Το χορεύαμε χασάπικο στην ταβέρνα του Παντελή Μενεξή στην επάνω Ερμιόνη με την παρέα μου - 16χρονα παιδιά...
Όσο για εμένα καθώς γυρίζω συχνα τη σκέψη μου στην περιπετειώδη ζωή μου στη θάλασσα, αλλά και σε όλα τα ψαροπαίδια αυτής της εποχής - στις μέρες μας δεν υπάρχουν τέτοια παιδιά- ήταν τραγούδι πίστης και προσευχής, γιατί τα λόγια
του άγγιζαν τα τρίσβαθα της ψυχής μας… στο βαθμό να βουρκώνανε τα μάτια μας!!
Νησί μου ασπρογάλαζο σαν
τ΄ αφρισμένο κύμα στο αγαπημένο χώμα σου εγώ δε θάχω μνήμα...
Ποιός ξέρει σε ποια
πέλαγα, σε ποιόν ωκεανό θα φάει το κορμάκι μου το αρμυρό νερό…
Η θάλασσα μ’ ανάθρεψε με έκανε παλικάρι κι’ θάλασσα
μανούλα μου μια νύκτα θα με πάρει…
Δεν θα’χει ο τάφος μου σταυρό, καντήλι δεν θα καίει, μόνο
το κύμα θα’ρχεται επάνω μου να κλαίει…
Ψάχνοντας να βρω το βίντεο και το ιστορικό των στίχων που έγραψε ο αείμνηστος στιχουργός Κώστας Βίρβος, διάβασα και τους λόγους που του δώαανε το ερέθισμα να το γράψει..
Τους αντέγραψα και τους δίνω αυτούσια ->
Η ιστορία
του τραγουδιού
Ένα σπάνιο τραγούδι με το Γρηγόρη Μπιθικώτση, σε μουσική Θεόδωρου Δερβενιώτη και στίχους Κώστα Βίρβου.
Κυκλοφόρησε σε 45ρι, το 1962 και δεν μπήκε ποτέ σε δίσκο 33 στροφών.
Πρόκειται για κοινωνικό, αλλά και τραγικό θα έλεγε κανείς τραγούδι, καθώς αναφέρεται στους πολιτικούς εξόριστους, - οι καημένοι αριστεροί, - που πάλευαν για να ανήκει η Ελλάδα στους Έλληνες.
Οι "Φιλοπάτριδες", τους έπαιρναν με καράβια και τους πήγαιναν στα ξερονήσια και δεν ήταν λίγες οι φορές, που πριν τους αποβιβάσουν, νύχτα τους πέταγαν στη θάλασσα και τους εξαφάνιζαν, ή αυτό μπορούσε να συμβεί και στην παραμονή τους στο νησί της εξορίας.
Το τραγικό
αυτό γεγονός, αναφέρεται στο τελευταίο μέρος του στίχου, όπως περίτρανα
διαφαίνεται - σε όλον το στίχο - και η αγωνία του εξόριστου, για την τύχη της
ζωής του, αλλά και η απογοήτευση του, ότι δε θα ξαναγυρίσει στον τόπο του.
Κι όμως ποτέ
δεν υπόγραφε χαρτί μετάνοιας..
.—via http://stixos.eu
Κείμενο - παρουσίαση
ΣΤΑΜ. ΔΑΜΑΛΙΤΗΣ