Ως μνημόσυνο του blog σ' αυτούς που φεύγουν...
Βασίλης Λυριτζής
ο ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΆΦΟΣ
«Το βράδυ που πέθανε ο Βασίλης
Λυριτζής»
-Το άρθρο
που συγκίνησε
ΕΛΛΑΔΑ03|04|2019
| 08:32
NEWSROOM
IEFIMERIDA.GR
Σήμερα το
απόγευμα, φίλοι και συγγενείς αποχαιρέτησαν τον Βασίλη Λυριτζή ο οποίος έφυγε
χθες από τη ζωή ύστερα από σύντομη και άνιση μάχη με τον καρκίνο.
Την είδηση
του θανάτου του Βασίλη Λυριτζή έκανε χθες γνωστή ο φίλος του, συνεργάτης του
επί δεκαετίες και κουμπάρος του, Δημήτρης Οικονόμου.
Ενας άλλος
κουμπάρος του από το χώρο, ο Κώστας Γιαννακίδης, τον αποχαιρέτησε με ένα άρθρο
του στο protagon:
Ενα παλαιό
γνωμικό του επαγγέλματος λέει ότι στην κηδεία του καλού δημοσιογράφου δεν έχει
κόσμο. Αν ο δημοσιογράφος κάνει σωστά τη δουλειά του, θα φύγει χωρίς φίλους να
του ρίξουν λίγο χώμα, πριν σκουπίσουν τα δάκρυα από τα μάγουλά τους.
«Στην
κηδεία του Βασίλη Λυριτζή δεν θα είναι έτσι. Θα έχει κόσμο. Θα έρθουν
πολιτικοί, κυρίως από τον χώρο της Αριστεράς, για να πουν δυο λόγια. Θα
μιλήσουν άνθρωποι από το συνδικάτο μας. Ενδεχομένως και κάποιοι φίλοι. Μετά θα
πορευτούμε ακολουθώντας τον αγαπημένο μας νεκρό προς την τελευταία του
κατοικία. Και τότε, καθώς οι εργάτες του Δήμου θα τον παραδίδουν στη γη, μαζί
με τα λουλούδια και τους λυγμούς μας, όλοι εμείς που χάσαμε έναν δικό μας
άνθρωπο θα αποδεχθούμε με οδύνη το τετελεσμένο.
Ο Βασίλης
πέθανε στις 05.10 το πρωί της Τρίτης, στο δωμάτιο 2662, στον έκτο όροφο του
Άγιου Σάββα. Πέθανε ακριβώς την ώρα που, για χρόνια, έβαζε το ξυπνητήρι του για
να πάει στη δουλειά, στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση. Εκείνη την ώρα διάλεξε για
να βυθιστεί στον αιώνιο ύπνο ένας άνθρωπος που δεν διέθετε πάνω από
τέσσερις-πέντε ώρες τη μέρα στη συνάντησή του με τον Μορφέα. Θα μπορούσες να τον
χαρακτηρίσεις και φαινόμενο, ειδικά τις βραδιές που είχε μπάλα.
Στάθηκε
γενναία απέναντι στον θάνατο. Το εννοώ, δεν είναι προσχηματικό. Το δέχθηκε και
το διαχειρίστηκε με πραότητα. Με ένα σήκωμα των ώμων. Και εμείς γύρω του να
βιώνουμε το αδιανόητο.
Ένας
εύσωμος, φαλακρός νοσοκόμος της βραδινής βάρδιας ήρθε και πήρε τη σορό από το
δωμάτιο. «Ζωή σε λόγου σας» ευχήθηκε. Δεν του απάντησε κανείς. Οικογένεια και
φίλοι αρχίσαμε να μαζεύουμε το μικρό νοικοκυριό που στήθηκε τις τελευταίες
εβδομάδες εκεί μέσα. Και μετά, λες και φεύγαμε εμείς ταξίδι και όχι ο Βασίλης,
τραβώντας βαλίτσες, κρατώντας τσάντες στην αγκαλιά, κατεβήκαμε στο κυλικείο.
Γύρισα δεξιά, κοίταξα μία τηλεοπτική οθόνη, είδα τον Οικονόμου να αναγγέλλει
την είδηση. Κάποιος άλλαξε κανάλι. Και ο Παπαδάκης για τον Βασίλη έλεγε. Και
εκεί, με τους αγκώνες επάνω σε ένα βρώμικο τραπέζι, ποτισμένο με καφέ και
πασπαλισμένο με στάχτη, έβαλα τα κλάματα.
