμάτων. Όνειρα ζωντανά που ανασαίνουν
την αύρα του αρχιπελάγους.
Κι η ψυχή μου αισθάνεται, συνθέτει το λόγο, τον εκθέτει και εκτίθεται.
Οι στίχοι μου είναι ύμνοι και θρήνοι. Οι λέξεις, οι φράσεις, τα
συναισθήματα χορεύουν μέσα μου. Η ποίηση τριγυρνά μέσα στο σώμα μου. Μου
κατακλύζει το νου.
Το σπίτι μου γενικά κι όταν λέω το σπίτι μου εννοώ τους πολύ δικούς μου
ανθρώπους, είχε πάντοτε το πλεονέκτημα να ονειρεύεται, μέσα του ανθούσαν και
κάρπιζαν τα όνειρα κι όταν έπρεπε να φύγουν πετούσαν κι' όλας.
Πρωτίστως γράφει κανείς για τον εαυτό του.
«Η επιθυμία να γράψεις είναι σαν το
κεντρί του σκορπιού που σημαδεύει τον φορέα του,
- γράφει η Ελιάνα Χουρμουζιάδου -
- γράφει η Ελιάνα Χουρμουζιάδου -
κι όσο περισσότερο απειλείται κανείς από το κεντρί, τόσο
καλύτερα αποδίδει,
γιατί η συγγραφή δε μπορεί να βασίζεται στον εφησυχασμό».
γιατί η συγγραφή δε μπορεί να βασίζεται στον εφησυχασμό».
Ξεκίνησα να γράφω. Εμπνέομαι από τα νησιά των ανέμων, των βράχων και των
άστρων.
Εμπνέομαι από την ηρεμία, αλλά και τις κουβέντες των ανθρώπων δίπλα μου,
από το ατέλειωτο πηγαινέλα. Από τη μυρωδιά του καραβιού και τον πάταγο των
συναισθημάτων μου. Από τις ανθρώπινες βραδιές τις ζεστές, τις επικοινωνιακές.
Εικόνες που βρίσκονται καταχωνιασμένες στα ντουλάπια της ψυχής μου.
Γράφω σημαίνει απογυμνώνομαι.- Ερευνώ και ψάχνομαι.
Έχει πόνο η καταγραφή, η εξωτερίκευση.
Έτσι, αρκετές φορές ένιωθα την ανάγκη να χαράξω τις σκέψεις μου στο χαρτί
με λέξεις που φανέρωναν << τη δική μου αλήθεια>>. Έτσι
απελευθερώνονταν τα υπόγεια ρεύματα της ψυχής μου.
Το γράψιμο για μένα αποτελούσε έναν διαρκή ανταρτοπόλεμο.
Έγραφα όταν είμαι μόνη αλλά και όταν δεν ήμουν.
Έγραφα γιατί υπήρχαν φορές που δε με χωρούσε ο τόπος.
Έγραφα για να βάλω τάξη στο χάος που με πνίγει ή με μπουκώνει.
Έγραφα στο φως και στο σκοτάδι.
Έγραφα τις περιπέτειες της ψυχής.
Έγραφα για εκτόνωση.
Έγραφα για να καθησυχάσω τους φόβους, τις αγωνίες μου.
Έγραφα τα ταξίδια μου στην άγονη γραμμή της μοναξιάς, της ομορφιάς που
υπήρξε ταξίδι και προς την ανακάλυψη του ίδιου μου του εαυτού και των
δυνατοτήτων του. Ένα ταξίδι πολύχρωμο στην καρδιά και στη ζωή. Ταξίδι στην ίδια
την ψυχή μου.
Γράψιμο λοιπόν, το <<αντίδοτον>>.
Έγραφα στο σπίτι, στο καράβι, στο λιμάνι.
Έγραφα σε χαρτάκια, σε σημειωματάρια.
Ποίηση. Από το ρήμα ποιώ που σημαίνει γεννώ, φέρω «εις ύπαρξιν».
Η ποίησή μου ως βιωματική καταγράφει, αφηγείται, αποτελεί απόσταγμα
καρδιάς.
Ότι έγραφα ήταν μέσα στα πλοία. Στους χώρους τους πολύβοους των σαλονιών
των καραβιών, αλλά και κάποιες ώρες νυχτερινές όταν ανάμεσα στον ύπνο και τον ξύπνιο εγώ
συνέχιζα να σκέφτομαι.
Το γράψιμο απαλύνει τον πόνο, τη θλίψη, τη στενοχώρια που προκαλεί ο αγώνας
της ζωής..
Η γραφή μου είναι σε τόνο κουβεντιαστό, απόσταγμα σκέψης, συναισθημάτων,
βιωμάτων.
Γραφή χωρίς μορφή.
Οι λέξεις συνεργάζονται με τις αισθήσεις και τα συναισθήματα.
Και κάποτε
έρχεται η προσωρινή λύτρωση, όταν όσα βαραίνουν
έχουν αποτυπωθεί στο χαρτί.
Η Ιταλίδα ποιήτρια Άλντα Μερίνι έλεγε:
<< Η ποίηση γεννιέται από τη γλύκα και τον έρωτα>>.
Τα ποιήματα αγγίζουν την ανθρώπινη ψυχή.
Mα πριν γραφτούν, έτσι κι αλλιώς
την κεντούν και τη ματώνουν.
Αγαπητοί μου φίλοι, έγραφα και γράφω γιατί
αγαπώ τον άνθρωπο,
γιατί αγαπώ τη ζωή.
Έχω έναν έκδηλο έρωτα για τις γραμμένες λέξεις. Λέξεις που μοιάζει να
τεντώνονται άλλοτε νωχελικά κι άλλοτε με νευρικότητα. Τοποθετούνται πλάι- πλάι
με σκοπό να μεταφέρουν ένα μήνυμα ή τουλάχιστον ένα νόημα.
Το νόημα πιθανά να παραστρατήσει και να βρεθεί σε λάθος χώρο, λάθος τόπο,
λάθος στόμα αλλά, ίσως και να πέσει σε σωστό χώμα και τότε, ίσως και ν’ ανθίσει
και να μοσκοβολήσει.
Περπάτησα περήφανα και δημιουργικά την επαγγελματική πορεία. Άφησα έργο
βαθιά ανθρώπινο και πράξεις.
Τα χελιδόνια γυρνούν κι εγώ θέλησα να γυρίσω.
Ο νόστος βλέπετε του
γυρισμού.
Οι εικόνες όμως και οι άνθρωποι, που συνάντησα στο εννιάχρονο οδοιπορικό
μου, θα παραμείνουν ζωντανές για πάντα στο μυαλό και την καρδιά μου.
Για την ποιητική έμπνευση ευθύνεται το πνεύμα της Μνημοσύνης και των
Μουσών, για την έκδοση της ποιητικής συλλογής μου ευθύνεται προσωπικά ο Κώστας,
αναγνώστης των κειμένων μου μετά από χρόνια. Στον Κώστα και με τον Κώστα, τα
όνειρά μου βρήκαν μια ζεστή αγκαλιά.
Η γνώμη του πάντα απαραίτητη και πολύτιμη και στη συνέχεια ο καλός μας
φίλος ο Σωτήρης Κοκκονάκης, που την επιμελήθηκε.
Η κυρία Ανθούλα επιμελήθηκε την εικαστική πλευρά του θέματος με προθυμία
μεγάλη και γρηγοράδα απίστευτη. Οι ζωγραφιές της αναδεικνύουν το έργο και
εκφράζουν απόλυτα την ψυχολογική κατάσταση της γράφουσας. Τα πρωτότυπα έργα
έμειναν να κοσμούν το σπίτι μας.
Αλλά και ο γλύπτης Διονύσης Γερολυμάτος, συνεργάτης και φίλος του γιού μου
Σταύρου που, μου αφιέρωσε τη γοργόνα του.
Ο Αντώνης Ζαραφωνίτης, φίλος καλός και συνάδελφος που επιμελήθηκε τις
διορθώσεις και στη συνέχεια θα κάνει τις αναλύσεις των κειμένων.
Η Καλλιόπη Καλποδήμου, συνάδελφος του Κώστα και συνεργάτης και των δυό μας,
πρόθυμα ανέλαβε να μιλήσει για το έργο μου.
Θερμά τους ευχαριστώ.