Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...

Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...
ΚΛΙΚ ΣΤΗ ΦΩΤΟ -> Κεραυνός εν αιθρία ! - > Η αποστομωτική απάντηση της Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου ! ...
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χρήατος Γιανναράς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χρήατος Γιανναράς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2020

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] Οι άνθρωποι πολεμάνε, όταν θέλουν να μη χάσουν κάτι, που χωρίς αυτό η ζωή τους δεν έχει νόημα!! ...




Πανέτοιμοι για να κατακτηθούμε
Christos Yiannaras | 03 Feb 2020
Στη διάρκεια μιας και μόνο γενιάς τα δεδομένα και οι προϋποθέσεις κρατικής άμυνας έχουν αλλάξει στην Ελλάδα ριζικά. 
Ενδεικτικό (συμβατικό) ορόσημο είναι η δικτατορία 1967-1974. Μέχρι τότε, η υπεράσπιση της «πατρίδας», της κρατικής ανεξαρτησίας, της ελληνικής ιδιαιτερότητας (των «παραδόσεων») ήταν κάτι κοινά αυτονόητο. 
Στη γενική επιστράτευση που κήρυξαν οι δικτάτορες το 1974, με αφορμή την πολεμική εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, η ανταπόκριση του ελλαδικού πληθυσμού ήταν μουδιασμένη, αλλά αυτονόητα πάγκοινη. Αποκαλύφθηκε, βεβαίως, και το «μπάχαλο» (η οργανωτική διάλυση και παντοδαπή ασυναρτησία) του κρατικού μηχανισμού, όπως και η γελοιότητα της εθνικιστικής ρητορείας. Αλλά δεν εμπόδισαν και οι δυο αυτές παράμετροι να δηλωθεί εμφατικά η κοινωνική ετοιμότητα για υπεράσπιση της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας.
Είκοσι δύο, μόλις, χρόνια μετά, το 1996, με την κρίση στη βραχονησίδα των Υμίων, αποκαλύφθηκε η αλλαγή που είχε ραγδαία συντελεστεί στη νοο-τροπία και στον ψυχισμό των Ελλήνων: Ενας πρωθυπουργός της κομματικής χαρτοκοπτικής, κρεμασμένος ολονυχτίς στο τηλέφωνο και εκλιπαρώντας αμερικανική παρέμβαση, χάρισε στους Τούρκους το πρόσχημα να μιλάνε για «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο και να συμπεριφέρονται, σε καθημερινή βάση, σαν αφεντικά. Ναι μεν ασελγούν οι Τούρκοι συνεχώς στο Διεθνές Δίκαιο και σε κάθε κώδικα ανθρώπινων δικαιωμάτων, όμως τον βαρβαρικό τους ρόλο τον παίζουν σοβαρά, με πυγμή. Κατακτούν ηγεμονικό ρόλο στη διεθνή σκακιέρα, προμελετημένα και ευφυέστατα, βήμα προς βήμα. Εχουν σοβαρότητα, γιατί είναι έτοιμοι να πολεμήσουν και να πεθάνουν για την πατρίδα τους.Οι Ελληνες είμαστε πιο εκσυγχρονισμένοι, προσαρμοσμένοι στο καινούργιο «παράδειγμα»: στους ρυθμούς της παγκοσμιοποίησης. Εχουμε σιωπηρά αλλά φανερά αποδεχθεί τη συντελεσμένη ενοποίηση μαρξισμού και καπιταλισμού (των δύο όψεων του Ιστορικού Υλισμού) στο αμφίφυλο μάγμα της «προοδευτικής πρωτοπορίας». 
Σε μια «προοδευτική» συλλογικότητα δεν υπάρχει τίποτα δεδομένο, όλα τα επιλέγει το άτομο, κατά το γούστο του, κάθε ατομική επιλογή είναι νομικά κατοχυρωμένη – προτεραιότητα έχει το άτομο, όχι η κοινωνία των αναγκών, η εγωτική προτίμηση, όχι οι συλλογικές στοχεύσεις.
Για τον «προοδευτικό» ατομοκεντρισμό τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν μας ξεπερνάει ώστε να μας προσδιορίζει συλλογικά – ό,τι είναι και ό,τι κάνει ο καθένας, το επιλέγει: Επιλέγει το φύλο του, τον ή τη σύντροφό του ασχέτως φύλου, τη μόνιμη ή ευκαιριακή πατρίδα του, το να «εκφράζεται» ανεμπόδιστα με βανδαλισμούς και εγκληματικές αυθαιρεσίες, να επιβάλλει την αυθαιρεσία του εγώ βασανίζοντας συνανθρώπους του.
Αυτή η εκτρωματική «ελευθερία» του κτηνώδους «προοδευτικού» ατομοκεντρισμού δεν πολεμιέται. Και, αντίστοιχα, η αγάπη για την πατρίδα, η χαρά των σχέσεων κοινωνίας, ο σεβασμός της διαφοράς, η φιλία, ο έρωτας, δεν διδάσκονται, δεν επιβάλλονται με νουθεσίες και προτροπές. Μόνο γεννιώνται. Στόχος του σχολειού, στόχος της παιδείας, για την ελληνική τουλάχιστον εμπειρία και παράδοση, δεν είναι να «πληροφορήσει» - «ενημερώσει» - «πείσει» για το αξιοσέβαστο και προτιμητέο. Ο στόχος είναι να οδηγηθεί το παιδί («παιδαγωγηθεί») στην εμπειρία της χαράς που δίνει η αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά, η συμμετοχή, συμμέθεξη, σύμπραξη, η από κοινού στόχευση σε χαροποιές επιδιώξεις.
Το σχολείο, η κοινότητα ή γειτονιά ή ενορία, η γιορτή, το τραγούδι, ο χορός, οι εθιμικές παραδόσεις, η ιστορική πληροφόρηση, η οικογενειακή οικειότητα, τα θησαυρίσματα της γλώσσας – αυτά όλα γεννάνε την αγάπη για την πατρίδα, χωρίς νοητικές αναλύσεις, διδαχές, ηθικές προστακτικές. Στους αντίποδες της φιλοπατρίας είναι ο διεθνισμός: του προλεταριάτου ή του κεφαλαίου (αποδείχθηκε περίτρανα η κοινή τους ρίζα και οι καρποί πανομοιότυπης απανθρωπίας). Αποδείχθηκε η συμφυΐα και ομοιοκαρπία και στην περίπτωση των υπουργών Παιδείας: Σε τι διέφεραν οι «αριστεροί» υπουργοί (Φίλης, Γαβρόγλου, Αρσένης ή Βερυβάκης) από τους «δεξιούς» της συμπλεγματικής απομίμησης των αριστερών της «προόδου» (Κεραμέως, Γιαννάκου, Σπηλιωτόπουλος ή Αρβανιτόπουλος);
Οπως και σε όλες τις μετα-αποικιακές κοινωνίες, έτσι και στην Ελλάδα, η ανάγκη που ενστικτωδώς αξιολογείται πρωτεύουσα είναι ο διεθνισμός, η απατρία. Γεννάει αυτή την ανάγκη η απαιδευσία, η χρηστική εκδοχή της μάθησης, η βαρβαρική ωφελιμοθηρία και ηδονοθηρία που τη βαφτίσαμε «πρόοδο». Νέμονται τον μεθοδευμένο παλιμβαρβαρισμό, αδίστακτοι, οι εξουσιολάγνοι επαγγελματίες της πολιτικής.
Γελοιοποίησαν τη στρατιωτική θητεία σε βραχύτατη «παρένθεση» στην ανεργία ή στον χαβαλέ, εγκατέλειψαν κάθε στοιχειώδη έγνοια εξοπλισμού της χώρας. Θεωρούμε πια αυτονόητο ότι τον πόλεμο τον αναλαμβάνουν καλοπληρωμένοι μισθοφόροι – ή και άθλια μισθοδοτούμενοι αναγκεμένοι σαν τους αστυφύλακες που καίγονται κάθε βράδυ για το κέφι των κανακάρηδων της πλουτοκρατίας. Τώρα περιμένουμε μοιρολατρικά το όποιο «θερμό επεισόδιο» σκαρφιστεί ο Ερντογάν, για να προσθέσει στις κατακτήσεις του άγνωστο αριθμό νησιών στο πανάρχαια ελληνικό Αιγαίο.
Ο εξευτελιστικός αφελληνισμός μας απαιτεί, να επαναληφθούν τα αμήχανα αλλά αυτάρεσκα γλυκοχαμόγελα τύπου Νίκου Κοτζιά, όταν ξεπούλαγε στο ΝΑΤΟ τη Μακεδονία – συνεπής κατάληξη μιας, εκτρωματικής ιστορικά, πολιτικής χαμέρπειας. 
Οι άνθρωποι πολεμάνε, όταν θέλουν να μη χάσουν κάτι, που χωρίς αυτό η ζωή τους δεν έχει νόημα. Σήμερα αυτό το «κάτι» είναι μόνο το χρήμα. Γι’ αυτό και οι πόλεμοι μόνο για μισθοφόρους.

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - Να υπερασπίσουμε, τι; ...






Να υπερασπίσουμε, τι;
Christos Yiannaras | 06 Jan 2020
Μπήκε στον καινούργιο χρόνο η ζωή μας, ζούμε στο 2020. Ο συλλογικός μας χαρακτήρας και η καλλιέργειά μας δεν μας αφήνουν περιθώρια να βλέπουμε κατάματα την πραγματικότητα – δεν την αντέχουμε. Αυτό το ξέρουν καλά οι δυνάστες μας, κομματάνθρωποι και τηλεπερσόνες. Ετσι, εκλείπει εντελώς η κοινωνική αυτοκριτική, η αναγνώριση λαθών, άρα και οι ρεαλιστικές προοπτικές.
Σταματάμε σε αστοχίες χειρισμών, κρίνουμε και τις επικαιρικές στραβοτιμονιές, εκεί τελειώνει ο δημόσιος προβληματισμός μας. Η μάζα (λέξη ταπεινωτική αλλά δυστυχώς ρεαλιστική) προτιμάει το ψέμα, αρκεί να είναι ευφραντικό: να ζει με «εντυπώσεις», όχι με πιστοποιήσεις.
Αυτό είναι που ξέρουν καλά οι δυνάστες μας, θύματα και αυτοί, αλλά της αυτοχειρίας τους. Το δικό τους ντοπάρισμα θέλει διαφορετικό αφιόνι, πανάκριβο, και η στέρησή του βασανιστική: δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς δημοσιότητα. Το αποδείχνουν, άθελά τους, δέκα χρόνια τώρα που ο τόπος ρημάζει, λαφυραγωγείται χυδαία από τα ευρωπαϊκά μας ινδάλματα, η νεολαία φεύγει, η στέρηση και η ανελπιστία συντρίβουν το δυναμικότερο κομμάτι του πληθυσμού. Ομως οι κομματικές αντιμαχίες συνεχίζονται ερήμην της τρομακτικής συμφοράς και με αναστήματα όλο και πιο ασήμαντα έως και σπιθαμιαία.
Καίριος παράγων γι’ αυτή τη δραματική, ανέλπιδη έκπτωση είναι, κατά το «κοινό αίσθημα», η θεσμοποιημένη ατιμωρησία και τα ΜΜΕ: Η έγκαιρη και σκόπιμη μεσολάβηση πρωτόγονης νομοθεσίας που αμνηστεύει, σε ελάχιστο χρόνο, εξόφθαλμα εγκλήματα πρωθυπουργών και υπουργών, επιτρέπει, προκλητικότατα, να δημοσιεύουν άρθρα, να κάνουν βαρύγδουπες δηλώσεις και να μας δίνουν αφ’ υψηλού συμβουλές «πολιτικοί» ένοχοι, τουλάχιστον για τον εξωφρενικό δανεισμό της χώρας. Κατάφωρα ένοχοι για εξαγορά ψήφων με αντάλλαγμα τον διορισμό στο Δημόσιο εκατοντάδων χιλιάδων περιττών υπαλλήλων. Ενοχοι για παραγραφές χρεών του κόμματός τους. Για εύνοια (καταστροφική της δημόσιας οικονομίας) σε μεγιστάνες του πλούτου. Ατιμωρησία για τους υπουργούς με ακέραιη την ενοχή που η υποχρεωτική σχολική Παιδεία παράγει κάθε χρόνο ποσοστό, πολύ πάνω από 50%, λειτουργικώς αναλφαβήτων.
Δεύτερος παράγων για τη δραματικά ανέλπιδη έκπτωση του Ελληνισμού και του ελλαδικού κρατιδίου, είναι, στην κοινή πια συνείδηση, τα ΜΜΕ. Δεν χρειάζεται ανάλυση, τα ΜΜΕ στη σημερινή Ελλάδα είναι κοινή ντροπή. Τα μη κρατικά κανάλια έχουν μεταβληθεί, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σε μικρομάγαζα ευτελισμένου γιουσουρούμ – πουλάνε κοφτερά μαχαίρια και μαλακές παντούφλες, ματογυάλια, βερνίκια και εσώρουχα, θαυματουργές αλοιφές και πάσης χρήσεως ράφια, μαζί με αναρίθμητες άλλες άθλιες μικροπραμάτειες. Είναι η εικόνα μιας κοινωνίας που έχει παραδώσει τη ραδιοτηλεοπτική πληροφόρηση και την ψυχαγωγία των πολιτών στην πιο φτηνιάρικη αγοραία ασυδοσία, σε λιανοπουλητές της «ευκαιρίας».Οσα κανάλια έχουν Δελτία «Ειδήσεων» και όσες εφημερίδες επιβιώνουν μέσα στην πλημμυρίδα των «λειτουργικώς αναλφαβήτων», μιλάνε για την εκρηκτική δυναμική του τουρκικού μεγαλοϊδεατισμού, τις εξωφρενικές επεκτατικές διεκδικήσεις της Τουρκίας, το σοβαρό ενδεχόμενο να χαθούν για την Ελλάδα νησιά πανάρχαιης ελληνικής καταγωγής ή και χερσαία εδάφη. Ομως δεν μοιάζει να διερωτάται κανείς: με ποιο ψυχολογικό σθένος, με ποιο «ηθικό» (φρόνημα και αυταπάρνηση) θα υπερασπίσουμε οι σημερινοί Ελληνώνυμοι τη γη μας και τις θάλασσές μας;Σαράντα χρόνια τώρα, οι «προοδευτικές δυνάμεις» έχουν μεθοδικά ξεριζώσει από το σχολείο και από την κωμική (λίγων μηνών) στρατιωτική θητεία κάθε εκτίμηση και αξιολόγηση της ελληνικότητας (γλώσσας, Ιστορίας, Τέχνης που πήγασε από την εμπειρία της μεταφυσικής, όχι από ιδεολογίες). Το ΠΑΣΟΚ εμπέδωσε στην Παιδεία τον «προοδευτικό» μηδενισμό – πήγαινε πακέτο με τον πολιτικό αμοραλισμό του. Η Ν.Δ. πιθήκιζε πάντοτε το ΠΑΣΟΚ και πλειοδότησε στον αφελληνισμό της ελλαδικής κοινωνίας, τρέμοντας μη χαρακτηριστεί «Ακροδεξιά». Ο ΣΥΡΙΖΑ, μεθοδικός στην πανουργία, ξερίζωσε «σύριζα» (εκ βαθέων) κάθε βιωματική συνέχεια πατρίδας. Ο πατριωτισμός ταυτίζεται πια με κόμματα «της πλάκας»
.Λογικά πιθανότερο μοιάζει, ότι σε περίπτωση τουρκικής εισβολής, σε οποιοδήποτε σημείο της κρατικής εδαφικής μας υπόστασης, η αντίδραση των Ελλαδιτών θα είναι επανάληψη του υποδείγματος των Ελληνοκυπρίων: Θα επιβιβαστούν στα Ι.Χ. τους και θα φύγουν, για να εγκατασταθούν στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Αυτό οι Τούρκοι το ξέρουν και τα ευρωπαϊκά μας ινδάλματα έκδηλα το ποθούν. 
Ο «πόθος» τους δεν μοιάζει άσχετος και με τη στελέχωση των υπουργείων Παιδείας και Εξωτερικών – η σύνθεση των κυβερνήσεων αντανακλά τις «φιλοευρωπαϊκές» προτεραιότητες, καθόλου την αγωνία ιστορικής επιβίωσης του Ελληνισμού.Εξάλλου, τα πατρογονικά χωράφια, ακόμα και αρχοντόσπιτα στα χωριά δεν γοητεύουν όσο ένα «τριάρι» ή και «δυάρι» στην ατιμασμένη βάναυσα και τερατοπλασμένη Αττική. 
Η αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα (το χωριό) πνίγηκε μεθοδικά και αφανίστηκε με απαίτηση των ευρωπαϊκών «αγορών». 
Οι εκπαιδευτικές «μεταρρυθμίσεις» καταστρέψανε, επίσης μεθοδικά, τη γλώσσα και στρέβλωσαν εξαμβλωματικά τη διδασκαλία της Ιστορίας. Το σχολείο έγινε θανατερά χρηστικό, βαρετό συμπλήρωμα ή υποκατάστατο του κερδοσκοπικού φροντιστηρίου.Το όραμα του Κοραή και των Ευρωπαίων Διαφωτιστών ήταν μια Ελλάδα «πολιτισμικό» προτεκτοράτο της «πεφωτισμένης» Ευρώπης, περιορισμένο στα εδάφη που φέρουν αρχαιοελληνικά ονόματα: Αθήνα, Ελευσίνα, Θήβα, Μυκήνες, άντε και Δελφοί. Κυρίως, να κοπεί ο λώρος που συνέδεε τους Ελληνες με την «Πόλη και την Αγια-Σοφιά», την αυτοκρατορική μνήμη και αρχοντιά.
Μοιάζει το όραμα να πλησιάζει στην πραγμάτωσή του.

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] Να γιορτάσουμε λοιπόν την Επανάσταση του 1821, χωρίς να καταλαβαίνουμε, ούτε καν λεκτικά, τους στόχους της; ...






Η ασχετοσύνη σε πανήγυρι
Christos Yiannaras | 02 Dec 2019
Εγκαιρα κατατέθηκε από την κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη η πρόταση: Να γιορτάσουμε, στο μεθεπόμενο έτος, οι θεσμοί και οι πολίτες, τα διακόσια χρόνια από την Επανάσταση του 1821. 
Η πρόταση δεν διευκρινίζει τι ακριβώς θα γιορτάσουμε: Την επιτυχία των στόχων της Επανάστασης ή απλώς τον ρομαντισμό του ξεσηκωμού; Θα είναι μια εθιμοτυπική φιέστα ο εορτασμός ή θα αφορά τη ζωή μας των Ελλήνων, σήμερα και στο μέλλον; Θυσίασαν τη ζωή τους χιλιάδες συμπατριώτες μας για την «εθνεγερσία», ήταν, όλοι όσοι πήραν τα όπλα, αποφασισμένοι να πεθάνουν για κάτι, που χωρίς αυτό η ζωή δεν έχει νόημα. Το πέτυχε αυτό το «κάτι» η Επανάσταση του 1821;
Ξέρουμε με βεβαιότητα ότι οι λέξεις, στην ίδια την «καθομιλούμενη» ελληνική μας γλώσσα, είχαν τότε άλλο νόημα και έχουν άλλο σήμερα. Παράδειγμα η λέξη «ελευθερία» ή η λέξη «πατρίδα». Σήμερα λέμε «ελευθερία» και εννοούμε θωράκιση ατομικών δικαιωμάτων, νομοθετημένο «άσυλο» που αμνηστεύει ακόμα και «κατά συρροήν», κάθε βράδυ, απόπειρες δολοφονιών εκ προθέσεως. Λέμε «πατρίδα» (αν τολμήσει κανείς τη λέξη) και εννοούμε το αντίπαλο του πολίτη, μισητό «κράτος». Η «ελευθερία» παραπέμπει στην αυτονόητη αντίσταση σε εξουσίες, εκλεγμένες μεν, αλλά ιδιοτελέστατες, και η «πατρίδα» σε κράτος συνώνυμο με τη φαυλότητα, τη διαπλοκή χυδαίων συμφερόντων. 
Να γιορτάσουμε λοιπόν την Επανάσταση του 1821, χωρίς να καταλαβαίνουμε, ούτε καν λεκτικά, τους στόχους της; Πραγματικά, εγγίζει τα όρια του εμπαιγμού. Θα έχουμε κληθεί με τον «εορτασμό» σε γιορτή ή σε ξόδι, να γιορτάσουμε ή να θρηνήσουμε; Θα μιλάμε για αγώνα, τότε, ανεξαρτησίας, ζώντας σήμερα την πιο ολοκληρωτική και ατιμωτική εξάρτηση στην οποία μπορεί να εξαναγκαστεί ένας λαός. Είναι σκέτη παράνοια. Θα τιμάμε, με γιορτές και πανηγύρεις, εκείνους που τότε αρνήθηκαν υποταγή και υποτέλεια στους Τούρκους, ποιοι; Εμείς σήμερα, οι ηδονικά υπόδουλοι στους εξευτελιστικούς όρους δανεισμού από το ΔΝΤ και στη βάναυση σκαιότητα του όποιου κ. Σόιμπλε; 
Είμαστε πια άλλος λαός, καμιά σχέση με τους επαναστάτες του 1821. Εκείνοι, σίγουρα, είχαν ελαττώματα, πάθη, μίση, στενοκεφαλιές, ήταν αγράμματοι. Αλλά είχαν ταυτότητα, την αυτοσυνειδησία μιας καταγωγικής αρχοντιάς. Εμείς σήμερα είμαστε μόνο εκτοπλάσματα του μιμητισμού, ένας απρόσωπος καταναλωτικός πολτός, καρικατούρα δήθεν Ευρωπαίων, δήθεν διεθνιστών ή δήθεν εθνικιστών – ένας λαός που δεν ενοχλείται όταν τον φτύνει προκλητικά ο Ερντογάν, όταν τον εμπαίζει συγκαταβατικά ο Ζάεφ, όταν τον ταπεινώνουν απροσχημάτιστα ακόμα και οι Αλβανοί
Μας έχουν φορέσει, τα αφεντικά μας, τη συνείδηση του «μικρού» και «αδύναμου». Αντίθετα, οι επαναστατημένοι του ’21 έσωζαν τη συνείδηση του κοσμοπολίτη, «ανάσαινε ο Ελληνας τον αέρα μιας περίπου αυτοκρατορίας». Οργωνε τη Μεσόγειο καραβοκύρης, κυριαρχούσε έμπορος στις αγορές της Ευρώπης, διακριτός και σεβαστός στα μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής. Και, για να συνεχίσω τον Ελύτη: «οι δυνατότητες του Ελληνα να κινηθεί, χωρίς διαβατήριο γλώσσας, καλύπτανε μεγάλα μέρη της Ιταλίας και της Αυστρίας, ολόκληρη την Αίγυπτο, τη νότια Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Ρωσία του Καυκάσου και, φυσικά, την Κωνσταντινούπολη με την ενδοχώρα της, ώς κάτω, κατά μήκος του Αιγαίου, τη λεγόμενη στις μέρες μας νοτιοδυτική Τουρκία». 
Ο ίδιος αυτός κοσμοπολίτης Ελληνας, άρχοντας στο φρόνημα και ο πιο φτωχός, με την κρατικοποίηση του Ελληνισμού μεταμορφώθηκε σε βαλκάνιο επαρχιώτη, λούμπεν στοιχείο του δυτικού «παραδείγματος». Να πλένει πιάτα στα εστιατόρια της Αμερικής, να γδέρνει ψάρια στα μικροφαγάδικα της Αυστραλίας, ευτελισμένος «γκάσταρμπάιτερ» αργότερα στη Γερμανία. Αλλά και στην έσχατη κατάπτωση, μετά την κρατικοποίηση, καϋμός και νοσταλγία του Ελληνα ήταν η πατρίδα: Και «πατρίδα» σήμαινε τη γλώσσα του, το χωριό του, τη ζωντανή πνύκα του καφενείου, την εκκλησιά, ομφαλό του «ιερού» στη ζωή του, τη Γιορτή, το σταυροκόπημα. Ψάξτε αν υπάρχει χωριό στην Ελλάδα, που να μην χρωστάει την πλατεία του, το σχολειό του, την εκκλησιά του, την ύδρευσή του σε απόδημους ντόπιους «δωρητές» και «ευεργέτες». Τους ίδιους που έχτισαν και στην Αθήνα ό,τι κομψότερο και ελληνικό σε αρχιτεκτονική. 
Το πρόσωπο που επελέγη από την κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη για να προεδρεύσει στην οργάνωση του εορτασμού για τα διακόσια χρόνια από την Επανάσταση, είναι μια κατεξοχήν εύστοχη επιλογή. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει ευστοχότερη. Συμβολική φιγούρα: σαρκώνει αποκαλυπτικά όλους τους λόγους που διαφοροποιούν και απομακρύνουν τελεσίδικα την ελλαδική κοινωνία από το θαύμα του 1821. Συλλογισθείτε το, είναι η συνεπέστερη έκφανση του «προοδευτικού» μηδενισμού, του διπολικού (μαρξιστικού και καπιταλιστικού) Ιστορικού Υλισμού, που κυβερνάει πια, μόνιμα και σταθερά, τη χώρα. 
Με τον μαρξιστικό ιστορικο-υλιστικό μηδενισμό, οι προθέσεις είναι ξεκάθαρες: Θέλουν την Ελλάδα κράτος διεθνικό, επιθετικά άθρησκο, τον λαό άγλωσσο για να ’ναι και άσκεφτος, μόνο οπαδός, όχι πολίτης, χειραγωγούμενος λούμπεν συρφετός. Τα ίδια, για τους δικούς του στόχους, θέλει και ο μηδενισμός, ως ιδεολογία και πρακτική της διεθνικής ασυδοσίας των «Αγορών». Αυτός δουλεύει ακόμα πιο ύπουλα, υποκαθιστά την εμπειρία με τις εντυπώσεις, το πραγματικό με το φαντασιώδες. Η ιδεοληψία γίνεται «πεποίθηση», το χρήμα μέτρο κάθε «επιτυχίας», η ευτυχία μόνο ηδονική ανατριχίλα
Τουλάχιστο, στις 25 Μαρτίου του 2021, κάποιος, οποιοσδήποτε, ας οργανώσει ένα μικρό, αθόρυβο μνημόσυνο, για όσους θέλουν να θρηνήσουν την Ελλάδα που χάθηκε.

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] Ασυλία λέμε την κατασφάλιση της ελευθερίας του λόγου στα πανεπιστήμια...




Ο πρωτογονισμός του «ασύλου»
Christos Yiannaras | 25 Nov 2019
Ο Μπαμπινιώτης ορίζει: «Λειτουργικός αναλφαβητισμός είναι η ελλιπής γνώση της μητρικής γλώσσας (λεξιλογίου, γραμματικής κ.λπ.) που μειώνει την ικανότητα και αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας. Γενικότερα, είναι η άγνοια στοιχείων που επιτρέπουν σε κάποιον να προσανατολίζεται σωστά στην κοινωνία, να κατανοεί τον κόσμο και την εποχή του επαρκώς»
αντίστοιχο λήμμα στο Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας, της Ακαδημίας Αθηνών, λέει για τον λειτουργικό αναλφαβητισμό: «Είναι η έλλειψη βασικών δεξιοτήτων που σχετίζονται με το διάβασμα, το γράψιμο και την αρίθμηση, προκειμένου να αντιμετωπίσει κάποιος τα προβλήματα της καθημερινής ζωής».
Και οι δυο αυτοί λεξικολογικοί ορισμοί παραπέμπουν σε ένα κρίσιμο κοινωνικό σύμπτωμα: Στην περίπτωση ατόμων ή περιθωριακών μειονοτικών ομάδων, που αδυνατούν να κατανοήσουν τις λέξεις της καθημερινής γλώσσας με το νόημα που τους αποδίδει η ετυμολογική τους σύσταση, η ιστορική τους χρήση και η κοινωνική πρακτική. 
Καταλαβαίνουμε όλοι ότι η ζωή δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς κώδικα κοινής συνεννόησης, είναι αδύνατο να κοινωνηθούν οι ανάγκες, να υπάρξει συλλογικός βίος, αδύνατο να συνεννοηθούμε για τα κοινά μας προβλήματα, χωρίς επαρκή γλωσσική κατάρτιση.
Ομως η διδασκαλία των λεγόμενων «γλωσσικών μαθημάτων» στο σχολείο υποβαθμίζεται θελημένα, προγραμματικά και ακατάσχετα τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ωσάν να μην έχει αντιληφθεί η ελλαδική κοινωνία ότι άνθρωπος χωρίς γλώσσα είναι άνθρωπος χωρίς σκέψη, άβουλος και αστόχαστος, έρμαιο των ενστίκτων του και της κάθε προπαγάνδας. Για να είναι αρεστή μόνο και όχι οικοδομητική και καρποφόρα η εκπαιδευτική πολιτική κάθε κυβέρνησης, ευτελίζονται τα γλωσσικά μαθήματα – τα παιδιά ασκούνται σε παιγνιώδεις εκφραστικές επιλογές, δεν μαθαίνουν πουθενά πώς χτίζεται μια αποδεικτική σύνθεση, πώς συγκροτείται ένα επιχείρημα, πώς κρίνεται η γνωστική βεβαιότητα και διαφέρει από την απατηλή εντύπωση.
Τα κόμματα και η αγορά θέλουν άσκεφτους καταναλωτές εντυπώσεων, με καταργημένη τη σκέψη, την κρίση, τη θέληση. Διερωτηθήκαμε ποτέ, γιατί αυτό το αστρονομικό κόστος κάθε μέρα ενός δεύτερου, «αθλητικού» δελτίου ειδήσεων σε κάθε κανάλι. Γιατί απλόχωρες και λαμπρές εγκαταστάσεις γηπέδων δίπλα σε τρισάθλια σχολικά κτίρια ή σε υπερμεγέθη σχολεία - στρατώνες, εφιάλτες για την παιδική ψυχολογία. Δεν πονηρευόμαστε ότι είναι για τους ίδιους λόγους, που κάθε κυβέρνηση δίνει άδειες λειτουργίας σε περίπου τριάντα τηλεοπτικά κανάλια και σε πολλαπλάσια ραδιόφωνα, μόνο για να πουλάνε μικρο-πραμάτειες της συμφοράς και της ντροπής – εικόνα όχι τριτοκοσμική, αλλά εσκεμμένης καφρίλας, συλλογικής ευτέλειας και εκβαρβάρωσης.
Η εξηλιθίωση των «μαζών» ποιον συμφέρει; Ολοφάνερα και αποκλειστικά: τους πολιτικούς και την αγορά. Θέλουν και οι δυο τον οπαδό ή τον καταναλωτή ηλίθιο, έρμαιο των εντυπώσεων. Δίχως γλώσσα, δηλαδή δίχως σκέψη και κρίση, να του υπαγορεύουν «πληροφόρηση» και «απόψεις» η προπαγάνδα και η διαφήμιση. Τόσο στη θεσμική συγκρότηση όσο και στη λειτουργία της σχολικής και της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης θεωρείται «προοδευτικός» ο μηδενισμός της συνεννόησης, η ανυπαρξία σχέσεων κοινωνίας, αυτονόητη η βία επιβολής της ατομοκεντρικής ασυδοσίας. Και όχι απλώς θεωρείται. 
Γίνεται όπλο μάχης ο «λειτουργικός αναλφαβητισμός», μπαϊράκι για την επιθετική κατάργηση της κοινωνικής συνοχής, για την έμπρακτη ακύρωση του οποιουδήποτε κώδικα συνεννόησης.
Τι σημαίνει η λέξη «δικαίωμα», με ποιο νόημα την προίκισε η ετυμολογική της σύσταση, η ιστορική της χρήση, η κοινωνική πρακτική; «Δικαίωμα» ονομάζουμε την ατομική αξίωση που κατοχυρώνεται από κάποιο θεσμοθετημένο Δίκαιο. Ενας, συμφωνημένος από όλους, Κώδικας Δικαίου κατοχυρώνει τις ατομικές απαιτήσεις, τις καθιστά «εξαναγκαστές κατά πάντων», περιορίζοντας - οριοθετώντας όμως την αμετρία της εγωκεντρικής αυθαιρεσίας.
Μεταφερθείτε τώρα στην τρέχουσα νεοελληνική καρικατούρα: Ο εντεταλμένος θεσμός εφαρμογής του κοινωνικού Δικαίου (η αστυνομία) εντοπίζει μέσα σε χώρους ιδρύματος κοινωνικού (σε πανεπιστήμιο) συγκεντρωμένο υλικό, προορισμένο για την τέλεση κακουργημάτων (τραυματισμό ή και θανάτωση συνανθρώπων). Η στοιχειώδης λογική απαιτεί ανίχνευση - έρευνα, αστυνομική και διοικητική, η πρυτανεία κρίνει ότι απαιτείται διακοπή της λειτουργίας του πανεπιστημίου για μια εβδομάδα. 
Κάποια ομάδα φοιτητών διαφωνεί με την απόφαση της πρυτανείας. Δεν διαδηλώνουν τη διαφωνία τους ούτε την καταθέτουν με γραπτό κείμενο. Σπάζουν τις κλειδαριές και προχωρούν σε «κατάληψη» του πανεπιστημιακού κτιρίου. Πώς δικαιολογούν την αυθαιρεσία τους; Μπήκε, λένε, η αστυνομία στο πανεπιστήμιο, επομένως παραβιάστηκε το ακαδημαϊκό «άσυλο»! 
είναι το «άσυλο»; Δεν έχουν ορισμό, δεν καταλαβαίνουν. Ο πρωτογονισμός τους προβάλλει την ενστικτώδη επιθυμία, όχι τη λογική διασάφηση. «Ασυλο θα πει, να μην μπαίνει ποτέ η αστυνομία στο πανεπιστήμιο, ούτε για να αναχαιτίσει έγκλημα» – αυτό ορίζει ο πρωτογονισμός.
Ποιος θα τους διδάξει, τώρα πια, τη στοιχειώδη λογική των ορισμών; Ασυλο λέμε την κατασφάλιση της ελευθερίας του λόγου στα πανεπιστήμια: να είναι ανεμπόδιστη η διακίνηση οποιωνδήποτε απόψεων - ιδεών - προτάσεων, όσων δεν καταργούν αυτή την ελευθερία. Είναι πολύ αργά για να το καταλάβουν οι λειτουργικώς αναλφάβητοι. 
Εξάλλου, με το σπάσιμο της κλειδαριάς άρχισε αμέσως το τηλεοπτικό σόου: Κατέφθασε σωρηδόν η θλιβερή πλεμπάγια από ζήτουλες τηλεοπτικής δημοσιότητας, έστω και εξευτελιστικής. Είναι χρέος ελπίδας να χαραχτούν τα ονόματα στη μνήμη των πολιτών – έχει μνήμη η συλλογική αξιοπρέπεια: Θεανώ Φωτίου, Νίκος Φίλης, Σοφία Σακοράφα, και θλιβερός κομπάρσος από τη Βουλή, ο Κώστας Μάρκου. 
Ανεξάληπτη ντροπή και απύθμενη αχρειότητα ο βανδαλισμός της λέξης άσυλο, ακαδημαϊκό.

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] Το παιχνίδι έχει τελειώσει, είναι οριστικά χαμένο. Η Ιστορία θα διασώσει, ίσως, κάποια εικόνα της νεκροπομπής.! ...





«Διασκεδάζουμε όλοι στην κηδεία»
Christos Yiannaras | 11 Nov 2019
Ανερμήνευτη, σωστό αίνιγμα, η παθητικότητά μας των σημερινών Ελληνώνυμων για όσα συμβαίνουν στη χώρα μας, στο (ακόμα ή περίπου) κοινό μας σπίτι. Θυμίζω: Επίσημη «Ανεξάρτητη Αρχή» ανακοινώνει ότι «μεγάλη μερίδα» παιδιών (δεν λέει αριθμό ούτε ποσοστό) τελειώνουν το Δημοτικό Σχολείο και το Γυμνάσιο (εννέα χρόνια υποχρεωτικής εκπαίδευσης) χωρίς να έχουν μάθει ανάγνωση και γραφή – είναι παιδιά «λειτουργικώς αναλφάβητα». Εχουν προαχθεί από τάξη σε τάξη και από τη «στοιχειώδη» στη «μέση εκπαίδευση» χωρίς να μπορούν, τα δύστυχα, ούτε να διαβάζουν, ούτε να γράφουν. Η είδηση δημοσιεύεται πρωτοσέλιδη («Κ» 13.9.2019), αλλά αντίδραση καμιά – «δεν κουνιέται φύλλο». Κανένας σχολιασμός από τους πολιτικά υπεύθυνους για την εκπαίδευση, απόλυτη σιγή και αδιαφορία από τα πανεπιστήμια, άφωνοι οι λαλίστατοι συνδικαλιστές. Θέμα ζωής ή θανάτου για την ελληνική κοινωνία, και τα αντανακλαστικά μας νεκρωμένα. 
Δεύτερο σύμπτωμα παθητικότητας που βεβαιώνει ανενεργά τα αισθητήρια, νεκρωμένο το ένστικτο αυτοσυντήρησης: η αγλωσσία, ο πρωτογονισμός της εκφραστικής. Στα δυσαρίθμητα τηλεοπτικά κανάλια και ραδιόφωνα η ελληνική γλώσσα κατακρεουργείται ατιμωτικά, βιάζεται, εξαθλιώνεται, και κανένας ποτέ δεν επεμβαίνει. Δεν υπάρχει έλεγχος, ούτε καν δειγματοληπτικός για εκφοβισμό – η γλώσσα υποβαθμίζεται αδιάντροπα από πρωθυπουργούς και κορυφαίους των θεσμών, ο πρωτογονισμός διαχέεται σαν αυτονόητος ως την έσχατη πτυχή του δημόσιου βίου. Η αγραμματοσύνη περιθωριοποιεί τη διαχρονική γλωσσική περιουσία αιώνων, εκχυδαΐζει τον δημόσιο βίο. 
Τρίτο, παμμέγιστο σκάνδαλο συλλογικής παθητικότητας, σύμπτωμα επιθανάτιας νάρκης: Η αφελέστατη, βοσκηματώδης ανοχή ή η εμφανέστατα εξαγορασμένη συνέργεια στην προγραμματική αλλοίωση των δημογραφικών δεδομένων του ελλαδικού πληθυσμού. Ολοι οι Ελληνώνυμοι, κάποια χρόνια τώρα, κάθε μέρα, βλέπουμε και ακούμε στα Δελτία Ειδήσεων το σταθερό θέαμα και δράμα χιλιάδων, πολλών εκατοντάδων χιλιάδων, αρχικά κατατρεγμένων και τώρα πια κυρίως βουλιμικών ανθρώπων, λιμασμένων για τον ηδονικό «πολιτισμό» της «ελευθερίας των Αγορών» να φτάνουν παράνομα στις ακτές μας. 
Ευαίσθητος ο Ελληνας συγκινήθηκε με τους πρώτους πρόσφυγες, τους φυγάδες από τον αγοραίων σκοπιμοτήτων πόλεμο, το ρήμαγμα της ζωής και τη σφαγή. Εμπειροι της προσφυγιάς και του διωγμού, βγήκαμε στους δρόμους να μοιραστούμε την μπουκιά μας με αλλόγλωσσους και αλλόπιστους φυγάδες από τη συμφορά. Σύντομα όμως στους φυγάδες προστέθηκαν τα σμήνη των λαθραίων, που η Τουρκία τους κρατάει ενέχυρο εκβιασμών, ντοπαρισμένους από τη λιγούρα για το πέρασμα στον «παράδεισο» του Βίζεγκραντ
Ωσάν να μη βλέπουμε πια οι Ελληνες, να μην αντιλαμβανόμαστε το παιχνίδι που παίζεται. Ποιοι τώρα καταφθάνουν, κατά χιλιάδες, με τη μεσολάβηση χρυσοπληρωμένων δουλεμπόρων, στις ακτές των ελληνικών νησιών. Τους υποδέχονται έμμισθοι υπάλληλοι του ελλαδικού κράτους και μισθοφόροι ατζέντηδες «μη κυβερνητικών οργανώσεων», δηλαδή ιδιώτες που επίσημα, δίχως προσχήματα, πρακτορεύουν συμφέροντα: τουρκικών υπηρεσιών ή του οργανωμένου δουλεμπορίου
Οταν στα ελληνικά (ακόμα) νησιά ο αριθμός των εισβολέων ξεπερνάει για κάποιο διάστημα τον αριθμό των μόνιμων κατοίκων, τότε ναυλώνονται πλοία «της γραμμής» (με χρήματα του λεηλατημένου από τη φορολόγηση πολίτη) για να μεταφερθούν οι εισβολείς στην «ενδοχώρα». Με ταχύτητα απίστευτη ετοιμάζονται οικισμοί, που παρόμοιους δεν γνώρισε ποτέ η εμπειρία Ελλήνων σεισμοπαθών, πυροπαθών, πλημμυροπαθών. Και η πελώρια απορία είναι, γιατί; Γιατί τόση εξευτελιστική χαμέρπεια σε αυτό το κράτος, όποια κι αν είναι η κυβέρνηση, όποιος κι αν εισπράττει τη χαμέρπεια. Ποιος λογαριάζεται αφεντικό και τον υπακούνε τυφλά τόσο η «πρώτη φορά Αριστερά» όσο και η «προοδευτική» στον μηδενισμό της Δεξιά; 
Ανεξήγητος εφησυχασμός συνοδεύει και την κατεστημένη πια αβελτηρία, ενδημική και αυτονόητη συνολικά στους «προοδευτικούς» κύκλους. Αβελτηρία σημαίνει: νωθρότητα, οκνηρία της σκέψης, μωρία, ηλιθιότητα. Γεννάει την αβελτηρία ο δογματισμός, και δογματισμός είναι το ηδονικό αφιόνι για την ανεπάγγελτη, δίχως ελπίδα ή προοπτικές νεολαία. Με το αφιόνι του δογματισμού της όποιας μπαγιάτικης ιστορικο-υλιστικής κονσέρβας, Αριστερής τάχα ή τάχα «προοδευτικής» Δεξιάς, κάποια νεολαία βαυκαλίζεται ότι έχει «πεποιθήσεις». Λογαριάζει την ψυχολογική εγκύστωση στο Τίποτα σαν προνομία συστράτευσης στις «προοδευτικές δυνάμεις». 
Πατρίδα, Ιστορία, κοινωνία - κοινότητα, σημαία, Γιορτή, κοινό όραμα, όλα αυτά, τα «ανοιχτά μυαλά» οφείλουν να τα χλευάζουν. Ακόμα και η αναισχυντία δικαιώνεται από την «προοδευτική» διαμαρτυρία. Τα κορίτσια της Νέας Φιλαδέλφειας καμάρωναν σαν άδειες ψυχές, μόνο για να χλευάσουν το συμβατικό Τίποτα της εθνικής γιορτής, το Τίποτα που παρελαύνει σαρκώνοντας το κενό και την άγνοια. Ενας δάσκαλος παλιός (που θα πει: πολύ ατίθασος στον συμβιβασμό) μπροστά στην «προοδευτική» αναισχυντία που βεβήλωνε τη γιορτή της πατρίδας, απλώς, με ευγένεια και σεβασμό, θα έβγαζε σιωπηρά το καπέλο του. Οπως όταν περνάει από μπροστά μας ένα φέρετρο, σε κηδεία. 
Το παιχνίδι έχει τελειώσει, είναι οριστικά χαμένο. Η Ιστορία θα διασώσει, ίσως, κάποια εικόνα της νεκροπομπής. Σηκώνουν το φέρετρο οι αυτουργοί της εκφερόμενης νέκρας, οι πρόσφατοι: Κεραμέως, Γαβρόγλου, Αρβανιτόπουλος, Βερυβάκης. Πλαισιώνουν, όλοι όσοι ασέλγησαν στο σημερινό πτώμα, συνειδητοί «προοδευτικοί» ή τυχάρπαστες μετριότητες. 
Είκοσι οχτώ υπουργοί Παιδείας, σε σαράντα τέσσερα χρόνια. Ετοίμασαν την ασχημοσύνη των κοριτσιών της Νέας Φιλαδέλφειας

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] έξι προβλήματα που προδιαγράφουν το ιστορικό τέλος (αν όχι και την τυπική εξαφάνιση) του ελληνώνυμου κρατιδίου.!! ....






Πρώτα βγαίνει η ψυχή, ύστερα το χούι
Christos Yiannaras | 04 Nov 2019
Εστω με ερασιτεχνική, του μέσου πολίτη πληροφόρηση, η περιθωριακή επιφυλλίδα θέλει να καταγράψει, σχεδόν με τίτλους, τα προβλήματα που η αντιμετώπισή τους κρίνει τη συνέχεια της κρατικής υπόστασης του Ελληνισμού: Αν θα εξακολουθήσει να υπάρχει ή αν θα διαμελιστεί και μοιραστεί σε γείτονες λαούς και αλλόφυλους μετανάστες το ελληνώνυμο σημερινό κρατίδιο. Αν θα ξαναβρεί συλλογική ταυτότητα και «νόημα» ιστορικής ύπαρξης ή αν θα συντηρείται προσχηματικά, για να εξυπηρετούνται εφήμερες σκοπιμότητες του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ, της Ε.Ε. ή κρυμμένων σε ανώνυμους χρηματοπιστωτικούς κολοσσούς Κροίσων. 
Πρώτο, βέβαια, κατεπείγον πρόβλημα, το δημογραφικό. Οι προβλέψεις επικείμενης ραγδαίας κατάρρευσης των σημερινών αναλογιών στη σύνθεση του εγχώριου πληθυσμού είναι συγκεκριμένες και ρεαλιστικά τεκμηριωμένες. Η διεθνής εμπειρία διαθέτει δοκιμασμένες πρακτικές, πολιτικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, ικανές να αναχαιτίσουν το μοιραίο. Ομως ο ολοκληρωτισμός της διεθνοποιημένης ισχύος των «Αγορών» έχει κατορθώσει το απίστευτο: Οι άλλοτε στρατευμένοι τυφλά στα οράματα του ομογενοποιημένου διεθνούς προλεταριάτου, μάχονται σήμερα με πάθος για τα συμφέροντα του διεθνισμού των «Αγορών». Οποιον μιλάει για «δημογραφικό» τον εξουδετερώνουν με τη ρετσινιά του «εθνικιστή», του «ακροδεξιού», του «νεοναζιστή» (βλ. στη χώρα μας τη «Ριζοσπαστική Αριστερά»).
Δεύτερο κατεπείγον πρόβλημα: Είναι των αδυνάτων αδύνατο να επιβιώσει ένα κρατικό σχήμα, όπου τα 6/10 του πληθυσμού συνωστίζονται σε μια πρωτεύουσα εξωφρενικού πολεοδομικού παραλογισμού. Τέτοια εγκλήματα πολιτικής ανευθυνότητας έχουν οπωσδήποτε ημερομηνία λήξεως, εγγύτατη και δυστυχώς αναπόφευκτη
Τρίτο πρόβλημα: Εχουν ακόμα βραχύτερη προοπτική κοινωνίες, στις οποίες το 15% του συνολικού αριθμού των φορολογουμένων καταβάλλει το 53% του συνολικού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Η αδικία διαλύει κοινωνίες. 
Τέταρτο πρόβλημα: Αποκλείεται κατηγορηματικά να επιβιώσει σήμερα μια κοινωνία από την οποία έχει εκλείψει το είδος του δημόσιου λειτουργού και πλεονάζουν πληθωρικά οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ο δημόσιος υπάλληλος είναι η παρασιτική απομίμηση του δημόσιου λειτουργού. Δεν ήταν προσωπική του επιλογή να αρνηθεί τον στίβο του ιδιωτικού ανταγωνισμού, προκειμένου να υπηρετήσει κάποιον τομέα των κοινωνικών αναγκών. Στην Ελλάδα του παρακμιακού συγκεντρωτικού κράτους (από τότε που σκόπιμα ξεριζώθηκε ο πανάρχαιος θεσμός των αυτοδιαχειριζόμενων κοινοτήτων), το κίνητρο για την επιλογή της δημοσιοϋπαλληλικής «καριέρας» ήταν, κατά κανόνα, ασφυκτικά ατομοκεντρικό: το ισόβιο και τακτό εισόδημα, οι προνομίες αργιών, η ανεξέλεγκτη προαγωγή, οι ατελείωτες εφευρέσεις επιδομάτων, η αυτονόητη ατιμωρησία (πλην ποινικών) εγκλημάτων. 
Πέμπτο κατεπείγον πρόβλημα: Η δεδομένη και πανθομολογούμενη κατάρρευση του εκπαιδευτικού στην Ελλάδα συστήματος – από το νηπιαγωγείο ώς και τις μεταπτυχιακές σπουδές. Η κατάρρευση ειδικά της Παιδείας σε μια κοινωνία είναι, κατά κανόνα, πρώτη φάση διάλυσης και αποδιοργάνωσης της συλλογικότητας στο σύνολό της. 
Το παρανοϊκό μίσος για οτιδήποτε είναι «δημόσιο», η καταστροφική υστερία που αχρηστεύει μεθοδικά τα σήματα της τροχαίας κίνησης, τις πινακίδες ονομασίας των δρόμων, τις προτομές και τα διακοσμητικά γλυπτά σε δημόσιους χώρους, αυτή η ασύδοτη έκρηξη πρωτογονισμού και βαρβαρότητας κυοφορείται, εκτρέφεται και τελικά οχυρώνεται μέσα στα σχολικά και πανεπιστημιακά κτήρια, σπουδαστήρια, γραφεία. Και διαρκεί αυτός ο εφιάλτης στην Ελλάδα σαράντα πέντε (45) χρόνια τώρα. Δεν είναι ευθύνη και αρμοδιότητα της αστυνομίας αυτό το παγιωμένο έγκλημα, είναι αποκύημα του μηδενισμού που συνιστά τη «φιλοσοφία» του «προοδευτικού» εκπαιδευτικού μας συστήματος και την «προοδευτική» λογική («χωρίς αιδώ ή λύπην») του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου
Εκτο, κρισιμότατο πρόβλημα, η θεσμοποιημένη ατιμωρησία των πρωταιτίων της παρακμιακής αποσύνθεσης και έσχατης ανυποληψίας του Ελληνισμού σήμερα. Δεν υπάρχει, ίσως, σε ολόκληρο τον πλανήτη ευτελέστερο και αναξιοπρεπέστερο νομικό αισχρούργημα από το άρθρο 86 του ελλαδικού Συντάγματος «περί ποινικής ευθύνης υπουργών» και από τους «εκτελεστικούς νόμους» που το συνοδεύουν. Μόνο η πλειοψηφία του κοινοβουλίου μπορεί να παραπέμψει σε ανακριτική διερεύνηση και δικαστική κρίση έγκλημα βουλευτή - υπουργού - πρωθυπουργού, ποτέ ένα πολίτης ή αριθμός πολιτών – είναι απόλυτα σίγουρος ο συνταγματικός νομοθέτης ότι «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει». Ετσι, οι πρωθυπουργοί και οι υπουργοί που βύθισαν τη χώρα στον εξωφρενικό υπερδανεισμό, στην εφιαλτική χρεοκοπία και τελικά στην ανδραποδώδη υποδούλωση στους δανειστές της, αυτούς τους εξολοθρευτές των ελπίδων (συχνά και της ζωής) πολλών, πάμπολλων συνανθρώπων τους, δεν μπορεί κανείς να τους οδηγήσει στη Δικαιοσύνη. Συνεχίζουν να μας εμπαίζουν αδιάντροπα:
>>>>>>>>>>

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] Είναι η πρώτη ίσως φορά που μπορούμε με σιγουριά να διαγνώσουμε παρακμή, όχι εφήμερη κρίση.!! ....






Να συνεννοηθούμε στη διάγνωση
Christos Yiannaras | 28 Oct 2019
Εχει κεφαλαιώδη σημασία η διάγνωση: Να ξεχωρίσουμε την κρίση από την παρακμή. Να έχουμε συνείδηση των συνεπειών – τι συνεπάγεται μια κοινωνική «κρίση», τι τελεσίδικο σημαίνει η «παρακμή».
Πώς μπορούμε να διαγνώσουμε τη διαφορά; Εύκολο κριτήριο είναι η διάρκεια. Αν κάποιες κοινωνικές δυσλειτουργίες παρατείνονται πέρα από τον μέσο όρο ζωής μιας γενιάς, ταλαιπωρούν δύο, τρεις ή περισσότερες γενιές, τότε υποπτευόμαστε παρακμή. Αν διαδοχικές κυβερνήσεις υπόσχονται να λύσουν ένα πρόβλημα οργάνωσης, λειτουργίας ή θεσμών του κράτους, προσπαθούν, δεν το λύνουν και το παραδίδουν στους επόμενους σαν αυτονόητα άλυτο, τότε οσμιζόμαστε κοινωνική παρακμή. Η παρακμή είναι αναμφισβήτητη, όταν ψηφίζονται από το κοινοβούλιο νόμοι, που αμνηστεύουν κατάφωρες παρανομίες των διαχειριστών της εξουσίας, εγκλήματα κλοπής ή κατάχρησης του κοινωνικού χρήματος. Παρακμή υπάρχει, όταν αποφαίνεται δημόσια Πρόεδρος της Δημοκρατίας ότι «ένας πρωθυπουργός δεν παραπέμπεται ποτέ στη Δικαιοσύνη, απλώς ξαποστέλνεται σπίτι του» – είναι παρακμή να αλληλοκαλύπτουν εγκλήματα ή πομπές τους οι επαγγελματίες της εξουσίας. Είναι σίγουρα σύμπτωμα παρακμής, εκπεσμού και σήψης μιας κοινωνίας, να μονοπωλούν την πολιτική οι διαφημιστές, η μονοκρατορία των «εντυπώσεων», να κατευθύνεται η ψήφος των πολιτών από χρυσοπληρωμένη προπαγάνδα. 
Μόνο σε μια παρακμιακή κοινωνία, με δραματικά υποβιβασμένο επίπεδο διανοητικής καλλιέργειας, επιβιώνουν στην εξουσία «οικογένειες» που τα έκγονά τους έχουν αυτονόητα εξασφαλισμένη, χάρη στο όνομά τους, την ηδονική απόλαυση τιμών, πλούτου, δημοσιότητας – με αυτοματική μεταβίβαση των προνομίων από γενιά σε γενιά. Ποιος μπορεί να διανοηθεί, στη Μεγάλη Βρετανία, για παράδειγμα, να «κοσμούν» κάθε κυβέρνηση, επί πολλές δεκαετίες, ονόματα ίδια: Βενιζέλος, Καραμανλής, Παπανδρέου, Μητσοτάκης, Κεφαλογιάννης, Βαρβιτσιώτης, να αποτελεί η ανάληψη της ευθύνης για τα κοινά όχι επιβράβευση προσόντων, κατάρτισης και ήθους, αλλά μόνο συνάρτηση οικογενειακού ονόματος
Από «κρίσεις», ή και περιόδους παρακμιακής καθίζησης, μια κοινωνία μπορεί να βγει, όχι συμπτωματικά και τυχαία. Πάντοτε με προϋποθέσεις: απρόσμενη πρόκληση αυξημένης συνοχής, εμφάνιση εύστοχης σκοποθεσίας, πληγωμένο συλλογικό «φιλότιμο». 
Ειδικά η νεοελληνική κοινωνία είχε το «ιδίωμα», θα έλεγε κανείς, μετά από κορυφώσεις παρακμιακών συμπτωμάτων ή από καταστροφικές συμφορές, να εμφανίζει βραχύβιες, απρόσμενες και περιορισμένης εμβέλειας εκπλήξεις κάποιου είδους ποιοτικής ανθοφορίας. Το εκπληκτικό στοιχείο αυτών των αναπάντεχων εμφανίσεων δεν ήταν το ποσοτικό τους διαμέτρημα, αλλά η ποιοτική τους δυναμική. Που συγκεφαλαιωνόταν συχνά σε ένα πρόσωπο. Χρειάζεται πολύ ταλέντο και πολύμοχθη καλλιέργεια για να αντιληφθεί κανείς την κοσμοπολίτικη δυναμική των οριζόντων του Διονύσιου Σολωμού ή του Ιωάννη Καποδίστρια. Είχαν προσλάβει άνετα τα θησαυρίσματα της αρχόμενης τότε ευρωπαϊκής Νεωτερικότητας, τα είχαν κριτικά αφομοιώσει, και τα αξιολογούσαν όχι ως υπέρτερα της ελληνικής ευ-γένειας και αρχοντιάς. 
Ανάλογες είναι και οι περιπτώσεις του Σπυρίδωνος Ζαμπέλιου και του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη – που θα τολμούσε να πιστεύει κανείς ότι, ακόμη σήμερα, το πραγματικό μέγεθος της ιστορικής τους σημασίας δεν έχει συνειδητοποιηθεί στο νεωτερικό μας κρατίδιο. Χρωστάει πολλά ολόκληρη η Ευρώπη στον προφήτη της Νεωτερικότητας Ντοστογιέφσκυ, θα αντλούσε πολύ περισσότερα ο «εν καταστολή» μέγας κόσμος της ελληνικής «Οικουμένης» από τον Παπαδιαμάντη και τον Κωνσταντίνο Καβάφη, αν δεν τον ρήμαζε η ξιπασιά. 
Μετά τον έσχατο εξευτελισμό του 1897, και την ανάσα των νικηφόρων απελευθερωτικών πολέμων 1912-13, ήρθε η τραγωδία του διχασμού και ο εφιάλτης της δικτατορίας Βενιζέλου (1915-1920), για να ακολουθήσει το εμπράγματο ιστορικό τέλος του Ελληνισμού: η απώλεια της Μικρασίας και του Πόντου. Ομως μετά και από αυτόν τον οριστικό όλεθρο, εμφανίζεται η έκπληξη της «Γενιάς του ’30»: η πρώτη συνειδητή, ισότιμη (χωρίς επαρχιωτική, μεταπρατική μειονεξία) και γι’ αυτό εκρηκτικά γόνιμη συνάντηση της σύγχρονης ελληνικότητας με τη νεωτερική Ευρώπη. 
Ακολουθεί ο πόλεμος, η εξαθλιωτική κατοχή και η ολέθρια παραφροσύνη της ζαχαριαδικής ανταρσίας – η Ελλάδα φτάνει στον πάτο της αβύσσου. Για να εμφανιστεί η τελευταία απίστευτη έκπληξη: η «Γενιά του ’60»: Μάνος Χατζιδάκις και Γιάννης Τσαρούχης, οι εμβληματικές φιγούρες της έκπληξης. Αλλά η έκπληξη απλωνόταν σε κάθε πτυχή της ζωής – μουσική, ποίηση, αρχιτεκτονική, θέατρο, εκδόσεις (παντού, πλην πολιτικής). 
Κάθε έκπληξη, και κάθε πια ενδεχόμενο ανανεωτικής ανάσας, πνίγηκε από το καινούργιο, ακαταμάχητο τερατογέννημα που ακολούθησε: σύμπτωμα ή λοιμική ΠΑΣΟΚ. Δεν ήταν κόμμα, ήταν νοο-τροπία, συμπεριφορά, η αποδέσμευση του χυδαίου ατομοκεντρισμού από κάθε χαλινό, ο υλισμός της άγριας ιδιοτέλειας και αρπακτικής μανίας σε δόσεις αλόγιστης αμετρίας. Το πιο συνταραχτικό, είναι η ταχύτητα μετάγγισης - μετάδοσης της μεταλλαγής – ο «ρινοκερισμός» του Ιονέσκο στην πράξη: Η Ν.Δ. εκπασοκίστηκε πρώτη και ραγδαία, το ΚΚΕ και οι αποφύσεις του ολοκληρωτικά, ο συνδικαλισμός, οι βιομήχανοι, τα μαθητούδια, η αυτοδιοίκηση, οι επισκοπικές σύνοδοι, οι «κατά παντός» ασυμβίβαστοι Συριζαίοι, οι πάντες στην Ελλάδα έγιναν ΠΑΣΟΚ. Μονόχνωτος λαϊκισμός, απολυταρχία των εντυπώσεων, αυτονόητη χρηματολαγνεία και εγωκεντρικός τσαμπουκάς. 
Είναι η πρώτη ίσως φορά που μπορούμε με σιγουριά να διαγνώσουμε παρακμή, όχι εφήμερη κρίση. Ο απεκπασοκισμός (ή αποπασοκοποίηση) της ελλαδικής κοινωνίας δεν γίνεται με διαχειριστές της εξουσίας. Θέλει κοινωνικούς μεταρρυθμιστές. Είδος εξαφανισμένο.

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - κρούει τον κώδωνα του κινδύνου - για την Ελλάδα, τον ελληνισμό και τους Έλληνες!!! ......





Αναμονή του μοιραίου
Christos Yiannaras | 21 Oct 2019
Αρχές του μήνα, στο «Σπίτι της Κύπρου», η Αννα Μαραγκού παρουσίασε το βιβλίο της «Περπατώντας στις όχθες του Πεδιαίου ποταμού» με φωτογραφίες του Γιώργου Πανταζή, Εκδόσεις «Το Ροδακιό». 
 Επιγραμματική πληροφόρηση: Η Αννα Μαραγκού ήταν, για μερικές δεκαετίες, η ψυχή (αστραφτερή παρουσία ακατάπαυστα δημιουργική) στις δραστηριότητες «πολιτισμού» του Δήμου Λευκωσίας. Ο Γιώργος Πανταζής, αρχιτέκτονας και ταλαντούχος φωτογράφος. Πεδιαίος, ο αφανής πια ποταμός που διασχίζει τη Λευκωσία. Και «Το Ροδακιό» είναι το καύχημα («βασιλικός στ’ αφτί μας») της βιβλιόφιλης Αθήνας.
Θα αδικούσε το βιβλίο και η πιο ευφυής, συντομογραφική απόπειρα αποτίμησης, αξιολόγησής του. Οι «31 ιστορίες για τη Λευκωσία» είναι κομψοτεχνήματα γλωσσικής εκφραστικής, η χάρη τους ανυπότακτη σε χαρακτηρισμούς. Η πόλη, τα χτίσματα, οι άνθρωποι και η συνύπαρξή τους είναι ένα παρελθόν αιώνων, που επιμένει να συνιστά παρόν – ομορφιά που αντιστέκεται, αρχοντιά που επιμένει. 
Λέμε «πολιτισμό» την αλλοτινή σοφία που αβίαστα κοινωνείται διαρκώς, την απομνημείωσή της σε οικοδομές, ρυμοτομία, αισθητική του χώρου – ό,τι αποτυπώνει πρώτιστα ήθος κι ύστερα ανάγκη.
Τα κείμενα φωτίζουν το κληροδότημα, οι φωτογραφίες υπηρετούν την πρόκληση να αξιωθείς κάποτε την άμεση θέαση του εραστού τεχνήματος. Οσοι ζουν σαν λιμό την έκλειψη της αριστείας («άριστου έργου»), μπορούν να έχουν, για πολύν καιρό, το βιβλίο αυτό στο προσκεφάλι τους 
Η σημερινή επιφυλλίδα γράφεται και για να προφυλάξει τον αναγνώστη. Να του πει: προσοχή! το βιβλίο της Μαραγκού πληγώνει! – όπως πάντοτε η «μέσα Ελλάδα», όπου κι αν ταξιδέψεις. Οταν το τελειώσεις, θα ξέρεις πολύ καλά, χωρίς κανείς να σου το έχει βεβαιώσει, ότι η μοίρα της Λευκωσίας είναι, νομοτελειακά, μοίρα και κάθε «ελληνίδος πόλεως» σήμερα. Μετά την ανεμπόδιστη αρπαγή της μισής Κύπρου από τους Τούρκους, ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε σοφά και επιγραμματικά αποφανθεί: «Το άδειο μας το πρόσωπο η Κύπρος το πληρώνει». Όσοι διαχειρίζονται την ιστορική συνέχεια των Ελλήνων, εξακολουθούν να μην αντιλαμβάνονται το κενό ταυτότητας, το άδειο πρόσωπο.
Ελληνίδες πόλεις, με ιστορία πολλών αιώνων, που τις κατάπιε οριστικά και αμετάκλητα η τουρκιά, ποιος τις μνημονεύει πια σήμερα; Κερύνεια, Αμμόχωστος, Μόρφου, όπως και Σμύρνη, Τραπεζούντα, Σηλυβρία, Σούρμενα, Εφεσσος, Φώκαια, Νικομήδεια, Σινασός, Μουδανιά, Σαμψούντα, Καισάρεια, Αττάλεια, Αλικαρνασσός, Λαοδίκεια, Πέργη – πλήθος τα ονόματα. Η λογική των ιστορικών δεδομένων, ψυχρά και ανελέητα, βεβαιώνει τις επερχόμενες προσθήκες στον κατάλογο: Πόλεις της «γαλάζιας πατρίδας» που τη δηλώνει ιταμότατα «δική του» ο Ερντογάν, δηλαδή οι πόλεις της νησιωτικής Ελλάδας, γιατί όχι και της Δυτικής Θράκης, ίσως και της Μακεδονίας, γενέτειρας του Κεμάλ, αλλά και το στρατηγικό «κλειδί» του Βόλου, με αυτονόητο αντιστήριγμα την Κρήτη. 
Αυτό που είναι σήμερα η Λευκωσία και το αποτυπώνει με ειδυλλιακό σπαραγμό η Αννα Μαραγκού στο βιβλίο της, θα είναι σε λίγα χρόνια, νομοτελειακά, η Κομοτηνή, η Ξάνθη, γιατί όχι η Λάρισα, τα Γιάννενα, τα Χανιά.
Είναι ορθολογικά προβλεπτή η επερχόμενη κατάποση. Οχι επειδή οι Τούρκοι είναι ογδόντα εκατομμύρια και οι Ελληνώνυμοι οκτώ. Οχι επειδή είναι εκσυγχρονισμένα πάνοπλοι και εμείς με τα χρήματα του εξοπλισμού τρέφουμε ένα πελατειακό κράτος. Αλλά μόνο επειδή οι Τούρκοι είναι περήφανοι να είναι Τούρκοι, ενώ οι Ελληνες θέλουν, με οποιοδήποτε τίμημα, να γίνουν κάτι άλλο από αυτό που είναι: Να γίνουν, επιτέλους, Ευρωπαίοι! Εστω «επιτροπευόμενοι» από αδίστακτης τοκογλυφίας «εταίρους» με υποθηκευμένα τα «χρυσαφικά» της χώρας, σαδιστικά, στο διηνεκές. Παραμένουμε συνεπαρμένοι οι Ελληνώνυμοι από τον άξεστο καραμανλισμό της συλλογικής συμπλεγματικής μας μειονεξίας: Να γίνουμε Ευρωπαίοι, οπωσδήποτε, ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται.
Όλα τα κόμματα είναι στη σημερινή Ελλάδα «προοδευτικά», που θα πει: μάχονται για την «πρόοδο», δηλαδή για τον αφελληνισμό. Αφελληνισμό της γλώσσας, της ιστορικής συνείδησης, της Τέχνης, της λαϊκής παράδοσης. Είναι κοινό πολιτικό πρόγραμμα ο αφελληνισμός, γι’ αυτό και δεν διαφέρει σε προσανατολισμό και στόχους η πολιτική Γαβρόγλου από την πολιτική Κεραμέως. Είναι προϋπόθεση του εξευρωπαϊσμού ο αφελληνισμός, δηλαδή προϋπόθεση της «προόδου», επομένως έχουν τη «λογική» τους οι επιλογές του Κυριάκου Μητσοτάκη: Απέναντι σε έναν αδίστακτο τολμητία Ερντογάν, που εισβάλλει αυθαίρετα στη Συρία, απειλεί να κατακλύσει με πρόσφυγες την Ευρώπη, διακηρύσσει προκλητικά τουρκικό το Αιγαίο, απέναντι σε μια τέτοια λαίλαπα, στήνει υπουργό Εξωτερικών έναν ευπρεπή, αλλά παντελώς ανεπαρκή, δίχως την πείρα διεθνών σχέσεων και διπλωματίας πολιτικό. Με αναπληρωτή, μια σκανδαλώδους ανεπάρκειας, παρουσία.
Αυτή η προσωποποιημένη αναφορά στη σημερινή φαρσοκωμωδία του υπουργείου Εξωτερικών δεν συνιστά, προφανώς, αντικυβερνητική, κομματική κριτική, είναι μόνο οιμωγή έσχατου πια απελπισμού – ας το καταλάβουν όσοι βλέπουν την πραγματικότητα μόνο με τα ματογυάλια της πόλωσης Ολυμπιακού - Παναθηναϊκού, ΣΥΡΙΖΑ - Ν.Δ. Κατρακυλάμε κυριολεκτικά στην άβυσσο και το μόνο που μας ενδιαφέρει, μέσα στον ίλιγγο της πτώσης και πριν τον διαμελισμό του πτώματος στα βράχια, είναι το αφιόνι μιας χωρίς αντίκρισμα εξουσίας.
Βέβαια, το λεκανοπέδιο της Αττικής δεν θα θελήσουν ποτέ να το κατακτήσουν οι πανευφυείς Τούρκοι. Θα το αφήσουν, ίσως και με ολίγη Πελοπόννησο, να σαπίζει από μόνο του ως την έσχατη αποσύνθεση, με υπουργεία, λιμουζίνες, θλιβερούς ηλίθιους αξιωματούχους – να απολαμβάνουν οι Τούρκοι τη σύγκριση με το δικό τους «μεγαλείο»

