του
Γιάννη Μ. Σπετσιώτη
Σύντομο
βιογραφικό σημείωμα
Μια από τις ηγετικές μορφές
ιερωμένων αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, που ανέλαβαν υψηλές
«πολιτικές» θέσεις, ήταν και ο Επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος, «κατά κόσμον»
Θωμάς Κωστάκης ή Βελέντζας.
Γεννήθηκε το
1787 στη Νεμνίτσα, το σημερινό Μεθύδριο, ορεινό χωριό της Γορτυνίας κοντά στη
Βυτίνα και ήταν γιος του κοινοτικού προεστού Βασιλείου Κωτσάκη και της
Αικατερίνης. Σπούδασε στην περίφημη Σχολή της Δημητσάνας, από την οποία
προήλθαν εβδομήντα Γορτύνιοι αρχιερείς! Το 1813 σε ηλικία 26 χρόνων διαδέχθηκε
στον επισκοπικό θρόνο των Βρεσθένων τον θείο του (από πατέρα) Θεοδώρητο Α΄, ενώ
το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία.
Με την
κήρυξη της επανάστασης στις 25 Μαρτίου του 1821, ο Θεοδώρητος, ο πρωταθλητής
του αγώνα της ανεξαρτησίας, όπως τον αποκαλούσαν, πρωτοστάτησε στην ίδρυση του
στρατοπέδου των Βερβαίνων, ενώ τον ακολούθησαν πολλοί Βρεσθενίτες και
άλλοι Έλληνες. Πήρε μέρος στις μάχες στο
Βαλτέτσι, στα Βέρβαινα, στα Δολιανά και έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην άλωση της
Τριπολιτσάς. Λίγο πριν από τη μεγάλη μάχη στο Βαλτέτσι, ο Κολοκοτρώνης έγραφε
στον επίσκοπο Βρεσθένης: «Καπετάν
Δεσπότη, φύλαξε τη θέση σου και μετ’ ολίγον έρχομαι και εγώ εις το Βαλτέτσι μ’ αρκετά
στρατεύματα».
Και πράγματι
ο ηρωικός επίσκοπος, που αντί για ράσα φορούσε την ένδοξη φουστανέλα, κράτησε
τη θέση του με 150 παλληκάρια! Κατά την άλωση του Παλαμηδίου, στις 30 Νοεμβρίου
1822, ο Θεοδώρητος βρισκόταν στο Ναύπλιο κρατούμενος, μαζί με άλλους, από τον
Ιούνιο του ιδίου έτους. Όταν άρχισαν να πέφτουν οι σφαίρες από το φρούριο στα
σπίτια, οι Τούρκοι -κάτοικοι του Ναυπλίου κυριευμένοι από τον φόβο, πήγαν στο
σπίτι του επισκόπου, για να ζητήσουν τη βοήθειά του. Εκείνος προσποιούμενος ότι
μόλις είχε ξυπνήσει, τους ρώτησε με απορία τι συμβαίνει. Αυτοί τον πληροφόρησαν
για την άλωση του Παλαμηδίου από τους Έλληνες λέγοντάς του:
- Άγιε
Δέσποτα, από τον Θεό και στα χέρια σου!
Λέγεται πως τις
προηγούμενες ημέρες τον είχαν επισκεφθεί ξανά, προκειμένου να μεσολαβήσει στον
Κολοκοτρώνη για να διαπραγματευτούν μαζί του και στη συνέχεια να παραδώσουν το
κάστρο.
Ο Eπίσκοπος Θεοδώρητος αναμείχθηκε
και στις πολιτικές εξελίξεις του αγώνα. Στις 26 Μαΐου 1821 ορίστηκε Πρόεδρος της
Πελοποννησιακής Γερουσίας που συστήθηκε στις Καλτεζ(ι)ές, χωριό της επαρχίας
Μαντινείας. Στη Β’ Εθνοσυνέλευση του Άστρους Κυνουρίας στις 30 Μαρτίου 1823, εκλέχθηκε
Αντιπρόεδρός της και στη συνέχεια χρημάτισε Αντιπρόεδρος του Βουλευτικού
Σώματος. Ουσιαστικά, όμως, ασκούσε καθήκοντα Προέδρου, αφού ο Αλέξανδρος
Μαυροκορδάτος, που εκλέχθηκε στη θέση αυτή, παραιτήθηκε και ο Ιωάννης Ορλάνδος,
που τον αντικατέστησε, αναχώρησε για την Αγγλία.
Η
εγκατάστασή του στο Κρανίδι
Στις 30
Νοεμβρίου 1823 μετά από σφοδρές λογομαχίες και αντιθέσεις μελών του
Εκτελεστικού και του Βουλευτικού, ο Επίσκοπος Θεοδώρητος, επικεφαλής του
Βουλευτικού, με αρκετούς βουλευτές φίλους του Μαυροκορδάτου, εγκαταλείπουν το
Άργος, όπου ήταν η έδρα του Σώματος και μεταβαίνουν στο Κρανίδι, μεταφέροντας
εκεί την έδρα του Βουλευτικού και παίρνοντας μαζί τους τη σφραγίδα και τ’
αρχεία του.
Από τη νέα
έδρα του Βουλευτικού, στις 3 Δεκεμβρίου 1823, εκδόθηκε η με αρ. 519 διακήρυξη «Προς άπαντας τους Έλληνας» υπογεγραμμένη
από τον Αντιπρόεδρο του Σώματος Βρεσθένης Θεοδώρητο, στην οποία ο Επίσκοπος δικαιολογώντας
την απόφασή του μεταξύ άλλων αναφέρει: «…εις
αποφυγήν ενδεχομένων αταξιών, μετέβη (το Βουλευτικό) εις Κρανίδιον εμπόδισεν τα ατοπήματα, εγλίτωσεν τους αρπαχθέντας
νόμους και αρχεία του… και ήρχισε τας εργασίας του εν ησυχία εδώ εις Κρανίδιον
εν τω μέσω των καλών και ευπειθών πατριωτών· ειδοποιεί λοιπόν τον λαόν προς
ησυχίαν του και ευχαριστεί αυτόν δια την
προθυμίαν, τον ζήλον του και την προς τους νόμους εμπιστοσύνην του, όπου
έδειξεν εις τούτο το απερίσκεπτο συμβάν…». Και καταλήγει «ότι θέλει
διακηρύξει καθαρά τους αιτίους, τα αίτια, τους τρόπους και σκοπούς αυτών, δια
να γνωρίσωσι σαφώς και όσοι αδικούνται και όσοι απατώνται».
Μία εβδομάδα
μετά, στις 10 Δεκεμβρίου, παρ’ όλο που το Βουλευτικό δεν είχε «την νόμιμη απαρτία», αποστέλλεται
έγγραφο, υπογεγραμμένο από τον Θεοδώρητο, στον Λάζαρο Κουντουριώτη στην Ύδρα, όπου
του προτείνεται να αναλάβει την προεδρία του νέου Εκτελεστικού, καθώς το παλαιό
δεν αναγνωριζόταν και είχε ολοκληρωτικά αντικατασταθεί.
Αυτός αρνήθηκε,
καθώς για λόγους υγείας και «άλλας
αιτίας» δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από την Ύδρα, υποδεικνύοντας,
ταυτόχρονα, για την προεδρία του Εκτελεστικoύ τον αδελφό του, Γεώργιο
Κουντουριώτη.
Πράγματι στη
συνεδρίαση της 21ης Δεκεμβρίου 1823 το Βουλευτικό Σώμα εξέλεξε και
διόρισε Πρόεδρο «Νομοτελεστικής Δυνάμεως του Ελληνικού Έθνους» τον Γεώργιο
Κουντουριώτη. Στο έγγραφο με ημερομηνία 3 Ιανουαρίου 1824 και υπογραφή του
Θεοδώρητου μεταξύ άλλων αναφέρεται: «…προσκαλείσθε
και σήμερον, όπως ελθόντες εν τω Βουλευτηρίω δώσητε κατά τον οργανικόν νόμον,
τον όρκον της εμποσύνης ενώπιον Θεού και του Έθνους».
Ήδη την
προηγούμενη ημέρα, την 2α Ιανουαρίου 1824, ο Γ.Κ. είχε αναχωρήσει
από την Ύδρα για να μεταβεί στην Ερμιόνη, στο Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων. Από
εκεί με γράμμα ενημερώνει τον αδελφό του Λάζαρο στην Ύδρα για τα όσα
συζητήθηκαν στο Βουλευτικό στο Κρανίδι, όπως του τα μετέφεραν οι απεσταλμένοι
του Σώματος. Μια ώρα μετά τη δύση του ήλιου στις 3 Ιανουαρίου, όπως το έγγραφο
του Βουλευτικού όριζε, ο Γ.Κ. έφθανε στο Κρανίδι, όπου του επιφυλάχθηκε θερμή
υποδοχή από τους Βουλευτές.
Την επόμενη ημέρα ορκίσθηκε στο «Βουλευτήριον»
νέος Πρόεδρος του Εκτελεστικού ο Γεώργιος Κουντουριώτης. Στη συνέχεια πήγαν
όλοι στην εκκλησία, δεν αναφέρεται ο ναός, όπου έδωσαν τον όρκο τα νέα μέλη του
Εκτελεστικού, μετά την προσφώνηση του Αντιπροέδρου του Βουλευτικού Θεοδώρητου.
Παραθέτουμε την προσφώνηση από σωζόμενο σχετικό έγγραφο των Γ.Α.Κ.
«Λογίδριον του Βρεσθένης εις
την σύστασιν του Εκτελεστικού»
Κύριοι,
Το
Βουλευτικόν Σώμα δυνάμει της δοθείσης αυτώ εξουσίας παρ’ όλου του Έθνους, δια
του οργανικού νόμου σας εξελέξατο Μέλη της Νομοτελεστικής δυνάμεως και σας επροσκάλεσεν
εις τούτον τον υψηλόν βαθμόν.
Εγώ,
ως (αντιπρόεδρος) του σώματος τούτου δύο τινά χρεωστώ να πράξω. Πρώτον, να
συγχαρώ τας εκλαμπρότητάς σας μετά του αξιοπρεπεστάστου Κυρίου Προέδρου, ότι η
Πατρίς σας ανοίγη νέον στάδιον δια να δείξετε την προς αυτήν καλήν σας διάθεσιν
ζήλον και δεύτερον να συγχαρώ τη πατρίδι, ότι αξίως εκλέξασα αξίους πως θα
διοικηθή δια της θείας χάριτος, ήτις; διοικεί και ποδηγετεί επί το βέλτιστον
του Ελληνικού έθνους πράγματα
Ο
αντιπρόεδρος
+ Βρεσθένης Θεοδώρητος
Στις 6
Ιανουαρίου το Βουλευτικό Σώμα παρέδωσε στον Γ. Κουντουριώτη στο Κρανίδι το
επίσημο έγγραφο της «παμψηφεί»
εκλογής του ως Προέδρου του Εκτελεστικού ευχόμενο «την ουράνιον ευλογίαν, συγχαίρων υμίν και τη πατρίδι».
Το σπουδαίο αυτό έγγραφο που δείχνει την
εμπιστοσύνη του Βουλευτικού στο πρόσωπο του Γ.Κ. έχει την υπογραφή του
Θεοδώρητου και συνοδεύεται με έκθεση της 9/μελούς Επιτροπής, όπου κηρύσσεται
έκπτωτος του αξιώματος ο Πρόεδρος του Εκτελεστικού Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης. Ακολούθησαν
δραματικές εξελίξεις μεταξύ των αντιμαχομένων παρατάξεων, που έφθασαν στα
πρόθυρα του εμφυλίου σπαραγμού! Αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις χωρίς αποτέλεσμα
και γράμματα, εκατέρωθεν, με λόγια «βαριά» χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο.
Προσωπικότητες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν αποστασιοποιήθηκαν, ενώ αγωνιστές
σπιλώνονταν ή ατιμάζονταν. Επικρατούσε χάος!
Στις 29 Φεβρουαρίου 1824 το Ναύπλιο ορίζεται και
πάλι «δια νόμου» ως έδρα της
Διοίκησης. Στις 6 Μαρτίου 1824 αποχωρεί το Βουλευτικό και το «νέο» Εκτελεστικό
από το Κρανίδι με προορισμό το Ναύπλιο.
Χαρακτηριστικό
είναι το παρακάτω έγγραφο, το τελευταίο από το Κρανίδι.
Προσωρινή
Διοίκησις της Ελλάδος
Το
Εκτελεστικόν Σώμα
Η
Διοίκησις δια την ευκολοτέραν διάδοσιν των διαταγών της αίτινες αποβλέπουσιν
εις την ευταξίαν και ασφάλειαν της Πατρίδος μεταβαίνει εις Ναύπλιον. Όθεν…
|
Εν Κρανιδίω τη 6η Μαρτίου
1824
|
Υπογραφές
|
|
Γ. Κουντουριώτης
|
Γ.
Γ.
|
Παν. Μπότασης
|
Π. Ρόδιος
|
Ιωαν. Κωλέτης
|
|
Αναγν. Σπηλιωτάκης
|
|
Νίκος Λόντος
|
|
Ωστόσο, θεωρούμε, ότι εκτός από τους πολιτικούς
λόγους που ίσως να υπαγόρευαν τη μεταφορά της έδρας της Διοίκησης από το
Κρανίδι στο Ναύπλιο, καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η εμφάνιση θανατηφόρας
επιδημίας στην Ερμιόνη. Με το υπ’αρ.10 Περίοδος Β’ έγγραφό του το Υπουργείο της
Αστυνομίας, εν Κρανιδίω τη 12 Φεβρουαρίου 1824 προς το Βουλευτικό Σώμα αναφέρει
τα εξής: «εξ αναφοράς του εδώ αστυνόμου
με μεγάλη λύπην πληροφορείται το Υπουργείον ότι εις την Ερμιόνην (Καστρί)
επιπολάζει νόσος θανατηφόρος και μεταδοτική ήτις κατά την περιγραφήν των
συμπτωμάτων τα οποία την συνοδεύουν, φαίνεται ότι είναι πανώλης ή άλλη τις
συγγενούς της πανώλους. Το Υπουργείον κατά χρέος έλαβεν τα δυνατά προφυλακτικά
μέτρα. Μόλον τούτο, επειδή η απαιτούμενη εντελής προφύλαξις είναι αδύνατος και
επομένως είναι ενδεχόμενον και εδώ (Κρανίδι) να διαδοθεί το μίασμα και να
μεταδοθεί το κακόν και εις τα υποκείμενα (μέλη) της Διοικήσεως και εκ τούτου να
κινδυνεύσουν τα συμφέροντα του Έθνους, δια τούτο είναι ανάγκη μεγάλη να γίνη;
όσον τάχιστα σκέψις και απόφασις περί μεταβάσεως εντεύθεν της Δοικήσεως την
οποίαν μετάβασιν και άλλοι πολλοί γνωστοί εις το Βουλευτικό Σώμα λόγοι διαμηνύουν;
αναγκαιοτάτην. Περί τούτου αναφέρομεν και εις το Εκτελεστικόν Σώμα. Περιμένομεν
την όσον τάχιστα περί τούτου απάντησίν σας».
Το έγγραφο υπογράφει ο «επί των Εσωτερικών και
προσωρινώς της Αστυνομίας» Υπουργός Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), ενώ το
συνέταξε ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Γεώργιος Γλαράκης.
Ο
Θεοδώρητος στο Άργος και το Ναύπλιο
Στις 27
Απριλίου 1824 ο Θ. υπογράφει από το Άργος, ως Αντιπρόεδρος του Βουλευτικού, την
απόφασή του Σώματος για την ορθή διαχείριση των χρημάτων του δανείου, που είχε
συναφθεί. Το έγγραφο αυτό ήταν επικυρωμένο από τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού
Γεώργιο Κουντουριώτη. Τον επόμενο μήνα στις 3 Μαΐου με γράμμα του από το Άργος διαμηνύει προς τους
ημετέρους «ότι ο Κολοκοτρώνης και
Κολιόπουλος ετοιμάζονται να κινηθούν κατά Τριπολιτσάς… και ότι τα εν Τριπολιτζά
στρατεύματά μας και οι ίδιοι οι κάτοικοι στρατιώται στερούνται πολεμοφοδίων».
Στις 6
Ιουνίου 1824 γίνεται η μεταφορά της Διοίκησης και των Υπουργείων (Εκτελεστικού)
στο Ναύπλιο, όπου από τις 14 Ιουνίου επαναλαμβάνονται και οι εργασίες του
Βουλευτικού.
Στις 19
Ιουνίου ο Βρεσθένης με επιστολή του από το Άργος προς τον Πρόεδρο (Γ. Κ.) και Αντιπρόεδρο
(Π. Μπόταση) του Εκτελεστικού παρακαλεί να του δοθούν τα οφειλόμενα
χρήματα «επειδή τα έξοδά μου υπέρογκα εισί και αλλαχόθεν δεν δύναμαι να
εξοικονομηθώ».
Στις 2
Ιουλίου ο Θεοδώρητος υπογράφει από το Ναύπλιο το έγγραφο με το οποίο
ανακοινώνεται στο Εκτελεστικό Σώμα «ότι
ανεγνώσθη εν τω Βουλευτηρίω το προβούλευμα του Σώματος υπ’ αριθμ. 2395 περί
αμνηστίας…», ενώ στις 4 Αυγούστου το Βουλευτικό με νέο έγγραφο προς τον Γ.Κ.
εκφράζει την αντίθεσή του για το «παράδοξον
ύφος» εγγράφου, το οποίο δεν συνάδει με «τας
περιστάσεις της κινδυνευούσης πατρίδος».
Ιδιαίτερα
ανθρώπινο το τελευταίο γράμμα του Θεοδώρητου προς τον Αναγνώστη Σπηλιωτάκη. Σ’
αυτό με ημερομηνία 16 Δεκεμβρίου από τη Βαμβακού έγραφε ότι γνώριζε για την
ασθένειά του αλλά και ο ίδιος είναι άρρωστος. «Έχω έως τώρα τέσσαρα ξανακυλήματα και είμαι εις άκραν αδυναμίαν και αν
δυναμώσω ημπορώ να έλθω εις τα χρέη μου». Τελειώνοντας παρακαλεί τον
Αναγνώστη Σπηλιωτάκη να τον ενημερώσει για την υγεία του «και τα πράγματα της πατρίδος».
Με το τέλος
των εμφυλίων πολέμων ο Θ., που ως τότε πρωταγωνιστούσε στα πολιτικά πράγματα,
άρχισε να περιθωριοποιείται. Ασκούσε, πλέον, μόνο τα καθήκοντά του ως
πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις, καθώς και τις εκκλησιαστικές του υποχρεώσεις
ως επίσκοπος Βρεσθένης.
Όπως είναι
γνωστό από τον Νοέμβριο του 1826 ο Κολοκοτρώνης με τους σημαντικότερους
πληρεξουσίους βρισκόταν στην Ερμιόνη, την οποία είχε επιλέξει ως τον «ιδανικόν» τόπο, για να συνεχιστούν οι
εργασίες της Γ’ Εθνοσυνέλευσης. Μεταξύ των πληρεξουσίων ήταν και ο Βρεσθένης
Θεοδώρητος, ο οποίος μάλιστα ανέπτυξε σημαντική δράση, ιδιαίτερα κατά την
προετοιμασία της Συνέλευσης, ενώ είχαν ήδη αποκατασταθεί οι σχέσεις του με τον
Κολοκοτρώνη. Έτσι, στις 28 Δεκεμβρίου του 1826, ο Θ. από την Ερμιόνη υπογράφει
πρώτος με άλλους δεκατρείς πληρεξουσίους το έγγραφο με το οποίο ζητούνται 1.000
γρόσια δανεικά από τον στρατηγό Δημήτριο Τσώκρη, προκειμένου να καλυφθούν τα έξοδα
της φρουράς της Εθνοσυνέλευσης. Αυτά θα επιστρέφονταν στον Τσώκρη από εθνικούς
πόρους μετά τη σύσταση της Συνέλευσης και εφόσον δεν καταστεί δυνατόν, θα
πληρώνονταν «αναλογικά» από τα μέλη
της Εθνοσυνέλευσης.
Με τον
στρατηγό Τσώκρη ο Βρεσθένης αντάλλαξε δύο ακόμα επιστολές που αφορούσαν τη
φρουραρχία της Εθνοσυνέλευσης.
Με την από
27 Ιανουαρίου 1827 πρώτη επιστολή, γενομένων των προκαταρκτικών συνεδριάσεων,
ζητούσε από τον Τσώκρη, να βοηθήσει στη φρουραρχία της Εθνοσυνέλευσης,
αναλαμβάνοντας ως φρούραρχος «αντιπρόσωπος»
του Νικηταρά, καθώς αυτός βρισκόταν σε «ανάρρωση»
στη Μονή των Αγίων Αναργύρων.
Με την από 31ης Ιανουαρίου δεύτερη επιστολή διευκρινίζει
στον Τσώκρη τις θέσεις του Νικηταρά στο γράμμα που είχε λάβει από εκείνον, σχετικά
με την προσωρινή ανάληψη των καθηκόντων ως αρχηγού της φρουράς της Ερμιόνης και
οι οποίες παρερμηνεύτηκαν, όπως φαίνεται, από τον Τσώκρη. Κατά τις κύριες
συνεδριάσεις της Εθνοσυνέλευσης στην Ερμιόνη δυο ήσαν οι σπουδαιότερες
παρεμβάσεις του Θεοδώρητου συμμετέχοντας στην ομάδα των αρχιερέων αποτελούμενη
από τους: Μητροπολίτες Κορίνθου Κύριλλο, Τριπόλεως Δανιήλ, Ρέοντος Διονύσιο και
Επισκόπους Ανδρούσης Ιωσήφ και τον ίδιο.
α) Στις 24
Φεβρουαρίου 1827 κατά τη διάρκεια της Η΄ Συνεδρίασης «ανεγνώσθη αναφορά» των παραπάνω αρχιερέων «αξιούντων να προσκληθώσι και άλλοι τοιαύτοι άξιοι», για την
σύνταξη σχεδίου τήρησης των εκκλησιαστικών κανόνων.
β) Στις 7
Μαρτίου ο Θεοδώρητος μαζί με άλλους τρεις αρχιερείς (Κορίνθου Κύριλλο, Ρέοντος
Διονύσιο και Δαμαλών Ιωνά) απέστειλαν από τον Δαμαλά έγγραφο στην Εθνοσυνέλευση,
ενώ αυτή ακόμη συνεδρίαζε στην Ερμιόνη, στο οποίο μεταξύ άλλων αιτούνταν:
Τη σύσταση Αρχιερατικής Επιτροπής για τη
φροντίδα και τη δημιουργία σχολείων, την επίβλεψη της προόδου των ήδη
ιδρυθέντων και τη συνεργασία με τους εφόρους της Παιδείας, όταν διορισθούν από
το κράτος.
Ο
χαρακτήρας του Θεοδώρητου
Σε σχετικό
με την αξιολόγηση ιεραρχών του αγώνα του 1821 έγγραφο των Γ.Α.Κ. ο Θεοδώρητος αναφέρεται
ως «απαίδευτος». Θεωρώ πως ο
χαρακτηρισμός αυτός αφορούσε το μορφωτικό του επίπεδο (σπουδές), αλλά και
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνούμε πως
ως Ιεράρχης δραστηριοποιήθηκε υπέρ της Παιδείας στα όρια της Επισκοπής του,
σύστησε το «Βρεσθένειον» και το «Βαμβακώον» Ελληνικό Σχολείο και μερίμνησε για
τη στελέχωσή τους με αξιόλογους διδασκάλους.
Αναμφισβήτητα, ο Θεοδώρητος ήταν φλογερός και
γενναίος πατριώτης, οξύνους και εύστροφος, που πρωταγωνίστησε όμως στις
εμφύλιες διενέξεις. Συνδύαζε την τραχύτητα και την τόλμη, τη φιλοδοξία και την
αποφασιστικότητα, την έντονη νοσταλγία για τη λευτεριά της πατρίδας. Άνθρωπος αδέσμευτος,
ζωντανός, που η φωνή του είχε ψυχή και πάνω της ακούμπησε πολλές φορές το
αγωνιζόμενο έθνος.
Τα
τελευταία του χρόνια
Το 1837 ο Θεοδώρητος εκλέχτηκε μέλος της Ιεράς
Συνόδου «εις την οποίαν διέπρεψεν επί
τέσσερα έτη».
Το 1842 τον
μετέθεσαν από την Επισκοπή του, η οποία από το 1833 είχε μετονομαστεί σε
επισκοπή Σελασίας και στη συνέχεια καταργήθηκε, σε άλλη επισκοπή, χωρίς να ερωτηθεί.
Ο παραγκωνισμένος, ήδη, Θεοδώρητος αρνήθηκε και τότε «αποβάλλεται πάσης αλλά και απ’ αυτής της συνοδικής θέσεως περί της
οποίας κανείς λόγος δεν επρόκειτο, και παραδίδεται η μεν επισκοπή Αχαΐας (όπου
είχε τοποθετηθεί) εις τον επίσκοπον
Αιγιαλείας η δε συνοδική θέσις εις τον πρώην Δαμαλών. Και διατί όλα ταύτα;
Διότι επικαλούμενος τους κανόνας της Εκκλησίας, εζήτει την αποκατάστασιν αυτού
εις την πρώτην του επισκοπήν από της οποίας άκων μετετέθη και διετείνετο
στηρίζων «των επισκόπων το αμετάθετον». Αδικαιολόγητη ωστόσο είναι και η
απομπομπή του από την Ιερά Σύνοδο και αντικατάστασή του με ένα πρώην επίσκοπο».
Ο πρώην Σελασίας Θεοδώρητος πέθανε πάμπτωχος
στην Αθήνα στις 26 Απριλίου 1843 σε ηλικία 56 ετών. Μια βδομάδα νωρίτερα, το
Σάββατο του Λαζάρου, είχε τελέσει την τελευταία του λειτουργία. Η νεκρώσιμη
ακολουθία εψάλη στον ναό της Αγίας Ειρήνης της οδού Αιόλου. Το πρόγραμμα της όλης
τελετής (επίσημοι, εκπρόσωποι πολιτείας και εκκλησίας κ.λπ.) διασώθηκε σε
χειρόγραφο, όπου διαφαίνεται πως του αποδόθηκαν εξαιρετικές τιμές.
Τον επιτάφιο λόγο στον αοίδιμο Επίσκοπο
Θεοδώρητο εκφώνησε ο αιδεσιμότατος πρεσβύτερος Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ
Οικονόμων, αρχίζοντας ως εξής: «Απέκειτο
και τούτο Αρχιερεύ όσιε και φερώνυμε Θεοδώρητε, απέκειτο και τούτο εις την
Αγιωτάτην Εκκλησίαν της Ελλάδος η σκυθρωποτάτη και πρόωρός σου στέρησις
απέκειτο και τούτο εις την ευκλεά σου Πατρίδα την Πελοπόννησον και εις πάσαν
την Ελληνικήν γην, ο πικρός και οξύτατος θάνατος ενός των ζηλωτών της ευσεβείας
ποιμένων και πρώτων υπέρ της Πατρίδος αγωνιστών…». Ο εκλιπών ετάφη στη Μονή
των Ασωμάτων (Πετράκη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου