- Συντάκτης: Διότιμος
Δώρα στους λαούς, που τους γεννούν, είναι οι ποιητές τους. Είναι αυτοί, που “ικανοποιούν την λανθάνουσα κοινή ανθρώπινη ανάγκη για ουρανό”, “που βάζουν δυναμίτη, δημιουργούν εκρήξεις και σκορπίζουν το χειρότερο θάνατο στα βολέματά μας”, “που πληρώνουν πάντα τόκους και υπερημερίες για τον πόνο των ανθρώπων” και νοιώθουν τον εαυτό τους “πάντα χρεώστη απέναντι στον κόσμο”. Τέτοιο δώρο είναι και για το λαό μας ο Ελύτης ο ηλιοπότης με μια ποίηση δοξαστική, που είναι από μόνη της μια πλήρη θητεία στο φως
“Απόβλητος από τις αγορές του αιώνος” .
Ήταν, 18 του Μάρτη του 1996, όταν η καρδιά του ποιητή σταμάτησε να χτυπάει κι έφυγε, όπως ακριβώς μας το΄ χε γράψει ->
“Στα κρυφά φεύγω με όλα τα κλοπιμαία στο νου μου για μιαν απ΄ την αρχή ζωή απροσκύνητη χωρίς κεριά χωρίς πολυελαίους” “με μόνο μια στη θέση αδάμαντος βέρα χρυσή ανεμώνη”.
Έτσι απροσκύνητη όμως ήταν και η
ζωή που είχε ζήσει. Αστός αυτός από οικογένεια βιομηχάνων μπορούσε να έχει τη
ζωή που ταίριαζε στην τάξη του. Ο Οδυσσέας όμως, το μικρότερο από τα έξι παιδιά
του Λέσβιου εργοστασιάρχη σαπωνοποιίας Παναγιώτη Αλεπουδέλη, ως και το πατρικό
επίθετο άλλαξε θέλοντας να αποστασιοποιηθεί απ΄ ό,τι, όπως δηλώνει ο ίδιος,
μισούσε στη ζωή “το πρακτικό πνεύμα, την εμπορική πίστη, τον άκρατο
ωφελιμισμό”. Και ακριβώς το γίγνεσθαι του ποιητή μαρτυρά μιαν άλλη επιλογή,
αυτή της ριζοσπαστικής επίγνωσης και της κοινωνικής υπευθυνότητας, της δύσκολης
πόρευσης στο δρόμο των ιδεών και της σκληρής άσκησης για την κατάκτηση του
ποιητικού του πεπρωμένου με τελικό στόχο και δικαίωση μόνο τη χαρά του “άξιον
εστί το τίμημα”. Ανθυπολοχαγός πολεμάει στην πρώτη γραμμή του πυρός και από
τύχη γλυτώνει τη ζωή του από βέβαιο θάνατο. Το 1945 ξεκινάει τη συνεργασία του
με την εφημερίδα Ελευθερία και το υπερρεαλιστικό περιοδικό Τετράδιο. Το 1946
γνωρίζεται με το Γάλλο κομμουνιστή ποιητή Πολ Ελυάρ, όταν είχε έρθει στην
Ελλάδα καλεσμένος από το ΕΑΜ για να υπερασπισθεί τους υπό διωγμόν πλέον αγωνιστές
της Εθνικής Αντίστασης, ταξιδεύει στο Αιγαίο προσπαθώντας μάταια να πάρει
διαβατήριο. Το 1948 ο ποιητής καταστρέφει τα χειρόγραφά του και καταφέρνει να
φύγει στο εξωτερικό, όπου και μένει στο Παρίσι μέχρι τα 1950. Εκεί έρχεται σε
στενή επαφή με την πρωτοπορία της γαλλικής διανόησης και με σπουδαίους
εικαστικούς καλλιτέχνες, όπως τον Πικάσο, τον Ματίς, Σαγκάλ και Τζιακομέτι. Το
1953 αναλαμβάνει διευθυντής του ΕΙΡ αλλά το 1954 παραιτείται. Το 1958 η
Υπηρεσία Ασφαλείας του Υπουργείου Εσωτερικών θα του απαγορεύσει ταξίδι στην
Πράγα μετά από πρόσκληση της Εταιρείας Τσεχοσλοβάκων Συγγραφέων. Το 1961 του
απαγορεύει το Υπουργείο Παιδείας την παρουσίαση του “Άξιον Εστί” στο Ηρώδειο.
Το 1972 αρνείται να δεχτεί το μεγάλο βραβείο Λογοτεχνίας, που είχε θεσπίσει η
δικτατορία και πέντε χρόνια μετά αρνείται επίσης να γίνει μέλος της Ακαδημίας
Αθηνών. Αρνείται ακόμα την πρόταση να συμπεριληφθεί στους καταλόγους των
βουλευτών Επικρατείας, παραμένοντας πιστός στις αρχές του να απέχει από την
πολιτική πρακτική. Στις 10 Δεκεμβρίου του 1979 δέχεται την ύψιστη παγκοσμίως
στο χώρο των γραμμάτων τιμή, το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Η Ακαδημία του
απένειμε το Νόμπελ για “την ποίησή του, που με φόντο την ελληνική παράδοση με
αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική οξύνοια ζωντανεύει τον αγώνα του
σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργία.” Ο Ελύτης έζησε με σεμνότητα
και διακριτικότητα αποτραβηγμένος από την “αγορά” με ό,τι αυτό συνεπαγόταν.
Αυστηρός στην εκλεκτικότητά του αρνήθηκε τίτλους και τιμές και γενικότερα κάθε
τι που θεωρούσε ότι τον μείωνε ως άνθρωπο ή ερχόταν σε αντίθεση με τους
κώδικες, που αυτός είχε θεσπίσει για τον εαυτό του. Ο ποιητής έζησε στο δικό
του ποιητικό κόσμο αναπλάθοντας με λεπτότητα και γνήσια ποιητική διάθεση το
ελληνικό παρόν μέσα από το θάμπος της απαράμιλλης ομορφιάς των χρωμάτων και τη
μουσικότητα της φυσικής αρμονίας.
Η ποίησή του φως “που απέλπισε το Θάνατο” >>>>>>>