Δεν είναι
μόνο που θα μου λείψει ο κουμπάρος μου. Είναι τα χρόνια και οι αναμνήσεις που,
από τη μία στιγμή στην άλλη, έγιναν καντηλάκι σε ένα από τα πολλά μνήματα που
χτίζουμε μέσα μας όσο μεγαλώνουμε. Ναι, φυσικά, από τον Βασίλη θα μου λείψει η
καλοσύνη, η αισιοδοξία και η συναισθηματική του γενναιοδωρία. Περισσότερο,
όμως, θα μου λείψει ο Βασίλης ως ένας φάρος ρεαλισμού, κοινής λογικής και
ηθικού προσδιορισμού. Ο Λυριτζής λειτουργούσε ως μπούσουλας για τους ανθρώπους
γύρω του. Και είχε ένα πολύ σπάνιο χαρακτηριστικό: κατάφερνε να συνδυάζει τις,
δεδηλωμένες άλλωστε, πολιτικές του αρχές με τον ρεαλισμό, τη λογική και την
ευρύτητα στη ματιά. Αυτά τα στοιχεία, σε συνδυασμό με την εντιμότητα και τη
βαθιά του καλλιέργεια, συνέβαλαν στην καθολική αποδοχή της προσωπικότητας και
του δημοσιογραφικού έργου που παρήγαγε. Δεν ήταν, απλώς, ένας καλός
δημοσιογράφος. Ήταν ο ορισμός, η περιγραφή του καλού δημοσιογράφου. Και ένας
αληθινά προοδευτικός άνθρωπος.
Δεν έχω
αποφασίσει αν θα διαγράψω το όνομά του από τις επαφές του κινητού μου. Ο ίδιος
θα μου έλεγε ότι δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. «Υπάρχει περίπτωση να στείλεις
SMS σε νεκρό ή να σε πάρει τηλέφωνο;» θα ρωτούσε. Κοίτα, όμως, Βασίλη που αυτό
σε αφορά. Περισσότερο από όσο μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε».
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Δημήτρης Μητροπάνος: 5 πράγματα που πρέπει να ξέρεις για τον σπουδαίο λαϊκό τραγουδιστή
Ήταν 17 Απριλίου του 2012 όταν ο Δημήτρης Μητροπάνος έφυγε από τη ζωή.
Υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες λαϊκές φωνές της Ελλάδας, ωστόσο καμία λεκτική περιγραφή δεν μπορεί να αποδώσει το μεγαλείο της φωνής του. Ο Δημήτρης Μητροπάνος αγαπήθηκε όσο λίγοι κυρίως για το συναίσθημα με το οποίο ερμήνευε τα τραγούδια, τόσο στο στούντιο όσο και στις ζωντανές του εμφανίσεις.
Συγκυριακά, ο Δημήτρης Μητροπάνος "έφυγε" την ίδια μέρα, ένα χρόνο ακριβώς μετά τον θάνατο του επίσης κορυφαίου, Νίκου Παπάζογλου (2011). Οκτώ χρόνια μετά τον θάνατο του σπουδαίου Δημήτρη Μητροπάνου, πάμε να θυμηθούμε παρακάτω πέντε σπουδαίες στιγμές από τη ζωή του, την καριέρα του, αλλά και την άγνωστη πλευρά του.
1. Τα πρώτα χρόνια και ο πατέρας που γνώρισε μεγάλος
Γεννήθηκε στην Αγία Μονή, συνοικία των Τρικάλων, από την οποία καταγόταν η μητέρα του, στις 2 Απριλίου του 1948.
Μεγάλωσε χωρίς τον πατέρα του, τον οποίο γνώρισε στα 29 του χρόνια. Μέχρι τα 16 του νόμιζε πως είχε σκοτωθεί στον Εμφύλιο Πόλεμο, όταν ήρθε ένα γράμμα το οποίο έλεγε πως εκείνος, ζει στην Ρουμανία.
Ο πατέρας του καταγόταν από ένα χωριό της Καρδίτσας, το Καππά. Από μικρός δούλευε τα καλοκαίρια για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του.
Πρώτα ως σερβιτόρος στην ταβέρνα του θείου του και ύστερα σε κορδέλες κοπής ξύλων. Μετά την τρίτη γυμνασίου, το 1964, μετέβη στην Αθήνα να ζήσει με τον θείο του στην οδό Αχαρνών. Προτού τελειώσει το γυμνάσιο, άρχισε να εργάζεται ως τραγουδιστής. Χαρακτηριστικά τον φώναζαν από μικρό "βλαχάκι", λόγω και της καταγωγής του από την Θεσσαλία.
Παράλληλα, οργανώθηκε στη Νεολαία των Λαμπράκηδων, καθώς είχε ήδη πολιτικοποιηθεί από νωρίς, δεχόμενος μάλιστα απειλές ότι δε θα τον άφηναν να σπουδάσει λόγω των αριστερών του καταβολών.
2. Η γνωριμία με τον Ζαμπέτα και το πρώτο 45αρι
Σε νεαρή ηλικία δούλεψε με τον Γιώργο Ζαμπέτα στα "Ξημερώματα". Την εποχή εκείνη εμφανιζόταν και σε μπουάτ και μαγαζιά στην Πλάκα.
Τον Ζαμπέτα τον μνημόνευε πάντοτε ως μεγάλο του δάσκαλο και δεύτερο πατέρα. Όπως είχε δηλώσει, "ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα". Το 1966 ο Μητροπάνος συναντήθηκε, τυχαία, για πρώτη φόρα με τον Μίκη Θεοδωράκη και ερμήνευσε μέρη από τη "Ρωμιοσύνη" και το "Άξιον Εστί" σε μια σειρά συναυλιών στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Το 1967 ηχογράφησε τον πρώτο του 45άρη δίσκο, με το τραγούδι "Θεσσαλονίκη". Είχε προηγηθεί η ηχογράφηση του τραγουδιού "Χαμένη Πασχαλιά" στην Κολούμπια, το οποίο όμως λογοκρίθηκε από τη Χούντα και δεν κυκλοφόρησε ποτέ.
Από την αυτοβιογραφία του:
"Πάω λοιπόν στην Kολούμπια όπως μου είπε ο Mπιθικώτσης. Kαι ο Tάκης ο Λαμπρόπουλος μου γνωρίζει τον Zαμπέτα. Στο στιλ "πάρε αυτόν να εκπαιδευτεί". Έτσι βρίσκομαι να δουλεύω με τον Zαμπέτα στα "Ξημερώματα". Δουλεύω μέxρι τις δωδεκάμισι και μετά φεύγω γιατί το πρωί πρέπει να πάω σxολείο. Από τους Λαμπράκηδες έxω γνωρίσει και τον Θεοδωράκη... Mετά τον βλέπω και στην Kολούμπια. Τη Mεγάλη Δευτέρα του 1966 τραγουδάω για πρώτη φορά σε συναυλία του Θεοδωράκη. Στο Παλλάς.. Aπ' αυτές τις συναυλίες γίνομαι κάπως γνωστός σ' έναν κόσμο που τότε ερχόταν πολύ στην Πλάκα. Φοιτητές και τέτοια... Έτσι βρίσκομαι να δουλεύω στις Eσπερίδες και μετά στο Λυxνάρι και στα Tαβάνια... Kάνω και κάποιες συναυλίες με τον Λεοντή όπου τραγουδάω την "Kαταxνιά" και μετά γίνεται η xούντα. Aπό την Πλάκα, έτσι κι αλλιώς, μας μαζεύανε κάθε τόσο για εξακρίβωση και μας κρατούσαν στην Ασφάλεια. Πόσο μάλλον τώρα... Γυρίζω στον Zαμπέτα κι από 'κει αρxίζει και η δισκογραφία. Στην Kολούμπια μου κάνουν συμβόλαιο για ένα xρόνο. Hxογραφώ μόνο δύο τραγούδια, τα όποια τελικά δε βγήκαν ποτέ» .... «Το πρώτο τραγούδι που ηχογραφώ στην ΕΛΛΑΣΔΙΣΚ (την μετέπειτα ΠΟΛΥΓΚΡΑΜ) είναι του Βασίλη Κουμπή η "Χαμένη πασχαλιά". Δεν πρόλαβε να βγει καλά-καλά, γίνεται η 21η Απριλίου, ήταν και Πάσχα, το απαγόρευσαν αμέσως. Έτσι ο πρώτος μου ουσιαστικά δίσκος γίνεται με τον Ζαμπέτα. Στον Ζαμπέτα χρωστάω πολλά. Ίσως είναι ο μόνος που χρωστάω τόσα πολλά. Μου φέρθηκε παραπάνω από καλά κι ήταν για μένα οι πρώτες μου εμπειρίες".
3. Ο "Άγιος Φεβρουάριος"
Το 1972 ήταν μια χρονιά-σταθμός. Τότε κυκλοφόρησε ο δίσκος "Άγιος Φεβρουάριος" σε μουσική Δήμου Μούτση και στίχους Μάνου Ελευθερίου. Στην ερμηνεία ήταν ο Δημήτρης Μητροπάνος και η Πετρή Σαλπέα. Τον Ιούλιο του 1999, Μητροπάνος και Μούτσης βρέθηκαν πάλι μαζί στο Ηρώδειο με την Δήμητρα Γαλάνη και την σοπράνο Τζούλια Σουγλάκου για δυο μουσικές βραδιές στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Οι συναυλίες αυτές ηχογραφήθηκαν και κυκλοφόρησαν σε διπλό CD.
Στη μακρόχρονη πορεία του στο ελληνικό τραγούδι, ο Δημήτρης Μητροπάνος συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους δημιουργούς του λαϊκού αλλά και του έντεχνου τραγουδιού. Γιώργος Ζαμπέτας, Μίκης Θεοδωράκης, Δήμος Μούτσης, Απόστολος Καλδάρας, Λάκης Παπαδόπουλος, Μάριος Τόκας, Σπύρος Παπαβασιλείου, Τάκης Μουσαφίρης ("Εμείς Οι Δυο" κ.α.), Χρήστος Νικολόπουλος ("Πάρε Αποφάσεις" σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου), Γιάννης Σπανός ("Ο Μητροπάνος τραγουδάει Σπανό") ήταν οι συνθέτες με τους οποίους συνδέθηκε επαγγελματικά, χτίζοντας μια καριέρα συνυφασμένη με την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση.
"Στροφή" στην καριέρα του θεωρείται η συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο το 1996, στον δίσκο "Στου Αιώνα Την Παράγκα", σε στίχους Άλκη Αλκαίου, Κώστα Λαχά, Λίνας Νικολακοπούλου και Γιώργου Κακουλίδη.
Τελευταίες δισκογραφικές δουλειές του Δημήτρη Μητροπάνου, ήταν η ζωντανή ηχογράφηση της συναυλίας του στο Ηρώδειο (Σεπτέμβριος 2009), αποτελούμενη από 2 CD με τον τίτλο "Τα Τραγούδια Της Ζωής Μου", και ο δίσκος "Εδώ Είμαστε" με τραγούδια του Σταμάτη Κραουνάκη σε στίχους του ίδιου, της Λίνας Νικολακοπούλου, του Μάνου Ελευθερίου, του Λάκη Λαζόπουλου και ένα ποίημα του Κωστή Παλαμά.
4. "Δεν είχε καταλάβει πόσο μεγάλος τραγουδιστής ήταν"
Ο κορυφαίος συνθέτης, στιχουργός και μουσικός Τάκης Μουσαφίρης μιλώντας πριν ένα χρόνο στο News 24/7 καλεσμένος στην εκπομπή του Ηλία Μπενέτου, είχε πεί για τον Δημήτρη Μητροπάνο:
"Είχα την τύχη να γνωρίσω αυτά τα μεγάλα, τα ιερά πρόσωπα για να μην πω τέρατα. Εγώ δεν είμαι ζωγράφος να κρεμάσω σε μια έκθεση τους πίνακες. Εγώ μέσω μιας φωνή άλλου πρέπει να περάσω το τραγούδι μου. Και αυτός ο άλλος πρέπει να το πει το τραγούδι, να μην το "δαγκώσει". Είχα την τύχη να βρω τραγουδιστές που μπορούσαν να εκπληρώσουν αυτό που ήθελα. Ένας από αυτούς ήταν ο Μητροπάνος, ήταν θεϊκός ο Μητροπάνος. Δεν είχε καταλάβει πόσο μεγάλος τραγουδιστής ήταν. Μπορούσε να πει μόνο μια λέξη από οποιαδήποτε μελωδία και να την πάει στα σύννεφα. Από τους τραγουδιστές που έχουν περάσει από το λαϊκό, γύρω στους πέντε πιστεύω είναι αυτοί που έχουν φωτοστέφανο πάνω από το κεφάλι τους όταν τραγουδούν: Είναι ο Μητροπάνος, ο Στράτος Διονυσίου, ο Καζαντζίδης, ο Γαβαλάς και ο Αγγελόπουλος".
"Και στις γυναίκες το ίδιο. Η τραγουδίστρια που εξέφραζε τα μέσα μου, την καρδιά μου, την ψυχή μου ήταν η Πίτσα Παπαδοπούλου. Αυτή ήταν ότι ήταν ο Μητροπάνος για εμένα".
5. Η "Ρόζα" ήταν 20 χρόνια στο "συρτάρι"
Ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια του ελληνικού τραγουδιού που συνδέθηκε άρρηκτα με την τεράστια φωνή του Μητροπάνου, ήταν αναμφίβολα η "Ρόζα" που συμπεριελήφθη "Στου αιώνα την παράγκα" του 1996.
Είκοσι χρόνια πριν από την κυκλοφορία του τραγουδιού, το 1976, ο ποιητής Άλκης Αλκαίος είχε στείλει το ποίημά του "Η Ρόζα", στον Θάνο Μικρούτσικο για να το μελοποιήσει.
Οι πρώτες απόπειρες του Θάνου Μικρούτσικου για μελοποίηση, δεν τον είχαν αφήσει ικανοποιημένο. Έτσι, άφησε την προσπάθειά του "στο συρτάρι". Ο Θάνος Μικρούτσικος είχε παίξει τη Ρόζα, μεταξύ άλλων, και στη Χαρούλα Αλεξίου, ωστόσο η πρώτη ηχογράφηση δεν "έπεισε" τους δύο καλλιτέχνες να την εντάξουν σε δίσκο.
Το άλμπουμ "Στου αιώνα την παράγκα" κυκλοφόρησε λίγο μετά τη λήξη της θητείας του Θάνου Μικρούτσικου στο υπουργείο Πολιτισμού με την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου. Η συνεργασία του με τον Δημήτρη Μητροπάνο αποφασίστηκε κατά τη διάρκεια μιας τιμητικής γιορτής που οργάνωσε η Minos EMI για την επιστροφή του Μικρούτσικου. Εκείνος που επέλεξε τη "Ρόζα" ήταν ο Ηλίας Μπενέτος που εργαζόταν στην εταιρεία ως μουσικός παραγωγός.
Ο Θάνος Μικρούτσικος στην αυτοβιογραφία του "Ο Θάνος και ο Μικρούτσικος" που επιμελήθηκε ο Οδυσσέας Ιωάννου, αναφέρει:
"Οι ηχογραφήσεις ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1996. Η "Ρόζα" μας παίδεψε πολύ στο στούντιο. Δεν μπορούσαμε να βρούμε τον τρόπο που θα έπαιζαν τα τύμπανα. Ήμασταν έξι ώρες και προσπαθούσαμε να βρούμε κάτι που θα με ικανοποιούσε. Ντράμερ ήταν ο σπουδαίος μουσικός Νίκος Καπηλίδης. Δεν ήθελα τα τυπικά χτυπήματα του ζεϊμπέκικου. Κάποια στιγμή ζητάω από τον Καπηλίδη να βγάλει το πουκάμισό του. "Σοβαρολογείτε;" με ρωτάει. "Απολύτως" του απαντάω. Βγάζει το πουκάμισο και ζητάω αν υπάρχει στο στούντιο καμιά προβιά για να φορέσει! Προβιά βέβαια δεν βρήκαμε, αλλά λέω στον Καπηλίδη να σκεφτεί ότι είναι ένας Βίκινγκ και να παίξει το κομμάτι όπως θα έπαιζε το ζεϊμπέκικο ένας Βίκινγκ. Τα κατάφερε απόλυτα".
Γράφει δε, πως ο Μητροπάνος δεν μπορούσε να τραγουδήσει το κομμάτι επί δύο εβδομάδες, λόγω άγχους. Ποτέ δεν αποκαλύφθηκε ακόμη, αν η "Ρόζα", ήταν η εμβληματική επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου