Παραμονή, 31 Δεκεμβρίου
Τελευταία ημέρα του χρόνου και η εκκλησία
μας γιορτάζει την οσία Μελάνη. Παραμονή, όμως, και της δεύτερης μεγάλης γιορτής
του 12ημέρου. Αύριο, Πρωτοχρονιά, γιορτάζεται η Περιτομή του Χριστού και ο
Άγιος Βασίλειος. Και τι σύμπτωση! Η Αγία Μελάνη και ο Άγιος Βασίλειος, όπως μας
λέει ο συναξαριστής, διέθεσαν τις περιουσίες τους για να ανακουφίσουν τον πόνο
των ασθενών και τις στερήσεις των φτωχών.
Τα κάλαντα
Από το πρωί τα παιδιά ξεχύνονταν στους
δρόμους για να πουν τα κάλαντα, όπως έκαναν και την παραμονή των Χριστουγέννων.
Αρχιμηνιά και αρχιχρονιά/Ψιλή μου
δεντρολιβανιά…
Οι νοικοκυρές ανοίγουν τα σπίτια τους, τα
φιλεύουν με τα παραδοσιακά γλυκά των ημερών, κουραμπιέδες και μελομακάρονα, μα
εκείνα περιμένουν και τον …κόπο τους. Κάποια πρωτοτυπούν και αντί για τα
συνηθισμένα κάλαντα λένε τα…
Και νέο έτος αριθμεί/η
του Χριστού Περιτομή
και η μνήμη του
Αγίου/Ιεράρχου Βασιλείου…
στον ίδιο σκοπό με το «Αρχιμηνιά…».
Ο Αντώνης Δ. προτιμούσε τ’ αρβανίτικα
κάλαντα:
Μίρσε τε βίνjε βίτι ι ρι/Καλώς ήρθε ο νέος χρόνος
Μίσε τε να πέλκj ένjε/Καλά να μας αρέσει
Γκjεγκjουνιβλέζεργκjεγκjουνι/Ακούστε αδέλφια ακούστε…*1
Λέγανε τα παιδιά τα κάλαντα όλο το πρωινό και, με μια μικρή διακοπή το μεσημέρι, συνέχιζαν μέχρι που έπεφτε το σκοτάδι και επέστρεφαν στο σπίτι. Μετρούσαν τον …κόπο τους, σχεδίαζαν τις αγορές τους και ετοιμάζονταν για την επομένη.
Ο ρόλος
Γύρω στις δέκα, οι μεγαλύτεροι, άρχιζαν να μαζεύονται στα Μαντράκια, για τον «ρόλο», το παιχνίδι των ημερών. Μέσα στις επόμενες ώρες τα Μαντράκια ασφυκτιούσαν από κόσμο.
Από τη μια άκρη μέχρι την
άλλη ομάδες παιχτών έστριβαν τα χάλκινα νομίσματα του Όθωνα, τις ασημένιες
δεκάρες του Γεωργίου Α΄ καθώς και κέρματα της εποχής. Πολλοί περίεργοι
«κύκλωναν» τις ομάδες του ρόλου και σχολίαζαν κερδισμένους και χαμένους άλλοτε
με νεύματα και άλλοτε με φωνή, που μόλις ακουγόταν... Ο ρόλος, έτσι και
ξεκινούσε την παραμονή, σταματημό δεν είχε! Θυμάμαι ομάδες που κρατούσαν το
παιχνίδι μέχρι τα μεσάνυχτα της επομένης! Όταν έπεφτε το σκοτάδι οι παίχτες
στήνονταν κάτω από το φως της κολώνας. Μερικοί από αυτούς το εκμεταλλεύονταν
και πετούσαν το νόμισμα χωρίς περιστροφή. Έστριβαν, όπως λέγαμε, «κοκράνικα»!
Μερικές χρονιές το κρύο ήταν τσουχτερό και
άλλες η δυνατή βροχή απειλούσε να διακόψει το παιχνίδι. Οι …προνοητικοί άνοιγαν
τις ομπρέλες τους. Τα χέρια, ξυλιασμένα, με δυσκολία έστριβαν το νόμισμα. Τα
κορμιά έτρεμαν από το κρύο, την υγρασία και την αγωνία του παιχνιδιού, που
συνεχιζόταν χωρίς σταματημό. Στην άλλη πλευρά της πόλης, στα καφενεία του
Λιμανιού, στρώνονταν οι πράσινες τσόχες για το 31 και τ’ άλλα τυχερά παιχνίδια,
καθώς το βράδυ της παραμονής, έστω και σιωπηρά, όλα επιτρέπονταν…
Η αλλαγή του χρόνου
Τα μεσάνυχτα, όταν το ρολόι της Παναγίας
χτυπούσε δώδεκα φορές, οι καμπάνες και των δύο εκκλησιών σήμαιναν ακατάπαυστα
και άναρχα διαλαλώντας την έλευση του νέου χρόνου. Εμείς, μικρά παιδιά,
απολαμβάναμε την …«ταραχή» στα ζεστά μας σκεπάσματα.
Συνέβαιναν, όμως, και πολλά ευτράπελα
μεταξύ των επίδοξων «καμπανοκρούστηδων» και των υπεύθυνων των ναών με
αποκορύφωμα τα γεγονότα του 1969, όταν χρειάσθηκε η επέμβαση της αστυνομίας για
να βρεθεί λύση. Για λίγα χρόνια ακόμη οι καμπάνες συνέχισαν να σημαίνουν στην
αλλαγή του χρόνου, «υπό επιτήρηση»…
Το έθιμο τελείωσε άδοξα στα μέσα της
10ετίας του 1970. Άλλωστε μετά από μερικά χρόνια τα σχοινιά στις καμπάνες
καταργήθηκαν και οι κωδωνοκρουσία γινόταν με …«εντολή» της ηλεκτροκίνησης.
Επανήλθε, αν είμαι καλά πληροφορημένος, τα τελευταία χρόνια, αφού προηγήθηκε
συνεννόηση τού τότε Προέδρου της Κοινότητας Ι. Γ. με τον εφημέριο του Ναού. Τα
«περί καταργήσεως των καμπανοκρουσιών» για την αλλαγή του χρόνου γράφονται με
κάθε επιφύλαξη.
Ο ασπροπόδαρος (αρβ. Κ-μπ-μπάρδης)
Προτού χτυπήσουν οι καμπάνες της
πρωτοχρονιάτικης λειτουργίας στους δρόμους της Ερμιόνης έκαναν την εμφάνισή
τους οι Ασπροπόδαροι! Παιδιά, που είχαν στη ζωή και τους δύο γονείς, θα έκαναν
το καλό ποδαρικό στα σπίτια που τους το είχαν ζητήσει. Χτυπούσαν την πόρτα του
σπιτιού και έμπαιναν προσεχτικά μέσα με το δεξί. Οι νοικοκυραίοι τα
καλοδέχονταν με χαμόγελα, όνειρα και ελπίδες. Τα ασήμωναν βάζοντας στην κάλτσα
του δεξιού ποδιού χρήματα, τυλιγμένα «συμβολικά» σε ολόλευκο βαμβάκι. Του
πρόσφεραν γλυκίσματα και δώρα. Η μικρή τελετή τελείωνε με την ανταλλαγή των
ευχών και το ζεστό ξεπροβόδισμα του Ασπροπόδαρου.
- Άντε
πουλάκι μου, να μας φέρεις και φέτος τύχη, όπως πάντα. Να είσαι καλότυχος!