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής φιλοσοφίας - [...] ο πατριωτισμός είναι το μόνο και τελευταίο όπλο της ανθρωπιάς απέναντι στην εφιαλτική απανθρωπία της ασυδοσίας των «Αγορών».....





Τι θα έκανε ένας Ντε Γκωλ
Christos Yiannaras | 14 Oct 2019
Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχαν ιδεολογίες. Οχι σε πολύ μακρινό παρελθόν. Ορόσημο της εξαφάνισης ήταν η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, το 1991 – μόλις πριν από είκοσι ένα χρόνια. Ενας κάποιος αριθμός ανθρώπων αρνείται (ψυχολογικά) την εξαφάνιση – υπάρχει ακόμα Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, Κομμουνιστικό Μ-Λ και Κομμουνιστικό Λ-Μ, Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό, Αντικαπιταλιστική Ανταρσία, Ριζοσπαστική Αριστερά και πάμπολλες ακόμα σέκτες του μαρξισμού. 
Προσπαθούν να επικαιροποιήσουν τα απολιθωμένα ιδεολογικά τους στερεότυπα προσθέτοντας στις ονομασίες τους «πράσινες» αποχρώσεις οικολογίας ή τη στερεότυπη πανάκεια «προοδευτικός» – όλοι οι παλαιοημερολογίτες ζήτουλες της εξουσίας, καθηλωμένοι στα στερεότυπα του Ψυχρού Πολέμου, αυτοχαρακτηρίζονται «της προόδου»!
Η «ελευθερία των Αγορών» είναι παγκοσμιοποιημένος μονόδρομος, ακόμα και η Ρωσία και η Κίνα υποτάσσονται στη διεθνοποιημένη απολυταρχία προτεραιότητας του ιδιωτικού κέρδους και όχι της κοινωνικής ανάγκης. Αντιστέκονται σε αυτή την απολυταρχία μόνο κοινωνίες που σώζουν πατριωτισμό, γι’ αυτό και ο πατριωτισμός είναι ο πιο μισητός αντίπαλος των προνομιούχων της «ελεύθερης» αγοράς. Μαίνονται λυσσαλέα οι προνομιούχοι ενάντια στον πατριωτισμό, τον κατασυκοφαντούν ασύστολα σαν «Ακρα Δεξιά», «Φιλοναζισμό», «Εθνικισμό», «Νεοφασισμό». Επιβεβαιώνει το μένος τους, το προφανές: Οτι ο πατριωτισμός είναι το μόνο και τελευταίο όπλο της ανθρωπιάς απέναντι στην εφιαλτική απανθρωπία της ασυδοσίας των «Αγορών».
Αυτή είναι η καινούργια πόλωση που ζει η ανθρωπότητα: Οχι οι κεφαλαιούχοι ενάντια στους προλετάριους, όχι το κομματικό κράτος ενάντια στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Αλλά, τώρα, ο πατριωτισμός, άπευθος κοινωνιοκεντρισμός, απέναντι στην ξέφρενη εγωπάθεια του χρηματολάγνου παίκτη, στην ψυχοπαθολογική υστερία του μηδενισμού. Που απολιθώνει την ύπαρξη στο cogito, καθηλώνει τη συνύπαρξη στην ασκεψία των «εντυπώσεων», ταυτίζει την «πρόοδο» με την καταναλωτική εξηλιθίωση. Μετρήστε, πόσος τηλεοπτικός χρόνος διατίθεται για να διαφημιστεί (έντεχνα, σαν δήθεν αυτονόητη) η αυτοκαταστροφική παράνοια των τατουάζ – είναι εσκεμμένα ανθρωποφάγος ο καπιταλισμός.
Η ιστορία του ανθρώπου πάνω στον πλανήτη γη ήταν, και πριν από τον «Διαφωτισμό», χρονικό εκρήξεων τυφλού μίσους, απάνθρωπης δοξομανίας, αχαλίνωτης απληστίας, κτηνωδών απαιτήσεων κυριαρχίας – τα στίφη έρμαια των ενστίκτων τους ποδηγετημένα από μανιακούς. Παρεμβλήθηκαν κάποιες απίστευτες εξαιρέσεις, όπως ο «μέγας κόσμος» της ελληνικής «οικουμένης» και μετά, για χίλια χρόνια, η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης. Δεν άντεξε η ελληνοχριστιανική πρόταση, την απέκλεισε από τον ιστορικό στίβο η οθωμανική πλημμυρίδα.
Αυτό το λέμε για ψευτοπαρηγόρια. Αλλά έναν πολιτισμό δεν τον εξαλείφει η βαρβαρότητα, ο πολιτισμός μόνο αυτοκαταργείται. Με τους Ελληνες συνέβη και συμβαίνει κάτι μοναδικό ή σπάνιο στο ιστορικό πεδίο: Να αρνείται ένας λαός τα ιστορικά του προικιά, δηλαδή τις προϋποθέσεις μετοχής του στην Ιστορία, γιατί προτιμάει να μιμείται, να εκτιμάει μόνο το εισαγόμενο, να του γυαλίζει ο «Διαφωτισμός» όπως οι χάντρες και τα καθρεφτάκια στις φυλές της ζούγκλας.
Ο Διαφωτισμός εξωράισε την απανθρωπία του ατομοκεντρισμού (την κατάλυση του κοινωνικού γεγονότος) με τα παραισθησιογόνα φούμαρα της «προστασίας των Δικαιωμάτων», της καθολικής ψηφοφορίας, της «ανεξέλεγκτης» πληροφόρησης, των διεθνών οργανισμών για την παγκόσμια «συνεννόηση» – τόσο ψέμα, τόση απάτη, τόσο άψογα στιλβωμένες προσόψεις της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο δεν είχε γνωρίσει, σε παγκόσμιες διαστάσεις, η Ιστορία. Και το απελπιστικότερο είναι ότι για να φτάσουν οι μεγάλες μάζες των «καθολικών ψηφοφοριών» να αντιληφθούν την απανθρωπία του «Δικαιώματος», χρειάζονται χρόνια (αιώνες) καλλιέργειας και ανάπτυξης – ενώ η απανθρωπία τρέχει σαν τη φωτιά στο ξερόδασος.
Ζητιανεύουν, οι κωμικοί σήμερα ηγήτορες των πανάσχετων με την ελληνικότητα Ελληνωνύμων, να μαλώσει ο κρυόμπλαστος, επαγγελματίας «ειρηνοποιός» κ. Πομπέο τους Τούρκους, επειδή ξεκινάνε τρίτη γεώτρηση στη θαλάσσια επικράτεια της Κύπρου. Ας μη μιλάμε για αξιοπρέπεια, είναι «άγνωστη λέξη» πια – όμως ίχνος σοβαρότητας έχουν οι ελλαδικοί πολιτικοί; Είναι τουλάχιστον γελοίο να νομίζουν ότι ασκούν πολιτική στο διεθνές πεδίο προσφέροντας τα πάντα (Σούδα, Αλεξανδρούπολη, Λάρισα) στη μία Υπερδύναμη, για να εξαγοράσουν (ανύπαρκτη επί χρόνια) παρέμβασή της για περιορισμό της ακόρεστης βουλιμίας των γειτόνων μας Τούρκων.
Με τους πυραύλους S-400, οι Τούρκοι καθιστούν τετελεσμένη την απόλυτη κυριαρχία τους σε ολόκληρο το Αιγαίο, ολόκληρη την ελλαδική επικράτεια ώς και το Ιόνιο, ολόκληρη τη θαλάσσια περιοχή από την Κύπρο ώς την Κρήτη. Αραγε, κατά την εκτίμηση του Ελληνα πρωθυπουργού, η σημερινή πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών έχει τις προϋποθέσεις (το ανάστημα) να αντιμετωπίσει τέτοιου μεγέθους προβλήματα; Επέλεξε ο πρωθυπουργός τους υπουργούς του έχοντας συνείδηση των απαιτήσεων του υπουργείου ή με κριτήρια μικροευτελέστατων σκοπιμοτήτων, κριτήρια που ντρέπεται να τα πει;
Δεν έχει πια η ελλαδική κοινωνία ένστικτο αυτοσυντήρησης, κριτήρια για να επιλέξει τρόπο σωτηρίας. Οταν φτάνει να εναποθέτει τις ελπίδες της στον τυχαίο Μάικ Πομπέο ή στα τσακάλια των «Αγορών» που ηγεμονεύουν στις Βρυξέλλες, οι εξελίξεις είναι προδιαγεγραμμένες. Νεκρανάσταση και σωτηρία θα προμηνούσε μόνο, αν, «εξαίφνης» πρώτη προτεραιότητα γινόταν η γλώσσα, αρχαία ελληνικά από το Δημοτικό, άλλο σχολειό, άλλο πανεπιστήμιο, άλλο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, ριζοσπαστικός μετασχηματισμός της οργάνωσης του κράτους.
Σκεφθείτε έναν Ντε Γκωλ στη θέση του Παυλόπουλου!

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Χρήστος Γιανναράς καθηγητής καθηγητής φιλοσοφίας - [...] Στόχος δεν είναι η τιθάσευση της κτηνωδίας, είναι η χαρά της ελευθερίας από την αναγκαιότητα. Αυτή συνιστά την «πολιτικήν τέχνην και επιστήμην».







Ο διαχειριστής και ο μεταρρυθμιστής
Christos Yiannaras | 07 Oct 2019
Σε κάθε στίβο διακρίνονται οι ταλαντούχοι, οι ατάλαντοι και οι μετριότητες. Σε καθεμιά από τις διακρίσεις αυτές υπάρχει επίσης κλιμάκωση: Ξεχωρίζουν οι σοβαροί και οι ασόβαροι, οι τυχεροί και οι άτυχοι, οι ευπρεπείς και οι αδιάντροποι.
 Ειδικά στον στίβο της πολιτικής, προηγείται καθοριστικά η διαφορά του απλώς διαχειριστή (αναγκών, προβλημάτων, προγραμμάτων) από τον ρηξικέλευθο μεταρρυθμιστή (θεσμών, οργανωτικών σχημάτων, κοινωνικών λειτουργιών). Κλιμακώνεται και η διάκριση αυτή στις πιο πάνω ποιοτικές διαβαθμίσεις. Αλλά στην πολιτική (όπως και στο ποδόσφαιρο ή στον στίβο των ιδεολογιών) αυξάνεται αχαλίνωτη η αυθαιρεσία των διαβαθμίσεων - διακρίσεων διολισθαίνοντας σε τυφλές εμπάθειες και φανατισμούς. 
Ας φανταστούμε, λ.χ., ποιες μανιασμένες αντιμαχίες θα προκαλούσε μια τυχόν αναγνώριση του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Στέφανου Μάνου ως ταλαντούχων, σοβαρών και ευπρεπών διαχειριστών, αλλά μέτριων ή και ατάλαντων κοινωνικών μεταρρυθμιστών. Η τυχόν αναγνώριση του Ανδρέα Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα ως ταλαντούχων κοινωνικών μεταρρυθμιστών, ευνοημένων από τις συγκυρίες, αλλά φορέων ολέθριου αμοραλισμού, κύριων συντελεστών δραματικής κοινωνικής αποσύνθεσης.
Δεν είναι δυνατό να συζητηθούν στην Ελλάδα αξιολογήσεις δημόσιων προσώπων, δεν διαθέτουμε νηφαλιότητα και απροκατάληπτες πηγές πληροφόρησης, έχουμε και ισχυρογνωμοσύνη, ιδίωμα των απαιδεύτων. Γι’ αυτό και παραδινόμαστε, με αυτοκαταστροφική απερισκεψία, στα παιχνίδια και τερτίπια των χρυσοπληρωμένων μαστόρων του τεχνητού εντυπωσιασμού.
Μας κάνουν ό,τι θέλουν, στυγνότερη απολυταρχία από αυτή των διαφημιστών και των κατασκευαστών κοινής γνώμης δεν γνώρισε ποτέ ο λαός των Ελλήνων. Συλλογική σωτηρία δεν μοιάζει να μπορεί να υπάρξει, πολιτικοί και διαφημιστές έχουν πια ενωθεί «εις σάρκα μίαν» – δεν ξεχωρίζουν ούτε τα συμφέροντα, ούτε τα μυαλά τους.
Μοναδική δυνατότητα αντίστασης είναι η ατομική ανταρσία: Να μάθουμε να ξεχωρίζουμε την κατασκευασμένη εντύπωση από τον ρεαλισμό της πληροφορίας. Να διακρίνουμε το ψέμα πίσω από τα ρητορικά στολίδια κάθε σκόπιμης εξαπάτησής μας.Τι εννοεί ο πρωθυπουργός όταν δηλώνει (με καύχηση): «τους πολιτικούς μου αντιπάλους δεν τους στέλνω στα δικαστήρια»; Είναι παρτίδα ατομικής μετοχής του σε παιχνίδι η διαχείριση της εξουσίας που του εμπιστεύθηκε ο λαός, παιχνίδι με συμπαίκτη κατασφαλισμένης ατιμωρησίας;
Από πού αντλεί το δικαίωμα ο πρωθυπουργός να αμνηστεύει αδίκαστους τους πολιτικούς του αντιπάλους; Ποιος του δίδαξε αυτό το είδος της «δημοκρατίας»;
Απροσμέτρητο αμοραλισμό προδίδει και η δήλωσή του για την (τάχα και) «συνθήκη» των Πρεσπών: «Την καταψήφισα, αλλά τώρα τη σέβομαι, επειδή την ενέκριναν τα δύο κοινοβούλια, αποτελεί πλέον μέρος (sic) του Διεθνούς Δικαίου»! Θα μπορούσε ίσως (οι γνώμες στασιάζονται) μια συνθήκη να δημιουργεί κανόνα Δικαίου που να ρυθμίζει τις σχέσεις δύο λαών, αν με δημοψηφίσματα την αποδεχθούν αβίαστα και οι δύο λαοί. Αλλά με δυο αποφάσεις κοινοβουλίων, προκλητικά και εξόφθαλμα «μαγειρεμένες» (με αντιπαροχές υπουργοποιήσεων, ομολογημένους χρηματισμούς και ωμή τρομοκρατία), όχι, προς Θεού, δεν προσλαμβάνει το κουκλοθέατρο των Πρεσπών κύρος Διεθνούς Δικαίου.
Τι φιλοδοξεί να είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Ενας διαχειριστής της πειθήνιας αλλαξοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ, το δεκανίκι για τη μεταμόρφωση συνασπισμού «ριζοσπαστικής» μαρξιστικής Αριστεράς σε βολικό λακέ της πλανητικής κυριαρχίας των «Αγορών»; Ανέλαβε να βεβαιώσει τους δανειστές αφέντες μας ότι η εναλλαγή στην εξουσία Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται την υποταγή μας στους λαφυραγωγούς των ελπίδων μας; >Παρακολουθούμε εμβρόντητοι οι πολίτες την ψυχαναγκαστική εμμονή του Κ.Μ. στην προτεραιότητα «προσέλκυσης ξένων επενδυτών».
 Δηλαδή, για μυριοστή φορά, περιμένουμε την «ανάκαμψη» στην Ελλάδα από τους ξένους, που θα επενδύσουν στην εντόπια εδώ βιομηχανική έρημο. 
Ούτε καν διανοείται την προτεραιότητα της ανάγκης να τολμηθούν οι μεταρρυθμίσεις κρατικών δομών και λειτουργιών ικανών να υποδεχθούν τυχόν επενδυτές – όχι. Ο Κ.Μ. εκλιπαρεί τους ξένους να έρθουν να επενδύσουν σε δονκιχωτικούς ανεμόμυλους.
Η κυρίως διαφορά του διαχειριστή από τον μεταρρυθμιστή είναι ότι: Ο πρώτος πιστεύει ότι οι λύσεις των προβλημάτων είναι έτοιμες συνταγές, τις γεννάει ο ορθολογισμός, η μίμηση, η αλάθητη ιδεολογία. Ο δεύτερος ξέρει, από πείρα αλλά και από μελέτη, ότι οι λύσεις γεννιώνται, δεν αντιγράφονται. Το πρόβλημα της δημόσιας διοίκησης και της στελέχωσης των λειτουργιών του κράτους θα λυθεί, από μόνο του, αν υπάρξει ριζική, ολοκληρωτική αλλαγή του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου και του εκπαιδευτικού συστήματος (από το νηπιαγωγείο ώς και τα μεταπτυχιακά).
Ο διαχειριστής θα ψάχνει πάντοτε τις «καλύτερες» (και πιο εντυπωσιακές) λύσεις, τις καλύτερες και πιο αποτελεσματικές εφαρμογές των λύσεων, τους πιο εργατικούς και συνεπείς εφαρμοστές. Για τον μεταρρυθμιστή πρωτεύει απόλυτα η χαρά της δημιουργίας, η χαρά των σχέσεων κοινωνίας, η κοινωνούμενη χαρά της αριστείας. Οι νόμοι, οι συμβάσεις, οι θεσμοί, οι κρατικές λειτουργίες να γεννάνε και να υπηρετούν τη χαρά της συνύπαρξης, την υπαρκτική πληρότητα του δώρου της συνύπαρξης.
Ο στόχος, για τον μεταρρυθμιστή, δεν είναι μια ουτοπική, «ιδεώδης» κοινωνία.
Η φύση των ανθρώπων θα είναι πάντοτε αυτή που είναι, έλεγε ο Αριστοτέλης ένστικτα και ορμές αυτοσυντήρησης, κυριαρχίας, ηδονής.
 Στόχος δεν είναι η τιθάσευση της κτηνωδίας, είναι η χαρά της ελευθερίας από την αναγκαιότητα. Αυτή συνιστά την «πολιτικήν τέχνην και επιστήμην».