Αδριανός Ι. Μήτσας
Ο Γενάρχης της ένδοξης οικογένειας των Μητσαίων
Η οικογένεια
των Μητσαίων, σύμφωνα με την παράδοση, έλκει τη
μακρινή καταγωγή της από την ιστορική Χειμάρρα της Βορείου
Ηπείρου.
Οι πρόγονοί
τους λέγεται πως πήραν μέρος στη μεγάλη ναυμαχία της Ναυπάκτου, στις 7
Οκτωβρίου 1571. Εκεί, αντιμέτωποι βρέθηκαν ο ενωμένος στόλος των Ισπανών,
Βενετών κ.λπ. με τον Τουρκικό στόλο ενισχυμένο με αλγερινά πλοία. Η περίφημη
ναυμαχία έληξε με τη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων και έτσι αναχαιτίστηκε ο
επεκτατισμός των Οθωμανών στην Ευρώπη.
Στη συνέχεια οι
Μητσαίοι μετακινήθηκαν στην Πελοπόννησο, κάποιοι έφτασαν στην Ερμιονίδα και
εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Ερμιόνη, απασχολούμενοι, κατά τα προεπαναστατικά
χρόνια, με τη ναυτιλία, το εμπόριο αλλά και την πειρατεία.
Το επώνυμο της
οικογένειας, «Μήτζας» αρχικά και κατόπιν «Μήτσας», φαίνεται να προέρχεται από
τη λέξη «μίντζα», το εργαλείο, δηλαδή, με το οποίο άναβαν το μπουρλότο. Ίσως
κάποιος από τους προγόνους τους να ήταν τρανός μπουρλοτιέρης. Έτσι, με τα
χρόνια, φαίνεται ότι το παρατσούκλι έγινε επίθετο.1
Πατριάρχης της
οικογένειας ήταν ο αυστηρός και θαρραλέος καραβοκύρης Αδριανός Μήτσας. Ένας πανέξυπνος και δραστήριος άνθρωπος,
που άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στον τόπο μας, το τελευταίο τέταρτο του 18ου έως τις αρχές
του 19ου αιώνα. Στη μικρή κοινωνία της Ερμιόνης, ο καπετάν Αδριανός έζησε σαν
άρχοντας απολαμβάνοντας πλουσιοπάροχα τιμές και ευρύτατη αναγνώριση.
Παντρεμένος με
την Κρανιδιώτισσα αρχοντοπούλα Θεοδότη ή Θεοδώρα (;) της γνωστής εύπορης
οικογένειας Σαρρή, απέκτησαν δυο γιους, τον Γιάννη και τον Σταμάτη, μετέπειτα
οπλαρχηγούς και καπεταναίους της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο καπετάν Αδριανός αναζητούσε συχνά και αξιοποιούσε τις νέες επαγγελματικές ευκαιρίες,
νόμιμες και παράνομες, που του παρείχαν οι καιροί, θέλοντας να επεκτείνει και
να προστατέψει την επιχειρηματική και εμπορική του δράση, που έφτανε μέχρι τη
θαλάσσια πειρατεία, Έτσι έχτισε τον γνωστό ανεμόμυλο στην ανατολική άκρη της
πόλης, στο «μάτι των ανέμων», λίγα μέτρα πάνω από τη θάλασσα.
Ο «Μύλος του Μπιστιού», όπως συνηθίσαμε να τον λέμε, είναι ένα επιβλητικό απομονωμένο οικοδόμημα
χτισμένο τη δεκαετία 1780-1790. Έχει σχήμα κυλινδρικό με χοντρό τοίχωμα και
δίνει την εντύπωση ενός ισχυρού προμαχώνα.
Η πρόσβαση στον
Μύλο από στεριά και θάλασσα δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση για τους παντός
είδους σφετεριστές, πειρατές και ληστές αλλά και τους «περίεργους», καθώς
απολάμβανε μιας φυσικής όσο και «μυστικής» προστασίας. Από τη μια οι απόκρημνοι
ρυτιδωμένοι πέτρινοι όγκοι επάνω ακριβώς από τις ακτές του Ερμιονικού κόλπου
έκαναν την αναρρίχηση αρκετά δύσκολη. Εμπόδιζαν τους επίδοξους και
ανεπιθύμητους «επισκέπτες» να σκαρφαλώσουν και να φτάσουν στον Μύλο, καθώς θα
γίνονταν εύκολα αντιληπτοί από τους φύλακες και βίαια θα απωθούνταν.
Από την άλλη,
λίγα μέτρα παρακάτω, ανάμεσα σε απότομα βράχια, βρισκόταν το κρησφύγετο της
τρομερής Βιτόριζας που παραμόνευε καρτερικά τους «αδιάκριτους και απερίσκεπτους
επισκέπτες», γιατί τρεφόταν αποκλειστικά με ανθρώπινο κρέας. Ποιος θα τολμούσε,
λοιπόν, να πλησιάσει σ’ εκείνο το μέρος ιδιαίτερα τη νύχτα;
Μετά τον θάνατο
του Αδριανού Μήτσα και του γιου του καπετάν Γιάννη, όπως έχει ειπωθεί, ο Μύλος
περιήλθε στην κατοχή της κόρης του δεύτερου, Θεοδώρας, μετέπειτα συζύγου του
Δημήτρη Νικολάου, ο οποίος διετέλεσε και Δήμαρχος Ερμιόνης.
Την ίδια
περίπου εποχή με τον Μύλο του Μπιστιού (πριν από το 1770 υποστηρίζουν
ορισμένοι) ο καπετάν Αδριανός έκτισε στα Μαντράκια τον περιώνυμο «Πύργο του
Κουλέ», από την αρβανίτικη λέξη «κούλια», που θα πει αμυντικός πύργος.2
Μια πραγματική
αετοφωλιά σκαρφαλωμένη πάνω στη βραχώδη πλαγιά, απροστάτευτη από τον νοτιά και
τη σοροκάδα. Ένας Πύργος ιερός και μυστηριώδης, περιχαρακωμένος, λιτός και
απρόσιτος, που έμελλε να κλείσει μέσα του κομμάτια της νεότερης ιστορίας του
τόπου μας και της Ελλάδας.
>>>>>>>>>>>>
>>>>>>>>>>>>