Πολλές φορές βέβαια το σκηνικό ήταν «σοφά σκηνοθετημένο» και γινόταν κατόπιν
προσυνεννόησης προκειμένου οι ευχές να… «πιάσουν» και η οικογένεια να έχει όλα
τα καλά του Θεού! Προτιμούσαν πάντοτε τα μικρά παιδιά που η τύχη τους ακόμη
είναι αδούλευτη «για να ανοίξει το σπίτι». Εγώ, για χρόνια πήγαινα Ασπροπόδαρος «στην
κυρά Μαριγούλα του μπάρμπα Γαβρίλη του Γεωργίου, του ταχυδρόμου», που
κάθονταν δίπλα στο πατρικό μου σπίτι. Ήμουν το γούρι τους!
Ανήμερα στην εκκλησία
Δεξιοτέχνης ο παπα-Μιχάλης στο ταυτόχρονο
χτύπημα της μεγάλης και της μεσαίας καμπάνας έδινε το σύνθημα για το ξεκίνημα
του όρθρου της εορτής. Σηκωνόμαστε γρήγορα και η πρώτη μας δουλειά ήταν ν’
ανοίξουμε τα διπλωμένα χαρτιά με τους μπο(υ)ναμάδες, που μας είχε φέρει ο Αϊ -
Βασίλης. Θυμάμαι εκείνα τα δώρα… Ήσαν όμορφα, φτηνοπράγματα που γέμιζαν τις
ώρες του παιχνιδιού τις επόμενες μέρες...
Με τη δεύτερη καμπάνα, γύρω στις οκτώ, ο
κόσμος άρχιζε να γεμίζει τις εκκλησίες. Στη θεματογραφία των ύμνων του όρθρου συνδέεται
αριστοτεχνικά το περιεχόμενο των δύο εορτών της Περιτομής και του Αγίου
Βασιλείου. Ακολουθεί η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, ακούγεται το
μεγαλυνάριο «Τον Ουρανοφάντορα του Χριστού…» και διαβάζεται η οπισθάμβωνος
ευχή, «Ο θυσίαν αινέσεως…». Γύρω στις 10:30 π.μ. χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες
αναγγέλλουν το τέλος της λειτουργίας. Οι πιστοί ανταλλάσσουν τις καθιερωμένες
ευχές «Χρόνια Πολλά - Καλή Χρονιά» και επιστρέφουν στα σπίτια τους.
Υπήρχε η συνήθεια από τις αρχές του 20ου αιώνα,
ίσως και παλαιότερα, την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ο οικείος Μητροπολίτης να
λειτουργεί στην Ερμιόνη. Σύμφωνα μ’ αυτά που αναφέρει ο Νικόλαος Χαλιορής στο
βιβλίο του «Υδρέικα Λαογραφικά - Πειραιεύς 1931», ο Μητροπολίτης
έφευγε λίγες μέρες πριν από τα Χριστούγεννα από την έδρα του και ανήμερα της
εορτής λειτουργούσε στο Κρανίδι και επέστρεφε στην Ύδρα τα Θεοφάνια. Έτσι
μοίραζε τις τρεις μεγάλες εορτές: Χριστούγεννα στο Κρανίδι, Πρωτοχρονιά στην
Ερμιόνη, Θεοφάνια στην Ύδρα.
Το κόψιμο της βασιλόπιττας
Στα ερμιονίτικα σπίτια το κόψιμο της
βασιλόπιττας, φτιαγμένης με αγνά υλικά και με τον παρά (νόμισμα), που είχε
βάλει η νοικοκυρά, γινόταν συνήθως την ώρα του μεσημεριανού τραπεζιού. Την
έκοβε ο πατέρας, πριν από το φαγητό, σε ισομεγέθη κομμάτια ως εξής: Το πρώτο,
το αφιέρωνε στον Χριστό, το δεύτερο στην Παναγία και το τρίτο στην ημέρα και
στον Μέγα Βασίλειο. Τα υπόλοιπα μοιράζονταν στα μέλη της οικογένειας αρχίζοντας
από τον πατέρα, τη μητέρα και τα παιδιά κατά ηλικία. Αν υπήρχαν παππούδες και
γιαγιάδες έκοβε και σ’ αυτούς κομμάτι, όπως και στους συγγενείς και φίλους που
παρευρίσκονταν στο πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Το προτελευταίο κομμάτι ήταν του
φτωχού και το τελευταίο του σπιτιού, των κτημάτων και των άλλων περιουσιακών
στοιχείων.2
Μετά το φαγητό, αν ο τυχερός ήταν μέλος
της οικογένειας, έδινε τον παρά στη μητέρα που το φύλαγε στα εικονίσματα, για
να φέρνει πάντα το καλό και την ευλογία στο σπίτι. Αν υπήρχαν μικρά παιδιά στο
τραπέζι για να μη στεναχωρηθούν και κλάψουν, η μητέρα συνήθως, έκρυβε στο
κομμάτι τους ένα νόμισμα για να πιστεύουν ότι αυτά είναι τα τυχερά της χρονιάς.
Το ίδιο άλλωστε γίνεται και στις μέρες μας…
Αρχές της 10/ετίας του 50. Ήμουν μαθητής
της Β΄ τάξης του Δημοτικού, όταν η δασκάλα, μετά τις γιορτές, μάς έβαλε έκθεση
με θέμα πώς περάσαμε τις διακοπές των Χριστουγέννων. Μας είπε, μάλιστα, ότι
μπορούμε να γεμίσουμε και τις δυο σελίδες του τετραδίου μας, καθώς θα έχουμε να
γράψουμε …πολλά! Ένας συμμαθητής, αφού έγραψε πέντε-έξι γραμμές για το πώς
πέρασε τις ημέρες αυτές, στάθηκε στο κόψιμο της πίτας και έγραψε: «Κόψαμε
και την πίτα και τον παρά τον βρήκα εγώ». Στη συνέχεια γέμισε και τις
δύο σελίδες με τη φράση: «Εγώ τον βρήκα τον παρά, εγώ τον βρήκα τον
παρά, εγώ τον βρήκα τον παρά….». Τελικά η δασκάλα ρώτησε τους δικούς
του, αν πραγματικά τον είχε βρει και για τον λόγο αυτό είχε μεγάλη χαρά. Οι
γονείς, όμως, το διέψευσαν και είπαν ότι ο παράς έπεσε στην αδελφή του!
Σήμερα, εβδομήντα και πλέον χρόνια μετά,
κάποια από τα έθιμα αυτά ο οδοστρωτήρας του χρόνου τα εξαφάνισε. Όσα κατάφεραν
να διατηρηθούν, έγινε αντιληπτό ότι έπρεπε να εκσυγχρονισθούν, για να μπορέσουν
να επιζήσουν!
ΣΗΜ.
1. Τα
αρβανίτικα κάλαντα θυμήθηκε το καλοκαίρι του 2003 σε εκδήλωση του Ερμιονίτικου
Συνδέσμου για τους Αρβανίτες και την αρβανίτικη γλώσσα στην Ερμιόνη, ο
αείμνηστος καθηγητής των Μαθηματικών, Κώστας Παπαμιχαήλ, ένας γνήσιος
Ερμιονίτης...
Άλλωστε σε πολλές περιοχές της νησιώτικης
και στεριανής Ελλάδας λέγονται κάλαντα με διαφορετικούς σκοπούς, στίχους και
ντοπιολαλιές, που τα συνοδεύουν ενδιαφέροντα, ήθη, έθιμα και παραδόσεις.
2. Την ειδική
αυτή τελετή γύρω από την πίτα, με το ιεραρχικό μοίρασμα των κομματιών για την
ανεύρεση του παρά από τον τυχερό του τραπεζιού, λέγεται ότι την έφεραν στην
Ελλάδα οι Φράγκοι με τις Σταυροφορίες.



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου